Γιατί λέμε ότι η Ελλάδα αφήνει, πλέον, πίσω της την κρίση και δεν το λέγαμε πριν από έναν χρόνο; Και τότε, τυπικά Μνημόνιο δεν υπήρχε. Και σήμερα, όπως τότε, η οικονομία βρίσκεται σε ενισχυμένη εποπτεία, με βαριές δεσμεύσεις για τα επόμενα 40 χρόνια.

Δύο αλληλένδετοι παράγοντες κάνουν τη διαφορά, με βάση την εικόνα που μεταδίδουν αξιόπιστοι οικονομικοί και επιχειρηματικοί κύκλοι. Ο πρώτος είναι οι εξελίξεις στην οικονομία στο διάστημα του τελευταίου εξαμήνου. Υπήρξε βελτίωση βασικών μεταβλητών (όπως τα έσοδα, η ανάπτυξη κ.ά.), ικανή να προκαλέσει αισιοδοξία για το μέλλον. Ο δεύτερος είναι η αποτελεσματικότητα της νέας κυβέρνησης στο μέτωπο της οικονομίας συγκριτικά με την προηγούμενη. Παρά τα όποια λάθη και αστοχίες, η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατάφερε να αλλάξει το κλίμα στην οικονομία, δίνοντας στον επιχειρηματικό κόσμο προοπτική υλοποίησης επενδυτικών σχεδίων που ήταν παγωμένα στα συρτάρια. Ελαβε αποφάσεις στη φορολογική πολιτική για την ενίσχυση κρίσιμων τομέων της αγοράς, όπως αυτήν της αγοράς ακινήτων. Και παρότι οι δεσμεύσεις της για τη μείωση των φόρων παραμένουν στην πλειονότητά τους ακόμη υποσχέσεις, συντηρεί με αξιοπιστία την προοπτική υλοποίησής τους το επόμενο διάστημα. Και ακόμη, ανέτρεψε πλήρως τη διάθεση καχυποψίας με την οποία δανειστές και αγορές αντιμετώπιζαν τη χώρα μας. Την αιτία, για την οποία κάθε αφήγημα εξόδου από το τούνελ, της προηγούμενης κυβέρνησης, έπεφτε στο κενό.

Δεν λέει κανείς ότι η χώρα βγήκε στο ξέφωτο ξαφνικά. Η προοπτική και η ορατότητα για το μέλλον έχουν αλλάξει. Δύο γεγονότα μιλούν από μόνα τους:

  • Τον Οκτώβριο του 2018 η τότε κυβέρνηση Τσίπρα είχε ζητήσει από την ΕΚΤ να κάνει δεκτή την άρση του πλαφόν που είχε επιβληθεί στις εγχώριες τράπεζες για το ύψος των επενδύσεών τους σε ελληνικά ομόλογα. Τότε, είχε εισπράξει την άρνηση του Ντράγκι. Ηταν τότε που η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ φούσκωνε από περηφάνια για τα υπερπλεονάσματα που είχε δημιουργήσει από την υπερφορολόγηση και ετοιμαζόταν για άλλη μια φορά να μοιράσει επιδόματα μπαίνοντας στο εκλογικό 2019. Το ίδιο αίτημα υπέβαλε και η σημερινή ελληνική κυβέρνηση. Το έκανε αμέσως δεκτό η Κριστίν Λαγκάρντ στη συνάντησή της με τον Κυριάκο Μητσοτάκη αυτήν την εβδομάδα.
  • Την ίδια εποχή πέρυσι είχε φουντώσει η συζήτηση για το σχέδιο της προηγούμενης κυβέρνησης να χρησιμοποιήσει μέρος του υπερπλεονάσματος για τη μερική αποπληρωμή των δανείων της χώρας μας προς το ΔΝΤ. Ηταν και αυτό μέρος του αφηγήματος επιστροφής στην κανονικότητα μετά το τυπικό τέλος του τρίτου Μνημονίου. Το αίτημα, παρά τις ισχυρές κυβερνητικές διαθέσεις, ποτέ δεν έφθασε να συζητηθεί σε επίσημο επίπεδο. «Κόπηκε» από τους δανειστές όταν άκουσαν «μαγικό» κόλπο Τσίπρα – Τσακαλώτου για τον τρόπο μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων, το οποίο μόνο στα παραμύθια θα μπορούσε να ισχύει. Τελικά, ούτε αυτό το σχέδιο προχώρησε, παρότι θεωρούνταν ότι θα βελτίωνε την εικόνα της χώρας μας στις αγορές. Αντίθετα, η πρώτη αποπληρωμή του ΔΝΤ έγινε με τη νέα κυβέρνηση η οποία ετοιμάζεται τώρα να προχωρήσει και σε δεύτερη προεξόφληση δανείων προς το Ταμείο.

Μια σειρά από καλές ειδήσεις φαίνεται να ακολουθούν το 2020. Ας ελπίσουμε ότι του χρόνου τέτοιον καιρό θα μπορούμε να μιλάμε, όχι για το τέλος της κρίσης, αλλά μόνο για ανάπτυξη.