Από τι κινδυνεύει στην πραγματικότητα η Ελλάδα αυτή τη στιγμή; Από τον πολύ ενθουσιασμό. Δικαιολογημένα, θα έλεγε κάποιος. Οποιοσδήποτε κι αν ήταν στο οικονομικό επιτελείο της σημερινής κυβέρνησης, διαβάζοντας ότι το κόστος δανεισμού της χώρας μπορεί να «γυρίσει» ακόμα και σε αρνητικό πρόσημο (δηλαδή, να φτάσει κάποια στιγμή σύντομα, να δανείζεται λεφτά και να… πληρώνεται γι’ αυτό), θα του προκαλούσε κύματα ενθουσιασμού. Ωστόσο, κάπου εκεί κρύβεται και η «μπανανόφλουδα». Γιατί αν δεν αναλυθούν σωστά οι λόγοι που οδηγούν την Ελλάδα – όπως κι άλλες ευρωπαϊκές χώρες – σε αυτό το εντυπωσιακό σημείο, τότε υπάρχει ο κίνδυνος να πέσουμε σε παγίδα. Κι έχοντας μόλις βγει από μια, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα αντέξουμε στην επόμενη.

Ας ξεκαθαρίσουμε, λοιπόν, τα πράγματα: Αυτό που όλοι θα πρέπει να έχουν πάντα υπόψη τους, αφού μιλάμε για δανεισμό, είναι ότι τα ελληνικά ομόλογα παραμένουν στην κατηγορία «σκουπίδια». Παρά το γεγονός ότι βγήκαμε από τα Μνημόνια και παρά τα τελευταία θετικά νέα, τις αισιόδοξες εκθέσεις και τις αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας. Κι ότι εξακολουθούν να απέχουν αρκετά σκαλιά ακόμα από το να ξεφύγουν από αυτόν τον εφιάλτη – κληρονομιά της υπερδεκαετούς κρίσης κι όλων των παραγόντων που την προκάλεσαν. Τι συνεπάγεται αυτό, μεταξύ άλλων;

Οτι εξαιτίας αυτού του λόγου, για παράδειγμα, στερείται η χώρα μιας μεγάλης δεξαμενής φτηνής ρευστότητας, που τόσο έχει ανάγκη: το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, γνωστό κι ως QE, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Να σημειωθεί εδώ, ότι η Ελλάδα έχει χάσει ήδη το QE 1 και κινδυνεύει να χάσει και το QE 2. Κι όμως είναι η χώρα – μέλος της Ευρωζώνης που το έχει περισσότερο ανάγκη από κάθε άλλη. Βεβαίως, στις αρχές της εβδομάδας που πέρασε, η Φρανκφούρτη, όπου ως γνωστόν βρίσκεται η έδρα της ΕΚΤ, «έκλεισε το μάτι» στην Αθήνα, ότι μπορεί και να το προλάβει. Ομως, η πικρή εμπειρία των τελευταίων ετών έχει αποδείξει ότι στην περίπτωση της Ελλάδας, «με κλεισίματα ματιών» δεν γίνεται δουλειά.

Το συμπέρασμα; Η κυβέρνηση πρέπει να επιμείνει, περισσότερο δυναμικά, στο κομμάτι των μεταρρυθμίσεων, σε όλα τα επίπεδα: από τη γρήγορη απονομή της δικαιοσύνης και τη μείωση της γραφειοκρατίας μέχρι τη βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος, με κάθε τρόπο. Γιατί μόνο έτσι θα προσελκύσει κεφάλαια από το εξωτερικό και «θα δει» παραγωγικές επενδύσεις, που θα αυξήσουν τον πλούτο της χώρας, θα δώσουν θέσεις εργασίας κ.λπ., κ.λπ. Και να θυμάται ότι τα αρνητικά επιτόκια είναι το ωραίο περιτύλιγμα, εν προκειμένω. Στο τέλος της ημέρας, αυτό που θα μετρήσει θα είναι το «περιεχόμενο» του κουτιού.