Η ιστοσελίδα των μέσων σταθερής τροχιάς έχει αναρτήσει την ιστορία του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου αναφέροντας: «Την 1 Ιανουαρίου του 1976 οι ΕΗΣ περιέρχονται στο Ελληνικό Δημόσιο, μετονομάζονται σε ΗΣΑΠ ΑΕ (Ηλεκτρικοί Σιδηρόδρομοι Αθηνών – Πειραιώς). Ο εκσυγχρονισμός, η εξέλιξη και η μέριμνα για καλύτερη, ταχύτερη και αξιόπιστη εξυπηρέτηση του επιβατικού κοινού σε καθαρό περιβάλλον συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Σε ολόκληρη αυτή τη διαδρομή του, ο σιδηρόδρομος έζησε στιγμές μεγαλείου και συμφορές.

Μετέφερε Βασιλείς, υψηλούς επισκέπτες, έδωσε το παρόν στους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας του 1896 και τους πρόσφατους του 2004, μετέφερε στρατιώτες του πολέμου 1912-1913. Βομβαρδίστηκε και επέζησε μέχρι σήμερα περήφανος, πραγματοποιώντας εκατομμύρια δρομολόγια που εξυπηρέτησαν δισεκατομμύρια επιβάτες…». Προσγείωση στην πραγματικότητα του 2022. Ο ηλεκτρικός σήμερα είναι ένα ταξίδι στη δυστοπία. Μια εμπειρία τιμωρητική για τον χρήστη που απέχει εκατομμύρια έτη φωτός από το υψηλό φαντασιακό της stasy.gr.

Ας περιμένουμε στην πλατφόρμα μιας αθηναϊκής στάσης. Ανω Πατήσια, για παράδειγμα, που είναι και ανοιχτή, ευάερη και φωτεινή και προξενεί ευχαρίστηση σε όσους επιλέγουν το μέσο για να πάνε στη δουλειά, στην αγορά ή βόλτα.

Ομως ο χρόνος αναμονής ξεπερνά τα όρια υπομονής. Ενώ ο συρμός που αφικνείται έχει τα μισά βαγόνια και ο κόσμος συνήθως τρέχει να συμπτυχθεί μέσα σε ό,τι του διατίθεται. Και θα κάνει τη διαδρομή μέχρι το Μοναστηράκι παρέα με τους αξιολάτρευτους θαμώνες που ο επαγγελματισμός τους στην επαιτεία συναγωνίζεται τη δεξιοτεχνία των πορτοφολάδων. Αρωμα του άστεως είπατε; Μα φυσικά… Τώρα που θεριεύει το καλοκαίρι, η ρυπαρότητα των φθαρμένων ταπετσαριών αποκτά 3D απεικόνιση, καθώς το δυνατό φως του μεσημεριού τονίζει εμφατικά τον όγκο της γλίτσας, επικαθημένης σε αλλεπάλληλες στρώσεις.

Ισως για τον ερασιτέχνη ανθρωπολόγο που ορισμένοι επιβάτες κρύβουν μέσα τους ο zipp-αρισμένος συρμός των ΗΣΑΠ παραμένει ένα ανεξάντλητο ορυχείο πολύτιμων αφηγήσεων. Ομως από αυτό το άρωμα της ανεπίτρεπτης καθημερινότητας οι νότες κορυφής έχουν κάτι ξινό και απογοητευτικό. Και από τις νότες καρδιάς απουσιάζει η καθαριότητα. Οσο για αυτό που μένει, οι νότες της βάσης δεν έχουν το κύριο χαρακτηριστικό ποιότητας: εξυπηρέτηση.