Οι ανεξέλεγκτοι αυταρχικοί ηγέτες, όπως ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τείνουν να νομίζουν ότι εκείνοι ξέρουν τα πάντα καλύτερα και δεν ανέχονται ίχνος κριτικής. Αυτή η ύβρις είναι που οδήγησαν τον Ερντογάν και την Τουρκία στο χείλος της καταστροφής στη Συρία έπειτα από εννέα χρόνια με πομπώδεις απειλές, συγκρούσεων δι’ αντιπροσώπων και στρατιωτικής επέμβασης. Ο πρόεδρος Ερντογάν φαίνεται πλέον να δέχεται βέλη από παντού, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό της χώρας του.

Ο Ερντογάν τώρα είναι απομονωμένος από όλες τις πλευρές, γράφει ο Σάιμον Τίσνταλ στην Guardian, σε ευθεία αντιπαράθεση με άλλους μεγάλους «παίκτες» της συριακής κρίσης. Εχοντας στείλει άλλους 7.000 στρατιώτες και εξοπλισμό στο Ιντλίμπ τον περασμένο μήνα για να ενισχύσει τα ήδη υπάρχοντα τουρκικά στρατιωτικά φυλάκια, η Τουρκία έχει βυθισθεί σε ανοικτό πόλεμο με το καθεστώς της Δαμασκού. Εχει επιτεθεί σε αεροδρόμια και εγκαταστάσεις ραντάρ, πολύ πέραν του de facto «μετώπου».

Αυτό που συμβαίνει αυτήν τη στιγμή στη Βορειοδυτική Συρία είναι η άμεση εμπλοκή δύο γειτονικών, βαριά εξοπλισμένων κρατών. Παρά τη συμφωνία για κατάπαυση του πυρός το βράδυ της Πέμπτης, στη συνάντηση ΕρντογάνΠούτιν στη Μόσχα, οι προοπτικές δεν είναι καλές. Ούτε μαθαίνουμε όλες τις αλήθειες.

Η επίσημη γραμμή για την επίθεση στα τουρκικά στρατεύματα που βρίσκονταν σε κομβόι στο Ιντλίμπ θέλει 33 τούρκους στρατιώτες να σκοτώθηκαν, όμως η πραγματικότητα μπορεί να είναι διαφορετική, με στρατιωτικούς αναλυτές, όπως ο Μετίν Γκουρτσάν του έγκυρου al-Monitor, να κάνουν λόγο για 55 απώλειες και τοπικές πηγές να αναφέρουν έως και 100 νεκρούς. Θεωρείται επίσης σίγουρο ότι η πλειονότητα των θανάτων δεν προκλήθηκε από συριακά μαχητικά αλλά από εσκεμμένες ρωσικές αεροπορικές επιθέσεις.

Κατάπαυση πυρός αλλά για πόσο;

Στις ώρες που ακολούθησαν, με τραυματισμένους στρατιώτες να χρειάζονται άμεση ιατρική βοήθεια, η Μόσχα αρνήθηκε το αίτημα της Αγκυρας να ανοίξει τον εναέριο χώρο του Ιντλίμπ για να επιτραπεί η εκκένωσή τους. Ηθελε άραγε ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν να διδάξει ένα μάθημα στον Ερντογάν; Και πόσο άραγε θα διαρκέσει η κατάπαυση του πυρός που συμφωνήθηκε, όταν ακόμα και την ώρα που συνομιλούσαν οι δύο πρόεδροι, έγινε γνωστό πως σκοτώθηκαν άλλοι δύο τούρκοι στρατιώτες;

Η αντιπολίτευση κατηγορεί τον Ερντογάν ότι ξεκίνησε έναν πόλεμο και έστειλε χιλιάδες στρατιώτες σε μάχες χωρίς να έχει αεροπορική κάλυψη, μια και οι Ρώσοι δεν επιτρέπουν στα τουρκικά αεροσκάφη να πετάξουν πάνω από το Ιντλίμπ. Οι τούρκοι επιτελείς για να παρακάμψουν αυτό το ζήτημα, έχουν αναπτύξει μια μεγάλη δύναμη μη επανδρωμένων αεροσκαφών (drones) τα οποία εξοπλίζουν και τα χρησιμοποιούν εναντίον των συριακών δυνάμεων. Οπως παρατηρεί ισραηλινός στρατιωτικός αναλυτής στην Τζερούσαλεμ Ποστ, οι Τούρκοι έχουν ήδη χρησιμοποιήσει επιτυχώς εξοπλισμένα drones Bayraktar TB2 και Anka εναντίον κούρδων μαχητών στο βόρειο Ιράκ αλλά και κοντά στο Τελ Αμπιάντ της Συρίας. Σε αυτή τη λύση έχουν καταφύγει και στις σφοδρές συγκρούσεις στη Λιβύη, που συνεχίζονται σαν να έχει ξεχάσει όλος ο κόσμος τις προσπάθειες ειρήνευσης εκεί.

Ο Ταγίπ Ερντογάν μπορεί να καταφεύγει στις συνήθεις μεγαλοστομίες του, όμως οι λεονταρισμοί και οι εκβιασμοί της Ευρώπης (και κυρίως της Ελλάδας) με το άνοιγμα των συνόρων για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, δεν μπορούν να κρύψουν το ότι βρίσκεται σε μια εξαιρετικά δεινή θέση. Ο άλλοτε προσφιλής ηγέτης που αποτελούσε μοντέλο για τον αραβικό κόσμο, βρίσκεται τώρα απομονωμένος και δέχεται επικρίσεις από παντού. Ομως ίσως τα μεγαλύτερα προβλήματά του βρίσκονται στο εσωτερικό της χώρας του.

Η κατάρρευση της λίρας το 2018 οδήγησε στη λήψη μέτρων που φαίνεται πως φόβισε τους ξένους επενδυτές. Η Παγκόσμια Τράπεζα υπολογίζει πως οι άμεσες ξένες επενδύσεις, που μειώθηκαν κατά 30% πέρσι, δεν θα ανακάμψουν παρά μετά το 2021. Για την Τουρκία που εξαρτάται από τις εισαγωγές της είναι ορατός ο κίνδυνος. Η HSBC σκέφτεται να πουλήσει την τουρκική τράπεζά της, η Citigroup μειώνει το προσωπικό της, ενώ η Goldman Sachs και άλλες ξένες εταιρείες αποσύρονται από μεγάλα σχέδια στη χώρα.

Επιπτώσεις και δυσαρέσκεια

Η οικονομική δυσχέρεια είναι αναπόφευκτο να έχει επιπτώσεις και στο εσωτερικό της Τουρκίας. Οπου η δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων είναι ήδη μεγάλη και αποτυπώνεται και στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, στις οποίες τα ποσοστά του κυβερνώντος κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) έχουν πέσει στο πιο χαμηλό επίπεδο από το 2003. Ο γενικός διευθυντής της εταιρείας δημοσκοπήσεων KONDA, Μπεκίρ Αϊρντίρ, διαπιστώνει ότι οι ψηφοφόροι του Ερντογάν μετακινούνται σε μια «γκρίζα περιοχή» αναποφάσιστων. Καθώς η πόλωση εντείνεται πολλοί εξ αυτών προτιμούν να μην ψηφίσουν καθόλου, αντί να ψηφίσουν κάποιο αντίπαλο κόμμα.

Ανάμεσα στα 58 εκατομμύρια ψηφοφόρους στην Τουρκία, μεγάλο πρόβλημα για την κυβέρνηση αποτελούν οι νέοι. Περίπου το 75% εκείνων που θα ψηφίσουν για πρώτη φορά στις επόμενες εκλογές (που είναι προγραμματισμένες για το 2023) δηλώνει ότι είτε δεν θα προσέλθει στις κάλπες είτε δεν θα ψηφίσει τα κόμματα που υπάρχουν σήμερα.

Το πολιτικό σκηνικό αναμένεται να αλλάξει ακόμα περισσότερο με την εμφάνιση δύο νέων κομμάτων. Το κόμμα του πρώην πρωθυπουργού Αχμέτ Νταβούτογλου, το Κόμμα του Μέλλοντος που ιδρύθηκε πέρσι, και το υπό ίδρυση κόμμα του Αλί Μπαμπατζάν, πρώην τσάρου της τουρκικής οικονομίας επί κυβερνήσεων Ερντογάν και Νταβούτογλου από 2009 έως το 2015. Σε ένα απογοητευμένο κοινό που φαίνεται να χάνει τις ελπίδες του θα πρέπει να παρουσιάσουν συγκεκριμένες λύσεις στα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Τουρκία.

Οπως δείχνουν οι έρευνες της κοινής γνώμης το προσφυγικό/μεταναστευτικό ζήτημα είναι ένα από τα τρία σοβαρότερα για τους τούρκους πολίτες, οι οποίοι δυσκολεύονται να κατανοήσουν γιατί εκείνοι αντιμετωπίζουν τόσες οικονομικές δυσκολίες στην καθημερινότητά τους, ενώ η κυβέρνηση δαπανά τόσα χρήματα για τους πρόσφυγες. Αυτό αποτελεί μια παράμετρο που έπαιξε σημαντικό ρόλο, μαζί με άλλες βέβαια, στην πρόσφατη κίνηση του Ερντογάν να ανοίξει τα σύνορα προς την Ελλάδα για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ