Μετά τη διάλυση της Τσεχοσλοβακίας το 1993, η Τσεχία έγινε μέλος της ΕΕ -όχι όμως και του ευρώ- του ΝΑΤΟ και της σκληροπυρηνικής Ομάδας του Βίσεγκραντ, η συνοχή της οποίας υφίσταται πλέον κραδασμούς λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.

Για την ακρίβεια, η συνεχιζόμενη εδώ και ένδεκα μήνες ρωσική εισβολή και οι συνέπειές της -γεωπολιτικές και οικονομικές- ρίχνουν τώρα βαριά «σκιά» και στις κάλπες του δεύτερου γύρου των προεδρικών εκλογών, που διεξάγονται αυτό το διήμερο (27-28 Ιανουαρίου) στη χώρα της Κεντρικής Ευρώπης.

Για τρίτη φορά στην ιστορία της Τσεχίας, οι ψηφοφόροι της καλούνται να εκλέξουν απευθείας τον νέο αρχηγό του κράτους, εν προκειμένω προς αντικατάσταση του Μίλος Ζέμαν.

Στις δύο προεδρικές θητείες του, δοκίμασε και αρκετές φορές «ξεχείλωσε» τα όρια των εξουσιών του, ανακατευόμενος με την εξωτερική πολιτική και επιδεικνύοντας τη συμπάθειά του προς τη Ρωσία -τουλάχιστον μέχρι να ξεσπάσει ο πόλεμος- καθώς και προς την Κίνα.

Τώρα, μετά τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών στα μέσα αυτού του μήνα -κατά τον οποίο ουδείς εκ των συνολικά οκτώ προεδρικών υποψηφίων δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την απαιτούμενη πλειοψηφία, όπως αναμενόταν- το δίλημμα ενώπιον της κάλπης περιορίζεται επιγραμματικά στο εξής: στρατηγός ή ολιγάρχης;

Αυτές ακριβώς είναι οι ιδιότητες των δύο «μονομάχων».

Από τη μια είναι ο ευρωσκεπτικιστής δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας Αντρέι Μπάμπις, ένας θαυμαστής του Ντόναλντ Τραμπ, που διετέλεσε πρωθυπουργός της Τσεχίας μέχρι το φθινόπωρο του 2021 και τις προάλλες αμφισβήτησε τη ρήτρα συλλογικής άμυνας του ΝΑΤΟ, μέχρι λίγο μετά να το «μαζέψει».

Από την άλλη είναι ο Πετρ Πάβελ. Ένας απόστρατος στρατηγός,  που ήταν αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων της Τσεχίας την περίοδο 2012-15, αμέσως μετά ανέλαβε πρόεδρος της Στρατιωτικής Επιτροπής του ΝΑΤΟ για μια τριετία και τώρα επιχειρεί να μεταπηδήσει στο κέντρο της πολιτικής σκηνής, δηλώνοντας ανεξάρτητος και αταλάντευτα υπέρ της παροχής στρατιωτικής στήριξης στην Ουκρανία απέναντι στην εισβολέα Ρωσία.

Οι Πετρ Πάβελ (αριστερά) και Αντρέι Μπάμπις (δεξιά)

Δύο αντισυμβατικοί υποψήφιοι

Τον Μπάμπις στηρίζει το κεντρώο (προς κεντροδεξιό) κόμμα του, ANO, και ο απερχόμενος πρόεδρος Ζέμαν.

Τον Πάβελ υποστηρίζει σιωπηρά ο κεντροδεξιός νυν πρωθυπουργός Πετρ Φιάλα, μαζί με τον πεντακομματικό κυβερνητικό συνασπισμό του, και ανοιχτά τρεις ατυχήσαντες προεδρικοί υποψήφιοι στον πρώτο γύρο.

Από αυτόν, οι δύο σημερινοί μονομάχοι τερμάτισαν στήθος με στήθος. Ο στρατηγός πήρε το 35,4% των ψήφων, ο ολιγάρχης 35%.

Τώρα, οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δίνουν άνετο προβάδισμα στον Πάβελ, σε μια αναμέτρηση απουσία συμβατικών πολιτικών υποψηφίων για το ύπατο -πλην περιορισμένων αρμοδιοτήτων- πολιτειακό αξίωμα.

Ίσως αυτό να αποτελεί και μια εξήγηση για το γεγονός ότι η προεκλογική εκστρατεία, εξαιρετικά πολωμένη, επικεντρώθηκε περισσότερα στα πρόσωπα και λιγότερο στην ουσία.

Δύο ήταν τα θέματα που επικράτησαν στον δημόσιο διάλογο: ο πληθωρισμός και ο πόλεμος στην Ουκρανία.

Ως προς το πρώτο, ο δισεκατομμυριούχος Μπάμπις -που μόλις αθωώθηκε σε υπόθεση απάτης με κοινοτικές επιδοτήσεις- έχει υιοθετήσει έναν χαλαρό κοινωνικό λαϊκισμό, χαϊδεύοντας τα «αφτιά» των ψηφοφόρων.

Υπόσχεται μεγάλες δημόσιες δαπάνες, γενναιόδωρες συντάξεις και αυξήσεις στους μισθούς του δημόσιου τομέα, βάζοντας «φρένο» στην πολιτική λιτότητας και αύξησης φόρων της κεντροδεξιάς κυβέρνησης Φιάλα.

Τα ποσοστά του είναι υψηλά στις φτωχότερες μη αστικές περιοχές, με χαμηλότερο βιοτικό και μορφωτικό επίπεδο και υψηλότερα επίπεδα χρέους και ανεργίας.

Ο στρατηγός ε.α. Πάβελ από την άλλη υπόσχεται να στηρίξει την πολιτική της κυβέρνησης, εν μέσω πληθωρισμού, να βοηθήσει τις μικρές επιχειρήσεις και να προστατεύσει το περιβάλλον.

Προβάλλοντας το προφίλ του στρατιωτικού-τεχνοκράτη, δεσμεύτηκε να τηρήσει τους συνταγματικούς και νομικούς κανόνες.

Η απήχησή του είναι μεγάλη στην Πράγα και σε άλλες μεγάλες πόλεις και ευημερούσες περιφέρειες, που αποτελούν παραδοσιακά εκλογικά προπύργια κεντροδεξιών και φιλελεύθερων κομμάτων.

Ο παράγοντας Ουκρανία

Ο πόλεμος στην Ουκρανία ήταν πάντως το πιο «καυτό» θέμα της προεκλογικής περιόδου, δεδομένου ότι ο πρόεδρος -εκτός από το να διορίζει δικαστές στο Συνταγματικό Δικαστήριο και μέλη στο διοικητικό συμβούλιο της Κεντρικής Τράπεζας της χώρας- είναι και ο ανώτατος διοικητής των Ενόπλων Δυνάμεων της Τσεχίας.

Αυτός ήταν και ο λόγος που προκάλεσε μέγα σάλο η δήλωση του Μπάμπις -κατά τη διάρκεια του τελευταίου προεκλογικού ντιμπέιτ- ότι δεν θα έστελνε τσεχικά στρατεύματα προς στήριξη της Πολωνίας ή των χωρών της Βαλτικής, σε περίπτωση που μια από αυτές τις χώρες του ΝΑΤΟ δεχόταν επίθεση από τη Ρωσία.

«Δεν ήθελα να απαντήσω σε μια υποθετική ερώτηση», δικαιολογήθηκε αργότερα μέσω Twitter.

«Είμαι πεπεισμένος ότι δεν θα συμβεί», έγραψε ο Μπάμπις. «Αλλά αν γινόταν πράγματι εισβολή, φυσικά θα συμμορφωνόμουν με το Άρθρο 5» περί συλλογικής άμυνας…

Ποντάροντας κατά τα λοιπά στην ισχυρή αντιμεταναστευτική τάση στη χώρα του -όπου σήμερα φιλοξενείται σημαντικός αριθμός Ουκρανών προσφύγων- ο Μπάμπις έχει ταχθεί κατά της συνεχούς παροχής στρατιωτικής βοήθειας στο Κίεβο.

Χαρακτηρίζει πολεμοχαρή τον αντίπαλό του, συγκρίνοντάς τον με τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν.

Τον κατηγόρησε χωρίς στοιχεία ότι ήταν κατάσκοπος της KGB (ενόσω ο ίδιος λέγεται ότι υπήρξε πράκτορας της Κρατικής Ασφάλειας της Τσεχοσλοβακίας).

Υποστήριξε μέχρι και ότι ο Πάβελ πανηγύρισε το 1968 τη σοβιετική  εισβολή στην Τσεχοσλοβακία για την καταστολή της «Άνοιξης της Πράγας».

Για το τελευταίο τουλάχιστον ο Μπάμπις αναγκάστηκε να αναιρέσει και να ζητήσει τελικά συγγνώμη, δεδομένου ότι ο αντίπαλός του ήταν τότε μόλις επτά ετών…

Μετά την πτώση του κομμουνισμού, ο Πάβελ χαρακτήρισε λάθος τη συμμετοχή του στο ΚΚ Τσεχοσλοβακίας και τις δηλώσεις του υπέρ του καθεστώτος.

Σήμερα, στα 61 χρόνια του, προβάλλει το προφίλ του συντηρητικού πατριώτη και ως εχέγγυο σταθερότητας την καριέρα του ως στρατιωτικός, που τώρα θέλει να γίνει πρόεδρος μιας σύγχρονης δημοκρατίας, προσφέροντας -όπως λέει- σταθερή ηγεσία σε ταραγμένους καιρούς.