Στην περίπτωση της Χρυσής Αυγής, το κομβικό σημείο ήταν ασφαλώς η δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Αυτό ήταν το γεγονός που διέλυσε τις ψευδαισθήσεις, σόκαρε, αφύπνισε, μετέπεισε, ευαισθητοποίησε, κινητοποίησε. Υστερα από αυτό, δεν υπήρχαν πια δικαιολογίες.

Στην περίπτωση της 17 Νοέμβρη, το αντίστοιχο σημείο θα μπορούσε να είναι ο θάνατος του Θάνου Αξαρλιάν. Δεν ήταν. Η δολοφονική δράση της οργάνωσης συνεχίστηκε για οκτώ ακόμη χρόνια, με την ανοχή, αν όχι την επιδοκιμασία, ενός μέρους της κοινωνίας.

Η επίθεση κατά του Δημήτρη Μπουραντώνη, με την ασύλληπτη φωτογραφία που τη συνόδευσε, πρέπει να αποτελέσει το αποφασιστικό εκείνο κατώφλι πέραν του οποίου ουδείς δικαιούται να σιωπά, να ψελλίζει δικαιολογίες ή να γυρίζει το κεφάλι αλλού. Και αυτό αφορά όλους μας.

Πρώτα απ’ όλα την κυβέρνηση, που χρειάστηκε να διαπομπευθεί με αυτόν τον τρόπο ένας πρύτανης για να αποφασίσει να βγει από τη δημοσκοπική της μακαριότητα και να προαναγγείλει μέτρα. Ο κίνδυνος είναι τα μέτρα αυτά να παραμείνουν ανενεργά – δεν θα είναι άλλωστε η πρώτη φορά, η Ελλάδα είναι η χώρα όπου επειδή δεν εφαρμόζονται οι υπάρχοντες νόμοι ψηφίζονται καινούργιοι. Οι δράστες αυτής της αποτρόπαιης πράξης πρέπει να συλληφθούν και, αν η επικήρυξη βοηθά σε αυτή την κατεύθυνση, ας την καταπιούμε κι αυτήν. Αλλά αυτό δεν φτάνει. Το «Ως εδώ!» πρέπει να μη μείνει στα λόγια.

Το ίδιο ισχύει για την πανεπιστημιακή κοινότητα. Δεν χρειαζόταν μια φωτογραφία που παραπέμπει στις ναζιστικές πρακτικές ή στην Πολιτιστική Επανάσταση για να αντιληφθούν διδάσκοντες και διδασκόμενοι τις ευθύνες τους σε ό,τι αφορά την πάταξη της ανομίας. Χρόνια τώρα, καθηγητές απειλούνται, προπηλακίζονται, «χτίζονται», χλευάζονται, εξευτελίζονται. Χρόνια τώρα, γίνονται ανεκτές στα Πανεπιστήμια δραστηριότητες που καμιά σχέση δεν έχουν με την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών. Οι πολλοί φοβόντουσαν να αντιδράσουν. Αλλοι αδιαφορούσαν. Κι άλλοι κατά βάθος συμφωνούσαν. Ωσπου ήρθε το σοκ.

Το μεγάλο στοίχημα όμως παίζεται πάντα στην κοινωνία. Στα σόσιαλ μίντια αντιδικήσαμε αυτές τις μέρες για το αν ο τραμπουκισμός κατά του καθηγητή ήταν φασιστικός, σταλινικός ή τζιχαντιστικός. Διαβάσαμε την ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ που τον εντάσσει στο οπλοστάσιο της Ακροδεξιάς, λες κι εκείνο της Ακροαριστεράς είναι γεμάτο με κόκκινα γαρίφαλα. Ούτε η απόδοση των ορθών χαρακτηρισμών όμως φτάνει. Εδώ πρέπει με κάποιον τρόπο – αστυνομική έρευνα, δημοσιογραφικό ρεπορτάζ, ψυχανάλυση – να αποκαλυφθεί με κάθε λεπτομέρεια η διαδρομή μέσα από την οποία έφτασαν οι δράστες σε αυτή την πράξη. Πώς μεγάλωσαν, ποιους συναναστράφηκαν, σε ποιο σχολείο πήγαν, τι σπούδασαν, πώς περνούν τη μέρα τους, τι διαβάζουν, τι ταινίες τούς αρέσουν, πώς βλέπουν το μέλλον, αν έχουν οποιαδήποτε δεύτερη σκέψη – παραλίγο να γράψω τύψη – γι’ αυτό που έκαναν.

Είναι άδικο για τον Μπουραντώνη, είναι τραγικά άδικο, αλλά το βασανιστήριό του μπορεί να βοηθήσει να καταλάβουμε λίγο καλύτερα τον βαθμό παθογένειας αυτής της κοινωνίας.