Μέτρα πρωτογενούς προφύλαξης Ο εμβολιασμός θεωρείται το μόνο αξιόπιστο μέτρο προστασίας του ανθρώπου από την πολιομυελίτιδα. Εφόσον όμως η νόσος μεταδίδεται από τη στενή επαφή με μολυσμένα άτομα (μέσω ρινικών ή φαρυγγικών εκκρίσεων), ή από τη λήψη μολυσμένου νερού ή τροφής, ο κίνδυνος θα περιοριστεί αν τηρηθούν οι γνωστές προφυλάξεις για τα τρόφιμα και τα […]
Ο εμβολιασμός θεωρείται το μόνο αξιόπιστο μέτρο προστασίας του ανθρώπου από την πολιομυελίτιδα. Εφόσον όμως η νόσος μεταδίδεται από τη στενή επαφή με μολυσμένα άτομα (μέσω ρινικών ή φαρυγγικών εκκρίσεων), ή από τη λήψη μολυσμένου νερού ή τροφής, ο κίνδυνος θα περιοριστεί αν τηρηθούν οι γνωστές προφυλάξεις για τα τρόφιμα και τα ροφήματα.
Εμβολιασμός
Υπάρχουν δύο τύποι εμβολίου: το εμβόλιο με ζωντανούς εξασθενημένους ιούς πολιομυελίτιδας που χορηγείται από το στόμα, το OPV (Oral Polio Vaccine), και το αδρανοποιημένο (ενέσιμο) εμβόλιο, το IPV (Inactivated Polio Vaccine). Εκτός και αν υπάρχει αντένδειξη, το IPV θεωρείται το εμβόλιο εκλογής για τα άτομα ηλικίας 18 ετών και άνω, τα οποία πρόκειται να πρωτοεμβολιαστούν, και για εκείνα που αδυνατούν λόγω συγκεκριμένων προβλημάτων υγείας να εμβολιαστούν με το OPV. Επίσης, το IPV μπορεί να χορηγηθεί και σε παιδιά ηλικίας κάτω των 18 ετών σε τρεις ενδομυϊκές δόσεις (2, 4, και 6-18 μήνες) και ακολουθεί μια αναμνηστική δόση στην ηλικία των τεσσάρων με έξι ετών. Το OPV, με εξαίρεση την Ελλάδα όπου εξακολουθεί να θεωρείται ο συνηθέστερος τύπος εμβολίου και δίνεται με το ίδιο δοσολογικό σχήμα με το IPV, χρησιμοποιείται μόνο σε ειδικές περιπτώσεις. Το 90% τουλάχιστον από αυτούς που θα εμβολιαστούν με τρεις ή περισσότερες δόσεις θα εξασφαλίσουν επαρκή προφύλαξη από την πολιομυελίτιδα.
Ποιά άτομα θα πρέπει να εμβολιαστούν
Όσοι είναι κάτω των 18 ετών, όπως και αυτοί που σχεδιάζουν να ταξιδέψουν σε περιοχές με μεγάλη συχνότητα της νόσου, θα πρέπει να υποβληθούν σε μια πλήρη σειρά του αντιπολιομυελιτικού εμβολιασμού.
Ποιά άτομα δεν πρέπει να εμβολιαστούν
Ο αντιπολιομυελιτικός εμβολιασμός (IPV, OPV) θα πρέπει να αναβληθεί για τα άτομα που ασθενούν από κάποιο νόσημα, σοβαρότερο από ένα απλό κρυολόγημα, ώσπου να βελτιωθεί η κατάστασή τους.
Το IPV θα πρέπει να χορηγηθεί αντί του OPV σε κάποιο άτομο που:
Πάσχει από συγγενές ή επίκτητο νόσημα το οποίο επηρεάζει αρνητικά την ανοσολογική-αμυντική κατάσταση του οργανισμού.
Πάσχει από AIDS ή έχει μολυνθεί με τον HIV.
Πάσχει από οποιαδήποτε μορφή καρκίνου.
Υποβάλλεται σε αντικαρκινική αγωγή με φάρμακα ή ακτινοβολία.
Λαμβάνει άλλα φάρμακα, όπως είναι η πρεδνιζόνη ή τα παρατεταμένης δράσης στεροειδή, τα οποία περιορίζουν την ικανότητα του οργανισμού να καταπολεμά τις λοιμώξεις.
Οι συνθήκες στενής επαφής που επικρατούν μέσα σε ένα σπίτι καθιστούν πολύ πιθανή τη μετάδοση του ιού που περιέχεται στο εμβόλιο OPV σε κάποιο άλλο μέλος της οικογένειας. Εάν υπάρχει μέσα στο σπίτι κάποιο άτομο που πάσχει από οποιαδήποτε από τις ιατρικές καταστάσεις που προαναφέρθηκαν, οι γιατροί θα συστήσουν να χρησιμοποιηθεί το εμβόλιο IPV αντί του OPV.
To IPV δεν θα πρέπει να χορηγείται σε κάποιο άτομο που:
Είχε κάποτε εκδηλώσει αλλεργία στα αντιβιοτικά νεομυκίνη, στρεπτομυκίνη ή πολυμυξίνη Β
Χρόνος εμβολιασμού
Οι περισσότεροι από αυτούς που ταξιδεύουν σε χώρες που η πολιομυελίτιδα εξακολουθεί να αποτελεί υγειονομικό πρόβλημα είναι πιθανότατα εμβολιασμένοι. Ακόμα όμως και αυτοί που έχουν εμβολιαστεί ήδη, εφόσον πρόκειται να επισκεφθούν επικίνδυνες για τη μετάδοση του ιού περιοχές, θα χρειαστεί να κάνουν μία πρόσθετη αναμνηστική δόση του IPV. Οι ταξιδιώτες οι οποίοι δεν έχουν εμβολιαστεί θα πρέπει να περιμένουν μέχρι και επτά μήνες, ώστε να ολοκληρωθεί πλήρως η σειρά του εμβολιασμού τους. Αυτός ο χρόνος αναμονής θα εξαρτηθεί και από την ανάγκη του εμβολιασμού τους με άλλα εμβόλια που πιθανόν να κριθούν απαραίτητα.