Υστερία, νυμφομανία και λοβοτομές: Τα χρόνια της ιατρικής βίας κατά των γυναικών
Η βία κατά των γυναικών αποτελεί μια βαθιά ριζωμένη κοινωνική, νομική και επιστημονική καταπίεση που διατρέχει την ιστορία
Εδώ και 25 χρόνια, με πρωτοβουλία των Ηνωμένων Εθνών, ο κόσμος τιμά την Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών.
Η 25η Νοεμβρίου δεν επιλέχθηκε τυχαία· αποτελεί την επέτειο της δολοφονίας των αδελφών Μιραμπάλ, τριών γυναικών που αγωνίστηκαν ενάντια στη δικτατορία του Ραφαέλ Τρουχίλο στη Δομινικανή Δημοκρατία και δολοφονήθηκαν άγρια το 1960.
Αναμνηστική πλάκα των αδελφών Mirabal (οδός Prony)
Το ψήφισμα που καθιέρωσε την ημέρα δημοσιεύθηκε το 2000, όμως η ιστορική του βάση τοποθετείται πολύ παλαιότερα. Η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών είχε ήδη από το 1979 ξεκινήσει τη θεμελίωση ενός διεθνούς πλαισίου για την εξάλειψη των διακρίσεων κατά των γυναικών, επηρεασμένη από το τρίτο κύμα φεμινισμού.
Η διαδικασία ολοκληρώθηκε με την επίσημη αναγνώριση της βίας λόγω φύλου ως διεθνούς παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Για σχεδόν μισό αιώνα, η διεθνής κοινότητα αναγνωρίζει ότι η βία κατά των γυναικών δεν είναι ατομικό πρόβλημα, ούτε αποτέλεσμα μεμονωμένων περιστατικών, αλλά μια παγκόσμια, δομική μορφή βίας που ασκείται στις γυναίκες ακριβώς επειδή είναι γυναίκες.
Η Ημέρα αυτή υπενθυμίζει ότι η βία αυτή έχει βαθιές ιστορικές, κοινωνικές και πολιτισμικές ρίζες και αποτελεί μέρος ενός συστήματος άνισων σχέσεων εξουσίας.
Η πατριαρχία ως θεσμικό, ξοινωνικό και επιστημονικό σύστημα
Η βία κατά των γυναικών αποτελεί προϊόν ενός συστήματος που, για αιώνες, τοποθέτησε τους άνδρες ως υποκείμενα εξουσίας και τις γυναίκες ως αντικείμενα ή ιδιοκτησία.
Αυτή η δομική ανισότητα δεν εκφράστηκε μόνο με κοινωνικές προκαταλήψεις ή άτυπες πρακτικές, αλλά θεμελιώθηκε νομικά, πολιτικά και επιστημονικά.
Ιδίως ο 19ος αιώνας, παρά τις τεράστιες προόδους σε επιστήμη και τεχνολογία, αποτέλεσε τον αιώνα κατά τον οποίο η πατριαρχία απέκτησε «επιστημονικό» κύρος.
Οι δημοκρατικές κοινωνίες της εποχής, ενώ θεμελίωναν αρχές όπως η ελευθερία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και η ισότητα, ταυτόχρονα στερούσαν στις γυναίκες κάθε μορφή αυτονομίας. Η νομοθεσία όριζε τις γυναίκες υπό την κηδεμονία πατέρων και συζύγων, αποκλείοντάς τις από την οικονομική και πολιτική ζωή, φτάνοντας μέχρι και τον έλεγχο της ρομαντικής και σεξουαλικής τους συμπεριφοράς.
Έτσι, η σύγχρονη πατριαρχία δεν είναι απλώς ένα κοινωνικό φαινόμενο, αλλά ένα θεσμικό οικοδόμημα που διαμορφώθηκε και νομιμοποιήθηκε μέσα από το ίδιο το δίκαιο και την ίδια την επιστήμη.
Υπό την κηδεμονία πατέρων και συζύγων
Όπως εξηγεί η Elena Lázaro Real σε άρθρο της στο The Conversation, οι αστικοί και ποινικοί κώδικες του 19ου αιώνα θεμελίωσαν μια κοινωνία όπου οι γυναίκες δεν θεωρούνταν ποτέ πλήρως αυτόνομες.
Στην πράξη, η γυναικεία ύπαρξη οριζόταν μέσω ενός ανδρικού προσώπου – πατέρα ή συζύγου. Η έννοια της «γυναικείας τιμής» λειτουργούσε ως εργαλείο κοινωνικού ελέγχου, καθώς η παραμικρή απόκλιση από τους επιβεβλημένους ρόλους μπορούσε να οδηγήσει σε κοινωνικό στιγματισμό, απομόνωση ή ακόμη και βία.
Ταυτόχρονα, η ιατρική της εποχής διαμόρφωνε έναν λόγο που παθολογοποιούσε την ίδια τη γυναικεία φύση.
Οι γυναίκες παρουσιάζονταν ως «ανώριμες», «ευαίσθητες», «ασταθείς», «σεξουαλικά αδύναμες ή υπερβολικές», και οι φυσιολογικές εκδηλώσεις συναισθημάτων ή επιθυμιών χαρακτηρίζονταν ως ασθένειες.
Ο συνδυασμός νομικής υποτέλειας και επιστημονικής απαξίωσης δημιούργησε ένα περιβάλλον όπου η βία κατά των γυναικών παρουσιαζόταν ως φυσική, νόμιμη ή απαραίτητη.
Σειρά σχεδίων μιας γυναίκας με «υστερία» που πάσχει από καταληψία, από βιβλίο του 1893.
Η κατασκευή της γυναικείας «παθολογίας» από την ιατρική του 19ου Αιώνα
Καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, η Γυναικολογία και η Μαιευτική, που τότε εδραιώνονταν ως ακαδημαϊκά πεδία, «εφηύραν» και διέδωσαν δύο διαγνώσεις που καθόρισαν τη στάση της κοινωνίας απέναντι στη γυναικεία σεξουαλικότητα: την υστερία και τη νυμφομανία.
Η πρώτη λειτουργούσε ως μια ομπρέλα όρων για οτιδήποτε δεν μπορούσαν να εξηγήσουν οι γιατροί — από θλίψη μέχρι επιθυμία για αυτονομία. Η δεύτερη χρησιμοποιούνταν για να στιγματίσει γυναίκες που εξέφραζαν σεξουαλική επιθυμία πέρα από το πλαίσιο του γάμου και της αναπαραγωγής.
Οι θεραπείες για αυτές τις «ασθένειες» ήταν συχνά βίαιες και εξευτελιστικές: αφαίρεση κλειτορίδας, ωοθηκών ή και μήτρας ως προληπτικό μέτρο· απαγόρευση του αυνανισμού· μάλαξη πυέλου με τα χέρια ή με πρωτόγονους μηχανικούς δονητές· ηλεκτροθεραπείες στα γεννητικά όργανα· φαρμακευτική αγωγή με βρωμιούχα, βαλεριάνα, μπελαντόνα κ.ά. Όταν όλα αυτά αποτύγχαναν, οι γυναίκες συχνά κατέληγαν σε άσυλα, όπου υποβάλλονταν σε ύπνωση, υδροθεραπεία ή στέρηση αισθήσεων.
Θεραπευτικές «λύσεις» που έγιναν μέσα βίας
Οι γυναίκες του 19ου αιώνα δεν υπέστησαν μόνο σωματική βία· υπέστησαν και ψυχική, μέσα από θεραπευτικές πρακτικές που στόχευαν όχι στην υγεία τους αλλά στην πειθάρχησή τους.
Η ύπνωση, ο εγκλεισμός σε άσυλα, η απομόνωση, η υδροθεραπεία και οι πρακτικές καταστολής συναισθημάτων λειτουργούσαν ως εργαλεία υποταγής. Η οποιαδήποτε έκφραση οργής, επιθυμίας, δημιουργικότητας, ανεξαρτησίας ή ακόμη και λύπης μπορούσε να ερμηνευθεί ως «συμπτώματα», να παθολογοποιηθεί και να «θεραπευτεί».
Σήμερα, πολλά από αυτά φαίνονται απόμακρα, ακόμη και ανεκδοτικά. Όμως δεν αποτελούν παρά το υπόβαθρο πάνω στο οποίο οικοδομήθηκε η σύγχρονη εμπειρία της γυναικείας καταπίεσης.
Με τη δράση του φεμινισμού και των επιστημών του φύλου, μεγάλο μέρος αυτών των πρακτικών αποδομήθηκε, αποκαλύπτοντας πόσο βαθιά συνδεδεμένη ήταν η ιατρική με την πατριαρχική εξουσία.
Η λοβοτομή ως ακραίο παράδειγμα πατριαρχικής «θεραπείας»
Αυτές οι πρακτικές δημιούργησαν τα θεμέλια για ένα από τα πιο ακραία ιατρικά εργαλεία που εφαρμόστηκαν (ιδιαίτερα τον 20ό αιώνα), την λοβοτομή, μια νευροχειρουργική επέμβαση που στόχευε στη διακοπή συνδέσεων του μετωπιαίου λοβού με άλλες εγκεφαλικές περιοχές.
Από τη δεκαετία του 1930 έως τη δεκαετία του 1950, μια ριζοσπαστική χειρουργική επέμβαση — η λοβοτομή — άλλαξε για πάντα την αντίληψή μας και τη θεραπεία των ψυχικά ασθενών.
Αν και παρουσιάστηκε ως επαναστατική θεραπεία για ψυχικές διαταραχές, χρησιμοποιήθηκε συχνά καταχρηστικά — κυρίως σε γυναίκες.
Γυναίκες που θεωρούνταν «ανυπάκουες», «υπερβολικά συναισθηματικές», «σεξουαλικά δραστήριες» ή «κοινωνικά απείθαρχες» αποτελούσαν δυσανάλογο ποσοστό των ασθενών που υποβάλλονταν σε λοβοτομή. Τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά: απάθεια, απώλεια προσωπικότητας, γνωστική έκπτωση και, σε πολλές περιπτώσεις, ανικανότητα για αυτόνομη ζωή.
Σήμερα η λοβοτομή αναγνωρίζεται ως μια από τις πιο σκοτεινές σελίδες της ψυχιατρικής – μια πρακτική που, πίσω από τον μανδύα της επιστήμης, ενίσχυσε και επιβεβαίωσε την πατριαρχική τάση ελέγχου των γυναικών.
Γιατί Η 25η Νοεμβρίου Παραμένει Απαραίτητη
Η βία κατά των γυναικών δεν είναι νέο φαινόμενο· είναι βαθιά ιστορικό και συστημικό.
Από την νομική υποτέλεια έως την επιστημονική παθολογοποίηση και από τις «θεραπείες» του 19ου αιώνα έως τη λοβοτομή του 20ού, η καταπίεση αυτή εκφράστηκε με τρόπους που σήμερα μοιάζουν αδιανόητοι αλλά αποτελούν τον πυρήνα των κοινωνικών ανισοτήτων που παραμένουν ζωντανές.
Γι’ αυτό η 25η Νοεμβρίου δεν είναι μόνο σύμβολο μνήμης.
Είναι υπενθύμιση ότι ο αγώνας για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών απαιτεί κατανόηση της ιστορίας της: των νομικών, κοινωνικών και επιστημονικών μηχανισμών που νομιμοποίησαν τη βία και των οποίων οι απόηχοι εξακολουθούν να επηρεάζουν τις ζωές των γυναικών σήμερα.
- Ο Μασκ έγινε ο πρώτος άνθρωπος στην ιστορία με περιουσία 677 δισ. δολαρίων
- Γιώργος Μιχαλακόπουλος: Ο εφησυχασμός είναι ο θάνατος του ηθοποιού
- Πώς μπορείτε να αλλάξετε πάροχο ρεύματος – Η διαδικασία μέσω Gov.gr
- Δώδεκα νέοι παιδικοί και βρεφονηπιακοί σταθμοί σε ισάριθμους Δήμους
- Ο Bad Bunny έχει δίκιο – Το κοινό στις συναυλίες πρέπει κάποια στιγμή να αφήσει το κινητό στην άκρη
- Κυψέλη: Αποκαλυπτική μαρτυρία για το μαχαίρωμα σε σχολείο – «Φοβάμαι για τη ζωή μου»






