71

Ακίνδυνοι για την ανθρώπινη υγεία είναι οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί που εντοπίζονται στα προϊόντα διατροφής που κυκλοφορούν σήμερα στη διεθνή αγορά, διαβεβαιώνει σε έκθεσή του ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), προειδοποιώντας ωστόσο ότι κάθε νέο τέτοιο διατροφικό προϊόν θα πρέπει να υποβάλλεται στους κατάλληλους ελέγχους για την ασφάλειά του, προτού κυκλοφορήσει στην αγορά.

Οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί μπορούν επιπλέον, σύμφωνα με τον ΠΟΥ, να αποφέρουν οφέλη τόσο στους αγρότες όσο και στους καταναλωτές, αλλά και στις αναπτυσσόμενες χώρες. Μπορούν ακόμη να αυξήσουν τις σοδειές και να βελτιώσουν την ποιότητα των προϊόντων. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα τη βελτίωση της υγείας και του επιπέδου διατροφικής αξίας των προϊόντων, αλλά και την αύξηση των κερδών.

«Η παραγωγή σοδειών με αυξημένη διατροφική αξία που θα καταναλώνονται από τους φτωχούς μπορεί να περιορίσει τις ασθένειες σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες» αναφέρεται στην έκθεση.

«Καθώς όμως ορισμένα γονίδια που χρησιμοποιούνται στις γενετικά τροποποιημένες σοδειές δεν υπήρχαν προηγουμένως στη διατροφική αλυσίδα, οι πιθανές επιπτώσεις τους στην υγεία θα πρέπει πάντα να εξετάζονται, προτού καλλιεργηθούν και κυκλοφορήσουν στην αγορά» επισημαίνει ο ΠΟΥ στην 58σέλιδη έκθεσή της.

«Αυτά που κυκλοφορούν σήμερα στη διεθνή αγορά έχουν υποβληθεί σε τέτοιες αναλύσεις και δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν ότι θα μπορούσαν να προκαλέσουν προβλήματα» σημειώνει ο ΠΟΥ, επαναλαμβάνοντας την πάγια θέση της για γενικότερη ασφάλεια των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων.

Στην έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας επισημαίνεται ακόμη ότι περίπου 800.000.000 άνθρωποι στις αναπτυσσόμενες χώρες υποσιτίζονται, παρά τη μείωση κατά περίπου 50% των τιμών των τροφίμων διεθνώς τις τελευταίες δύο δεκαετίες.

Με δεδομένο μάλιστα ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός αναμένεται να αυξηθεί κατά 2.000.000.000 το 2025, ο ΠΟΥ σημειώνει ότι οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί θα μπορούσαν να παίξουν σημαντικό ρόλο στην εξασφάλιση τροφίμων για τους φτωχούς και για την κάλυψη των μελλοντικών αναγκών σε προϊόντα διατροφής.


Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ,ΑΠΕ/Reuters/Γαλλικό