Η Πορτογαλία θα έχει αρκετά εμβόλια προκειμένου να εμβολιάσει όλον τον πληθυσμό, με τη διανομή των εμβολίων να ξεκινά μόλις φθάσουν στη χώρα, καλώς εχόντων των πραγμάτων πριν από τα τέλη του έτους, δήλωσε ο επικεφαλής της ομάδας κρούσης για τον εμβολιασμό.

«Θα ήταν ανυπόφορο να έχουμε εμβόλια στην Πορτογαλία και να μην τα χρησιμοποιήσουμε αμέσως» δήλωσε σήμερα ο επικεφαλής των εμβολιασμών, Φρανσίσκο Ράμος, σε επιτροπή του Κοινοβουλίου και πρόσθεσε πως θα υπάρξουν τρία κύρια σημεία διανομής σε όλη τη χώρα, περιλαμβανομένων των νήσων των Αζορών και της Μαδέιρα.

Επιβεβαίωσε πως ο εμβολιασμός θα είναι δωρεάν και σε εθελοντική βάση.

«Θα ήταν μεγάλο λάθος να τον καταστήσουμε υποχρεωτικό» είπε ο Ράμος και πρόσθεσε πως μελέτες δείχνουν πως μόνο γύρω στο 10% του πληθυσμού δε θέλει να εμβολιαστεί.

«Εκείνοι που αρνούνται να το πάρουν πρέπει να τύχουν σεβασμού».

Η Πορτογαλία ελπίζει να εμβολιάσει σχεδόν το 10% του πληθυσμού κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης.

Η Πορτογαλία, με λίγο πάνω από 10 εκατομμύρια κατοίκους, σχεδιάζει να αγοράσει 22 εκατομμύρια δόσεις εμβολίων εναντίον της Covid-19 και έχει υπογράψει συμφωνίες για να αγοράσει τα εμβόλια που παρασκευάζουν οι εταιρίες CureVac, Pfizer-BioNTech, Moderna, Johnson&Johnson, Sanofi και GSK.

Το εμβόλιο των Pfizer-BioNTech αναμένεται να φθάσει τρεις ημέρες μετά την αναμενόμενη έγκρισή του από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων, στις 21 Δεκεμβρίου, είπε ο Ράμος.

Ο Ράμος είπε πως οι μονάδες αποθήκευσης σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες που απαιτούνται για τα εμβόλια θα στηθούν στα τρία σημεία διανομής και όχι στα 1.200 κέντρα υγείας όπου θα χορηγούνται τα εμβόλια στον πληθυσμό.

Τα εμβόλια μπορεί να αποθηκευτούν σε κεντρικές αποθηκευτικές τοποθεσίες επί έξι περίπου μήνες και θα μεταφέρονται σε ψυγεία προς κέντρα υγείας προκειμένου να χορηγηθούν αμέσως, είπε.

Εκεί μπορεί να αποθηκευτούν επί 30 περίπου ημέρες σε κανονικά ψυγεία.

Οι επικεφαλής των κέντρων υγείας είναι έτοιμοι να αρχίσουν τον εμβολιασμό και ταυτοποιούν όσους θα εμβολιαστούν πρώτοι, είπε ο Ράμος.

Προτεραιότητα θα δοθεί στους άνω των 50 ετών με υποκείμενα νοσήματα, στους επαγγελματίες της πρώτης γραμμής, καθώς και σε ανθρώπους σε οίκους ευγηρίας και μονάδες εντατικής θεραπείας.

(Πηγή πληροφοριών: ΑΠΕ – ΜΠΕ)