Σχεδόν οι μισοί Ρώσοι, συγκεκριμένα το 45%, αντιμετωπίζουν αρνητικά την Ευρωπαϊκή Ένωση, εν αντιθέσει με το 38% που την αντιμετωπίζει θετικά, σύμφωνα με τα αποτελέσματα δημοσκόπησης που πραγματοποίησε τον Μάιο το ανεξάρτητο ερευνητικό κέντρο Levada-Centr, το οποίο οι ρωσικές αρχές έχουν συμπεριλάβει στο μητρώο των «ξένων πρακτόρων».

Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι η στάση αυτή έναντι της ΕΕ αντιστράφηκε από τον Ιανουάριο, όταν το 45% των Ρώσων αντιμετώπιζε θετικά την Ευρωπαϊκή Ένωση και το 37% αρνητικά, διαπιστώνοντας ότι μια παρόμοια στάση, όπως αυτή που καταγράφηκε το Μάιο, είχε καταγραφεί για τελευταία φορά στο τέλος του 2018 αρχές του 2019.

Ωστόσο, πιο πολύ άλλαξε η στάση των Ρώσων έναντι της Ουκρανίας. Το Μάρτιο, το 50% αντιμετώπιζε την Ουκρανία θετικά και το 35% αρνητικά, ενώ το Μάιο τα ποσοστά αντιστράφηκαν, με το 55% να βλέπει την Ουκρανία αρνητικά και το 33% θετικά, καταγράφοντας παρόμοια στάση με αυτήν που υπήρχε στις αρχές του 2019.

Όσον αφορά τις «μη φιλικές χώρες», οι Ρώσοι, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, θεωρούν ως τέτοιες πρώτα τις Ηνωμένες Πολιτείες σε ποσοστό 66%, ακολούθως την Ουκρανία σε ποσοστό 40% και τέλος τη Βρετανία σε ποσοστό 28%.

Την Τσεχία, πάντως, την οποία πρόσφατα η Ρωσία είχε εντάξει στις «μη φιλικές χώρες» μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες, το 42% την αντιμετωπίζει θετικά, έν αντιθέσει με το 35% που την αντιμετωπίζει αρνητικά.

Οι Ρώσοι, επίσης, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, θεωρούν ως κύριους συμμάχους της Ρωσίας τη Λευκορωσία, την Κίνα και το Καζακστάν, σε ποσοστά 58%, 38% και 34% αντίστοιχα.

Οι αναλυτές του κέντρου επισημαίνουν ότι η αντίληψη για τη Λευκορωσία ως συμμάχου χώρας ενισχύθηκε από το 2013 και τα τελευταία τρία χρόνια σταθεροποιήθηκε σε ποσοστά 58%-62%.

Όσον αφορά την Κίνα ως συμμάχο χώρα, τα ποσοστά, το τελευταίο διάστημα, κυμαίνονται στα όρια του στατιστικού λάθους, ενώ ως προς το Καζακστάν παρατηρείται κάποια μείωση.

Στα μέσα Μαΐου, οι ρωσικές αρχές συμπεριέλαβαν τις ΗΠΑ και την Τσεχία στις «μη φιλικές χώρες».

Ο Βλαντίμιρ Πούτιν, προηγουμένως με διάταγμά του, είχε περιορίσει στο ελάχιστο τις δυνατότητες – που έφθαναν έως την απαγόρευση – των διπλωματικών τους αντιπροσωπειών στη Ρωσία να προσλαμβάνουν υπαλλήλους που διαβιούν στη χώρα του.