Για την «Ελένη» του Ευριπίδη ο λόγος στο προ ολίγου δημοσιευθέν άρθρο μας για τη Λήδα Τασοπούλου.

Για την ίδια Ελένη, της Σπάρτης και της Τροίας, του είναι και του φαίνεσθαι, έγραψε και ο Γιώργος Σεφέρης («Ελένη», Κύπρον, ου μ᾿ εθέσπισεν, εκδόσεις «Ίκαρος», 1955):

[…]

Και στην Τροία;
Τίποτε στην Τροία — ένα είδωλο.
Έτσι το θέλαν οι θεοί.
Κι ο Πάρης, μ’ έναν ίσκιο πλάγιαζε σα να ηταν πλάσμα ατόφιο·
κι εμείς σφαζόμασταν για την Ελένη δέκα χρόνια.

Μεγάλος πόνος είχε πέσει στην Ελλάδα.
Τόσα κορμιά ριγμένα
στα σαγόνια της θάλασσας στα σαγόνια της γης·
τόσες ψυχές
δοσμένες στις μυλόπετρες, σαν το σιτάρι.
Κι οι ποταμοί φουσκώναν μες στη λάσπη το αίμα
για ένα λινό κυμάτισμα για μια νεφέλη
μιας πεταλούδας τίναγμα το πούπουλο ενός κύκνου
για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη.
Κι ο αδερφός μου;
Αηδόνι αηδόνι αηδόνι,
τ’ είναι θεός; τι μη θεός; και τί τ’ ανάμεσό τους;

«Τ’ αηδόνια δε σ’ αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες».

Δακρυσμένο πουλί,
στην Κύπρο τη θαλασσοφίλητη
που έταξαν για να μου θυμίζει την πατρίδα,
άραξα μοναχός μ’ αυτό το παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως αυτό ειναι παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως οι ανθρώποι δε θα ξαναπιάσουν
τον παλιό δόλο των θεών·
αν είναι αλήθεια
πως κάποιος άλλος Τεύκρος, ύστερα από χρόνια,
ή κάποιος Αίαντας ή Πρίαμος ή Εκάβη
ή κάποιος άγνωστος, ανώνυμος, που ωστόσο
είδε ένα Σκάμαντρο να ξεχειλάει κουφάρια,
δεν το ’χει μες στη μοίρα του ν’ ακούσει
μαντατοφόρους που έρχουνται να πούνε
πως τόσος πόνος τόση ζωή
πήγαν στην άβυσσο
για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη.


Έγραψε, όμως, και ο Μανόλης Ανδρόνικος, σε μια έξοχη επιφυλλίδα του με εμφανή τη σεφερική επίδραση, που έφερε τον τίτλο Encomion Moriae (σ.σ. «Εγκώμιον Μωρίας», τίτλος φημισμένου έργου του Εράσμου) και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την Κυριακή 3 Ιανουαρίου 1988:

[…]

Πέρα από τις φιλολογικές ενασχολήσεις του ο Έρασμος, ο Ολλανδός ουμανιστής, ήταν ένας φλογερός ειρηνιστής. Το πιο φημισμένο τμήμα του έργου του Adagia (=Παροιμίες), που διαβάστηκε πλατιά στην εποχή του και αποτελείται από μια συλλογή της σοφίας των αρχαίων, είναι αυτό που έχει ως θέμα: dulce bellum inexpertis, ίσως το πιο καλογραμμένο κείμενο εναντίον του επιθετικού πολέμου. Το λατινικό γνωμικό είναι μετάφραση του πινδαρικού αποσπάσματος: γλυκύ δε πόλεμος απείροισιν (σ.σ. ο πόλεμος είναι γλυκός μόνο γι’ αυτούς που δεν τον ξέρουν). Το όνειρό του ήταν να δει ενωμένους όλους τους ανθρώπους, να σταματήσουν οι συγκρούσεις και να βασιλέψει η ομόνοια, γιατί πρόβλεπε, και πρόβλεπε σωστά, την τραγωδία των πολέμων και των συγκρούσεων. Όμως στο τέλος της ζωής του αυτός ο μεγάλος ουμανιστής πολεμήθηκε και από τους Λουθηρανούς και από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Ήταν η εποχή που θα γεννούσε την ιερή εξέταση με όλο τον αποκρουστικό της δογματισμό.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 3.1.1988, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

[…] Κανένας δεν θα πει πως δεν είναι σοφός ο λόγος του Ηρόδοτου που έλεγε πως δεν υπάρχει καλός πόλεμος και κακή ειρήνη, γιατί, πρόσθετε, στην ειρήνη τα παιδιά θάβουν τους γονείς, ενώ στον πόλεμο οι γονείς θάβουν τα παιδιά τους.


Με τον απλό και βαθύ λόγο του ήθελε να μας πει πως ο πόλεμος ανατρέπει τον φυσικό νόμο της ζωής και μια τέτοιαν ανατροπή δεν μπορεί και δεν πρέπει να την εύχεται κανείς, εκτός κι αν έχει τρελαθεί. Γιατί είναι αλήθεια τρέλα των ανθρώπων να βλέπουν «ένα Σκάμαντρο να ξεχειλάει κουφάρια… για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη» κι όμως «να ξαναπιάνουν τον παλιό δόλο των θεών» και να δίνουν «τόσες ψυχές στις μυλόπετρες, σαν το σιτάρι». Τουλάχιστο τούτες τις μέρες (σ.σ. στα τέλη του 1987 εννοεί ο Ανδρόνικος) πήραμε μιαν ανάσα κι ελπίσαμε στην ανθρώπινη λογική. Ας ευχηθούμε πως δεν θα γελαστούμε στις ελπίδες μας και πως αρχιερείς και αρχικυβερνήτες θα προτιμούν τους ασπασμούς και τα χαμόγελα από τους αφορισμούς και το μίσος. Γιατί εμείς οι απλοί πολίτες του κόσμου όλου ξέρουμε πως δεν υπάρχουν εχθροί που δεν μπορούν να γίνουν φίλοι. Κι αυτό θέλουμε να μάθουν και τα παιδιά μας. Αυτή η γνώση, όπως και κάθε γνώση που οδηγεί στην αλήθεια, είναι το πιο δυνατό όπλο στον άνθρωπο.