ΤΑ ΝΕΑ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ επιστρέφουν στη σκέψη των αρχαίων Ελλήνων και παρουσιάζουν:

Αριστοτέλης. Η κορυφαία μορφή της αρχαίας ελληνικής σκέψης.

Ρητορική

Ο δεύτερος τόμος του εμβληματικού έργου του οικουμενικού φιλοσόφου και δασκάλου του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Ο δημόσιος λόγος, οι αρχές της ρητορικής τέχνης, η μέθοδος της πειθούς και οι αρετές του ρήτορα.

Τα αυθεντικά κείμενα με τη μετάφρασή τους, επεξηγηματικά σχόλια και διαφωτιστικές αναλύσεις.

Ο Αριστοτέλης είναι αναμφισβήτητα ο ανυπέρβλητος δάσκαλος του ορθού λόγου, της συστηματικής ανάπτυξης των συλλογισμών, της λογικής δόμησης της γνώσης, της διαύγασης κάθε πλευράς των σχέσεων του ανθρώπου με τον κόσμο και την κοινωνία. Συγχρόνως, η φιλοσοφική του σκέψη αναδεικνύει την κριτική λειτουργία του λόγου και τη συνειδητοποίηση των γνωστικών του ορίων.

Η έξοχη αριστοτελική «Ρητορική» μελετά ειδικότερα τον δημόσιο λόγο.

Προνομιακό, βεβαίως, πεδίο ανάπτυξης του δημόσιου λόγου υπήρξε η αρχαία Αθήνα, εκεί που άνθισε η άμεση δημοκρατία, το πολίτευμα του λόγου. Και το ισχυρότερο εργαλείο πολιτικής σύγκρουσης και σύνθεσης στο πλαίσιο της δημοκρατίας υπήρξε η ρητορεία.

Ο Αριστοτέλης δεν είναι ο πρώτος μελετητής της ρητορείας· είχαν προηγηθεί ως δάσκαλοί της οι σοφιστές. Αυτό, όμως, που διακρίνει την δική του μελέτη της τέχνης του λόγου είναι ο επιστημονικός της χαρακτήρας, η προσπάθεια του φιλοσόφου όχι απλώς να κατασκευάσει ένα συμβουλευτικό εγχειρίδιο για επίδοξους πολιτικούς, αλλά να προσδιορίσει -με σπάνια διεισδυτικότητα- γενικότερες αρχές βάσει των οποίων ερμηνεύονται επιμέρους εκφάνσεις της ρητορικής τέχνης.

Για τον Αριστοτέλη μια ρητορική που στοχεύει αποκλειστικά στη χειραγώγηση της ψυχής του δέκτη της είναι απορριπτέα. Ο ίδιος προτείνει μία μέθοδο που πείθει κυρίως μέσω λογικών αποδείξεων. Ετσι, η ρητορική τέχνη ορίζεται ως η ικανότητα να βρίσκει σε κάθε θέμα ο ομιλητής τα μέσα με τα οποία θα γίνει πειστικός, θα κερδίσει δηλαδή τους ακροατές του με τα κατάλληλα και αποδεικτικά επιχειρήματα.

Ενα μεγάλο μέρος του Β’ βιβλίου αφιερώνεται στη μελέτη των παθών της ανθρώπινης ψυχής. Τα πάθη (οργή, φόβος, έλεος, φθόνος, χαρά, λύπη, φιλία, μίσος κ.ά.) επηρεάζουν τις αποφάσεις του δέκτη ενός ρητορικού λόγου. Γι’ αυτό και ο Σταγειρίτης ασχολείται διεξοδικά με αυτά. Διερευνά τι είναι το καθένα, ποια τα χαρακτηριστικά του, ποια τα αίτια που το προκαλούν και πώς αυτό εγκαθίσταται στην ψυχή. Γνωρίζει άριστα ότι τα πάθη των δικαστών μπορούν να αντιστρέψουν την κρίση τους. O κριτής που αγαπάει τον κρινόμενο θα θεωρήσει ότι αυτός δεν έχει διαπράξει αδίκημα ή ότι αυτό είναι μικρό· ο κριτής που μισεί τον κρινόμενο, τα αντίθετα! Ομοίως, ο αισιόδοξος θα πιστέψει ότι το ευχάριστο που αναμένει, θα πραγματοποιηθεί, και μάλιστα θα είναι πράγματι καλό για τον ίδιο· ο αδιάφορος ή απαισιόδοξος, τα αντίθετα!

Στο Β’ βιβλίο της Ρητορικής εντάσσεται και η μελέτη των ηθών, δηλαδή των χαρακτήρων ορισμένων ανθρώπινων ομάδων: των νέων, των ηλικιωμένων, των ωρίμων, των πλουσίων, των ισχυρών, των καλότυχων. Στις ενότητες αυτές αναδεικνύεται ο Αριστοτέλης ως παρατηρητικός κοινωνιολόγος, ως φιλόσοφος με βαθιά ανθρωπογνωσία. Ειδικότερα η περιγραφή του ήθους των νέων έχει γίνει αντικείμενο θαυμασμού για τη διαχρονική ανθεκτικότητά της.

Η Ρητορική ολοκληρώνεται με το Γ΄ βιβλίο με εκτεταμένη αναφορά σε υφολογικά και γλωσσικά ζητήματα, η πρωτοτυπία της οποίας είναι εντυπωσιακή. Εξετάζονται, ανάμεσα σε άλλα, οι ιδιότητες του ύφους στον σωστό πεζό λόγο, η ψυχρότητα του ύφους, η τεχνική της παρομοίωσης, αλλά και θέματα ορθής χρήσης της γλώσσας και ρυθμού του λόγου.

Tα «NEA» προσφέρουν την άριστη μετάφραση της «Ρητορικής» από τον Δ. Λυπουρλή: τον δάσκαλο της αριστοτελικής φιλοσοφίας που χάθηκε πρόσφατα αλλά μας κληροδότησε σε ζωντανό νεοελληνικό λόγο τη σοφία ενός άλλου μεγάλου δασκάλου, του φιλοσόφου από τα Στάγειρα.