Συγκαλείται την Τετάρτη το μεσημέρι στις 13:30 το Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΣΕΠ) υπό την προεδρία του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια προκειμένου να ενημερωθούν τα κόμματα για τις τρέχουσες εξελίξεις στην περιοχή μας.

Το ΕΣΕΠ συνεδριάζει στη σκιά των κλιμακούμενων τουρκικών προκλήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο και αφού έχει ολοκληρωθεί η πρώτη φάση του διπλωματικού μαραθωνίου της κυβέρνησης μετά το τουρκολιβυκού μνημονίου για την ΑΟΖ.

Τον περασμένο Δεκέμβριο ο κ. Δένδιας είχε διαπιστώσει «εθνική σύμπνοια και ομόνοια».

Αποστάσεις της αντιπολίτευσης

Έκτοτε το κλίμα έχει αλλάξει. Η κυβέρνηση δέχεται πυρά από την αντιπολίτευση για τους χειρισμούς της στην εξωτερική πολιτική. Ασκείται κριτική ότι για το γεγονός ότι οι ΗΠΑ μας θεωρούν δεδομένους και η Ελλάδα δεν διασφαλίζει ανταλλάγματα όπως σαφή στήριξη έναντι της Τουρκίας και των ενεργειών της στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι αποστάσεις της αντιπολίτευσης εκφράστηκαν μάλιστα και για την πέραν του δέοντος σύσφιξη των σχέσεων Ελλάδας με Ισραήλ και Σαουδική Αραβία καθώς τη φέρνει αντιμέτωπη με χώρες όπως το Ιράν.

Η κριτική της αντιπολίτευσης καταγράφηκε στο δεύτερο κύκλο των συναντήσεων του πρωθυπουργού με τους πολιτικούς αρχηγούς λίγο πριν την αναχώρηση του κ. Μητσοτάκη για τις ΗΠΑ και τη συνάντησή του με τον Ντόναλντ Τραμπ στο Λευκό Οίκο.

Η εκεί παρουσία του κ. Μητσοτάκη προκάλεσε νέο σφοδρό κύμα αντιπαράθεσης με την αντιπολίτευση και το οποίο αποτυπώθηκε και στην άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να δώσει θετική ψήφο στην βουλή για την συμφωνία με τις ΗΠΑ για τις βάσεις, δηλώνοντας απλώς «παρών» για μια συμφωνία την οποία είχε διαπραγματευτεί ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση.

Απούσα

Η κυβέρνηση παρά την τότε ρητορική της περί διεθνούς διπλωματικής απομόνωσης της Τουρκίας σήμερα βρίσκεται ακόμα εκτός της Διαδικασίας του Βερολίνου και μάλιστα ενόψει της νέας συνάντησης στο Μόναχο των υπουργών Εξωτερικών προσπαθεί να υποβαθμίσει το γεγονός ότι η Ελλάδα θα είναι και πάλι απούσα.

Η σημερινή απάντηση του κυβερνητικού εκπροσώπου Στέλιου Πέτσα πως «δεν θα συμμετάσχουμε σε αυτή, εφόσον είναι μια follow up συνάντηση (σ.σ. εννοεί της προηγούμενης συνάντησης του Βερολίνου)» είναι ενδεικτική της προσπάθειας να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις και της προσδοκίας πως στα επόμενα στάδια της διαδικασίας του Βερολίνου θα συμμετέχει η χώρα μας. Αν και στο Μόναχο θα βρεθούν οι κ.κ. Δένδιας και Παναγιωτόπουλος αλλά για τη διάσκεψη που αφορά την ασφάλεια και όχι τη διάσκεψη για τη Λιβύη στην οποία θα μετέχει κανονικά η Τουρκία.

Ουσιαστικά με εξαίρεση τη Γαλλία, σειρά από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως και οι ΗΠΑ είναι ιδιαίτερα προσεκτικές στους τόνους τους έναντι της Τουρκίας. Είναι χαρακτηριστική η αποφυγή της Ισπανίδας ΥΠΕΞ να καταδικάσει ρητά την τουρκική προκλητικότητα στη Μεσόγειο κατά τη διάρκεια των κοινών δηλώσεών της με το Νίκο Δένδια μετά τη συνάντησή τους στη Μαδρίτη τη Δευτέρα.

Χάγη, Ίμια και …επικοινωνία

Από την άλλη πλευρά η συζήτηση σε επίπεδο δημόσιου διαλόγου για τη Χάγη έχει ανοίξει και η Τουρκία με κάθε αφορμή βάζει στο τραπέζι το σύνολο των διεκδικήσεών της στο Αιγαίο.

Αποκορύφωμα όλων αυτών ήταν η υπόθεση του Oruc Reis και των ερευνών που φέρεται να έκανε παραβιάζοντας κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας αλλά και οι ανακοινώσεις της τουρκικής κυβέρνησης ότι προτίθεται να προχωρήσει σε σεισμικές έρευνες και γεωτρήσεις νότια του Καστελόριζου και νοτιοανατολικά της Κρήτης, στην περιοχή όπου έχει ορίσει η κυβέρνηση Ερντογάν με την κυβέρνηση της Τρίπολης της Λιβύης ως ΑΟΖ.

Επιπλέον η Τουρκία με έναν τρόπο ξαναέφερε στην επιφάνεια το θέμα των Ιμίων το οποίο ακόμα και μέσα στο κυβερνητικό στρατόπεδο προκάλεσε προβληματισμό ως προς τους επικοινωνιακούς χειρισμούς που έγιναν, με επίκεντρο τις δηλώσεις και τις διαψεύσεις εν συνεχεία του υπουργού Άμυνας Νίκου Παναγιωτόπουλου.

Μάλιστα το γεγονός αυτό υποχρέωσε το Νίκο Δένδια να αφήσει αιχμές λέγοντας ότι η κυβέρνηση δεν έχει αριστεύσει στην επικοινωνία.

Σε κάθε περίπτωση το κλίμα είναι διαφορετικό σε σχέση με την προηγούμενη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής.

Δύο γραμμές

Η κυβέρνηση –αν και από τις εξελίξεις δεν φαίνεται να δικαιώνεται- κινείται στη λογική της αναμονής για αποκλιμάκωση των τουρκικών δηλώσεων και ενεργειών που πυροδοτούν το κλίμα, προκειμένου να διαμορφωθεί το έδαφος ακόμα και για συναντήσεις σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών ή και μεταξύ του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του Τούρκου προέδρου Ερντογάν.

Στο μεταξύ όμως στην Αθήνα η συζήτηση που επί της ουσίας έχει ανοίξει είναι η αναζήτηση του κατώτατου ορίου υποχωρήσεων που μπορεί να κάνει η Ελλάδα για να αποφύγει έναν πόλεμο με την Τουρκία.

Και μέσα σε αυτό το πλαίσιο ακόμα και εντός κυβέρνησης δεν φαίνεται να υπάρχει ομοφωνία, καθώς δύο διακριτές απόψεις προσωποποιούνται στους Αντώνη Σαμαρά και Ντόρα Μπακογιάννη και εκφράζονται και στις αντικρουόμενες δηλώσεις του συμβούλου του κ. Μητσοτάκη Θάνου Ντόκου (συνεκμετάλλευση) και του συνεργάτη του κ. Σαμαρά Χρύσανθου Λαζαρίδη (πόλεμος).