Αφιέρωμα Μπέρτολτ Μπρεχτ στον κινηματογράφο Αλκυονίς
Επιμέλεια: Μαντώ Σιώμου H NEW STAR με αφορμή την επέτειο θανάτου του Μπέρτολτ Μπρεχτ (14 Αυγούστου 1956), προβάλλει δύο αριστουργήματα της 7ης τέχνης σε σενάριο Μπρέχτ: «Η όπερα της πεντάρας» και «Και οι δήμιοι πεθαίνουν», από 13 έως 19 Αυγούστου στον κινηματογράφο «ΑΛΚΥΟΝΙΣ new star art cinema». «ΚΑΙ ΟΙ ΔΗΜΙΟΙ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ» του Fritz Lang, καθημερινά […]
H NEW STAR με αφορμή την επέτειο θανάτου του Μπέρτολτ Μπρεχτ (14 Αυγούστου 1956), προβάλλει δύο αριστουργήματα της 7ης τέχνης σε σενάριο Μπρέχτ: «Η όπερα της πεντάρας» και «Και οι δήμιοι πεθαίνουν», από 13 έως 19 Αυγούστου στον κινηματογράφο «ΑΛΚΥΟΝΙΣ new star art cinema».
«ΚΑΙ ΟΙ ΔΗΜΙΟΙ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ» του Fritz Lang, καθημερινά στις 22.00
Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής της Τσεχοσλοβακίας ο χειρουργός Δρ. Franticek Svoboda (Brian Donlevy), ένας Τσέχος πατριώτης, δολοφονεί τον άγριο “Δήμιο της Ευρώπης” Reichsprotektor Reinhard Heydrich (Hans Heinrich von Twardowski) και τραυματίζεται κατά τη διάρκεια. Στην προσπάθειά του να διαφύγει λαμβάνει βοήθεια από έναν Καθηγητή Ιστορίας τον Stephen Novotny (Walter Brennan), ο οποίος παρακολουθείται από τους Ναζί και την κόρη του Mascha (Anna Lee). Ως αντίποινα για τη δολοφονία ο αρθρογράφος Emil Czaka (Gene Lockhart), και ένας ζυθοποιός, βοηθούν τις διαδικασίες για την εκτέλεση 400 πολιτών της Πράγας, συμπεριλαμβανομένου του Καθηγητή Novotny, αν δεν αποκαλυφθεί ο δολοφόνος. Μέσα από μία σύνθετη αλληλουχία γεγονότων, η Αντίσταση καταφέρνει να παγιδέψει και να υποδείξει τον Czaka ως τον δολοφόνο, αλλά όχι πριν οι Ναζί εκτελέσουν πολλούς ομήρους.
Η μπρεχτική λογική του Εσύ κι Εγώ προϊδεάζει για το «Και οι Δήμιοι Πεθαίνουν!». Η ιστορία βασίζεται στην πραγματική δολοφονία του Ναζί Ράινχαρντ Χάιντριχ, σύμβολο της αγριότητας του Γ’ Ράιχ, από Τσέχους αντάρτες και εξιστορεί τις έρευνες για την ανεύρεση του δολοφόνου. Το πιο πολιτικό έργο της φιλμογραφίας του Λανγκ μαρτυρεί τις αριστερές του θέσεις και αποτελεί για τον ίδιο το δημιουργό την πιο ικανοποιητική του εργασία στο Χόλιγουντ, μαζί με τη μεταγενέστερη «Μεγάλη Κάψα».
Η ταινία το 1944 προτάθηκε για το Όσκαρ Καλύτερου Ήχου και Καλύτερης Μουσικής. Πρόκειται για μια από τις καλύτερες Αμερικάνικες ταινίες ενάντια στο φασισμό.
«Η ΟΠΕΡΑ ΤΗΣ ΠΕΝΤΑΡΑΣ» του Γκεόργκ Βίλχελμ Πάμπστ, καθημερινά στις 20.00
Η ταινία ακολουθεί την ιστορία του Μακήθ Μέσερ ή Μακ του Μαχαιροβγάλτη. Ενός δολοφόνου, βιαστή, εμπρηστή και κλέφτη. Ο Μακήθ, εμφανίζεται ως αξιοπρεπής κύριος με το στενό του κοστούμι, το γκρι του καπέλο και την ακριβή πίπα τσιγάρου από ελεφαντόδοντο, κι έτσι ρίχνει εύκολα τους άλλους στα δίχτυα του. Γι’ αυτόν τα μαθαίνουμε όλα από έναν πλανόδιο μουσικό, που διασκεδάζει το πλήθος στο δρόμο λέγοντας ιστορίες με τα κατορθώματα του περιβόητου κακοποιού. Στην ιστορία μπαίνει τώρα ο Ιερεμίας Πήτσαμ, ο οποίος δηλώνει φτωχός, αλλά είναι ιδιοκτήτης της μεγαλύτερης εταιρείας ζητιάνων στο Λονδίνο, την «Τζόναθαν Τζερεμάια Πήτσαμ Α.Ε.». Ο Πήτσαμ προσλαμβάνει ανέργους και τους εκμεταλλεύεται, μετατρέποντάς τους σε «εξειδικευμένους» ζητιάνους που εργάζονται γι’ αυτόν. Ο Μακήθ, ερωτεύεται την όμορφη Πόλυ, κόρη του Πήτσαμ ενώ βάζει στο μάτι και την «επιχείρηση» του. Έτσι, παντρεύεται κρυφά την Πόλυ με σκοπό να βάλει χέρι στα κέρδη. Ο γάμος γίνεται σε μια σκονισμένη υπόγεια αποθήκη, διακοσμημένη πολυτελώς με κλεψιμαίικα από τα καλύτερα μαγαζιά του Λονδίνου και με την παρουσία ζητιάνων και ληστών, αλλά και του Τάιγκερ Μπράουν (ή Μπράουν ο Τίγρης), αρχηγού της αστυνομίας και κολλητού του Μακήθ! Όταν ο Πήτσαμ το μαθαίνει, καταλαβαίνει ότι η «εταιρεία» του κινδυνεύει, και αποφασίζει να εκδικηθεί τον Μακήθ. Προσπαθεί λοιπόν να τον καταδώσει στην αστυνομία, και απειλεί τον Τάιγκερ Μπράουν πως αν δε συλλάβει τον Μακήθ, θα οργανώσει εξέγερση όλων των ζητιάνων της πόλης με σκοπό τη διατάραξη της επικείμενης στέψης της βασίλισσας. Ο Τάιγκερ προειδοποιεί τον Μακήθ, και ο Μακήθ καταφεύγει στην Τζένη, την ερωμένη του, ζητώντας της να τον κρύψει. Η Τζένη όμως θα τον προδώσει από ζήλια και θα τον παραδώσει στην αστυνομία. Ο Μακήθ κλείνεται στη φυλακή, περιμένοντας την κρεμάλα. Εντωμεταξύ, η Πόλυ έχει αναδειχτεί σε εξαιρετική αρχηγός των ζητιάνων – παίρνοντας την «κλίση» του πατέρα της. Η πανουργία του Πήτσαμ βρίσκει συνεργό την πεποίθηση του Μακήθ ότι όλα λύνονται με απειλές και χρήμα, κι έτσι, συμφωνούν από κοινού ότι ο πιο εύκολος τρόπος να ληστεύουν τους άλλους δεν είναι πλέον με τον παράνομο τρόπο, αλλά με την ίδρυση μιας τράπεζας, μέσω της οποίας θα ληστεύουν τους άλλους νόμιμα! Έτσι, με αυτό το «χαρούμενο» τέλος, μένουν όλοι ευχαριστημένοι!
Η «Όπερα της πεντάρας», γράφτηκε από τον Μπρεχτ το 1928, την παραμονή δηλαδή του μεγαλύτερου ως τότε παγκόσμιου οικονομικού κραχ. Αποτελεί διασκευή του έργου του Τζων Γκαίυ, «H Όπερα του ζητιάνου» (1728), από το οποίο διατήρησε το σατιρικό ύφος, όχι όμως διακωμωδώντας την ιταλική όπερα αλλά καυτηριάζοντας την αστική υποκρισία. Λίγο αργότερα, το 1931 σκηνοθετήθηκε για τη μεγάλη οθόνη από τον Γκεόργκ Βίλχελμ Πάμπστ. Ο Πάμπστ γύρισε την ταινία σε δύο εκδοχές, τη γερμανική και τη γαλλική, με δύο καστ (Γερμανούς και Γάλλους ηθοποιούς), σύμφωνα με την κοινή πρακτική που ακολουθούσαν οι δημιουργοί στις αρχές της περιόδου του ομιλούντος κινηματογράφου. Ογδόντα χρόνια μετά το γύρισμα της ταινίας, το έργο παραμένει επίκαιρο, σαρκαστικό και ένα δριμύ «κατηγορώ» στο καπιταλιστικό σύστημα, που εκμεταλλεύεται ακόμη και τους πιο αδύναμους κρίκους της κοινωνίας σε κάθε εποχή, δηλαδή τους ανέργους και την ανάγκη τους για δουλειά. Εμπόριο μπορούν να γίνουν τα πάντα, ακόμη και η ελεημοσύνη. Πρωταγωνιστές, ένας στυγνός «επιχειρηματίας» με εταιρεία-βιτρίνα που εκμεταλλεύεται τους επαίτες του Λονδίνου αλλά δηλώνει φτωχός, ένας επίορκος αστυνομικός, ένας ληστής που λιγουρεύεται τα μεγάλα «πορτοφόλια», μια διάσημη πόρνη. Μήπως σας φαίνονται κάπως γνώριμα όλα αυτά; Πρόκειται για μορφές βγαλμένες από τη φαντασία του Μπρεχτ με φόντο την αστική τάξη του βικτοριανού Λονδίνου, οι οποίες όμως παραμένουν δυστυχώς εξαιρετικά γνώριμες και σήμερα. Η ταινία είναι μια επίκαιρη επιλογή και κριτικό σχόλιο για τις εποχές που διανύουμε, εποχές όπου το σύγχρονο οικονομικοκοινωνικό σύστημα περνά την πιο βαθιά του κρίση.