Ξεκίνησες από το σπίτι, διένυσες μίλια ολόκληρα για να φτάσεις στο αεροδρόμιο, είτε πληρώνοντας μια μικρή περιουσία για ταξί, είτε αγχωμένος για τα δρομολόγια των μέσων μαζικής μεταφοράς.

Και τα κατάφερες. Πέρασες με άνεση και το check-out (τα δύσκολα αρχίζουν όταν επιχειρείς να δείξεις ελληνική ταυτότητα σε ξένο αεροδρόμιο, εξάλλου), η χειραποσκευή σου κρίθηκε σωστή σε μεγέθη και βάρη και πέρασες με επιτυχία και τη φυσούνα.

Συγχαρητήρια! Είσαι έτοιμος να πας – ας πούμε – στο Λονδίνο.

Όμως με το που κάθισες – ή και νωρίτερα – κάπως σου ξέφυγε.

Όχι, δεν αναρωτήθηκες γιατί να φορέσεις ζώνη από τη στιγμή που αν πέσει το αεροπλάνο δε θα σε προστατεύσει (για να μη χτυπήσεις το κεφαλάκι σου στα κενά αέρος το κάνουν, όχι για να σωθείς σε περίπτωση που όλα πάνε υπερβολικά στραβά).

Ούτε απόρησες πού είναι τα 35.000 πόδια.

Απλώς να: Μπαίνοντας στην πτήση σου, κοιτάχτηκες αμήχανα με κάποιον συνεπιβάτη.

Και μην ξέροντας τι να πεις, αναρωτήθηκες δυνατά:

«Για Λονδίνο πάει, ε;»