Γιάννης Αδάναλης Πριν από τρεις δεκαετίες ο πολυμορφισμός ακουγόταν σαν μια ανίατη ασθένεια, συνδεδεμένη μάλιστα με τα ενός… όγκου αμαξώματα. Η συνέχεια, βέβαια, δικαίωσε τους τολμηρούς, αναγκάζοντας όλους τους υπόλοιπους να ακολουθήσουν το πετυχημένο παράδειγμα ευρωπαϊκών και όχι μόνο αυτοκινητοβιομηχανιών. Ανάμεσα στους ιδρυτές της κατηγορίας των πολυμορφικών οχημάτων συγκαταλέγεται και η Toyota. To άγνωστο σε […]
Πριν από τρεις δεκαετίες ο πολυμορφισμός ακουγόταν σαν μια ανίατη ασθένεια, συνδεδεμένη μάλιστα με τα ενός… όγκου αμαξώματα. Η συνέχεια, βέβαια, δικαίωσε τους τολμηρούς, αναγκάζοντας όλους τους υπόλοιπους να ακολουθήσουν το πετυχημένο παράδειγμα ευρωπαϊκών και όχι μόνο αυτοκινητοβιομηχανιών.
Ανάμεσα στους ιδρυτές της κατηγορίας των πολυμορφικών οχημάτων συγκαταλέγεται και η Toyota. To άγνωστο σε εμάς Space Cruiser του 1984 αποτέλεσε την πρώτη «πολυχρηστική» προσπάθεια της φίρμας, η οποία ωστόσο τερματίστηκε -μάλλον άδοξα- περίπου έξι χρόνια αργότερα.
Θα έπρεπε να περιμένουμε μέχρι το 2002 και το Corolla Verso για την επιστροφή της Toyota στην πολυμορφικότητα. Επιχειρώντας, αρχικά, να «σπάσει» το πανίσχυρο ευρωπαϊκό κατεστημένο της κατηγορίας, το μικρομεσαίο MPV της ιαπωνικής αυτοκινητοβιομηχανίας πολύ γρήγορα αρκέστηκε σε ένα συμπληρωματικό ρόλο.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η δεύτερη γενιά του αυτοκινήτου, έχοντας μεταξύ άλλων να αντιμετωπίσει τους ποιοτικούς συμβιβασμούς που επέβαλε η αποκλειστική παραγωγή του στις εγκαταστάσεις της Toyota στο Adapazari της Τουρκίας.
Οι παραδόσεις, ωστόσο, είναι για να «σπάνε» και αυτό το γνωρίζει πολύ καλά ο Ιάπωνας κατασκευαστής. Ξεκινώντας από λευκό χαρτί -ή αν προτιμάτε από ένα νέο «δάπεδο»- επιχειρεί να διαγράψει οριστικά τη μέτρια εμπορική προϊστορία των πολυχρηστικών προτάσεών του.
Το Verso τρίτης γενιάς δεν συνδέεται με το παρελθόν και αυτό γίνεται κατανοητό από την πρώτη κιόλας στιγμή. Χωρίς συνοδευτικά -το Corolla αφαιρέθηκε από την ταυτότητα του αυτοκινήτου- θυμίζει περισσότερο το επιβλητικό προφίλ του νέου Avensis, παρά κάποιο από τα μικρομεσαία τετράτροχα της φίρμας.
Κοινά στοιχεία με το απερχόμενο μοντέλο συναντά κανείς μόνο στο πίσω τμήμα, όπου τα φωτιστικά σώματα, σε συνδυασμό με το κάθετο τελείωμα του αμαξώματος, παραπέμπουν στο μέχρι σήμερα γνωστό Corolla Verso.
Το δικό τους ρόλο, πάντως, στη γενικότερη προσπάθεια διαφοροποίησης «παίζουν» και οι εξωτερικές διαστάσεις του αυτοκινήτου. Η αύξηση των τεσσάρων εκατοστών στο συνολικό μήκος γίνεται άμεσα αισθητή, καθώς συνοδεύεται από το μεγαλύτερο -κατά δύο εκατοστά- πλάτος.
Στο εσωτερικό τον πρώτο λόγο έχει η κατασκευαστική ποιότητα, η οποία δείχνει να έχει καλύψει το κενό που τη χώριζε από τις κατά παράδοση υψηλές προδιαγραφές της φίρμας.
Η χρήση αφρώδους υλικού στο μεγαλύτερο τμήμα του ταμπλό και η δραματική βελτίωση στο φινίρισμα των πλαστικών δεν αφήνουν περιθώρια κριτικής ή αμφισβήτησης.
Αντίστοιχα, ο πλήρης εξοπλισμός, το αναβαθμισμένο σύστημα αναδίπλωσης της τρίτης σειράς καθισμάτων «Easy Flat 7» και το πλήθος των αποθηκευτικών χώρων για μικροαντικείμενα, ενισχύουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον οικογενειακό προσανατολισμό ενός ξεκάθαρα πολυχρηστικού τετράτροχου.
Τα καλά νέα, ωστόσο, δεν σταματούν εδώ. Παρότι η ιαπωνική φίρμα επιμένει στη χρήση ατμοσφαιρικών συνόλων, δείχνοντας αποφασισμένη να μην ακολουθήσει τη γενικευμένη, πλέον, τακτική του «downsizing», οι νέοι κινητήρες βενζίνης των 1.600 και 1.800 κ.εκ. αποδεικνύονται ικανοί να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις του αυτοκινήτου.
Μπορεί, λοιπόν, οι 132 ίπποι και τα 160 Nm ροπής του μικρότερου σε χωρητικότητα και ισχύ μοτέρ να μην ενθουσιάζουν, ωστόσο, με δεδομένο το φιλήσυχο χαρακτήρα του Verso, οι επιδόσεις της συγκεκριμένης έκδοσης μπορούν να χαρακτηριστούν ικανοποιητικές.
Τους 147 ίππους και τα 180 Nm ροπής φτάνει, αντίστοιχα,