Το News Literacy Project έκανε μια έρευνα σε εφήβους στις ΗΠΑ, για να δει τι πιστεύουν για τα ΜΜΕ και αν διαβάζουν ειδήσεις. Τα αποτελέσματα ήταν συντριπτικά: Όταν κλήθηκαν να περιγράψουν τα σημερινά μέσα ενημέρωσης, το 84% των εφήβων απάντησε με κάτι αρνητικό. Είναι «προκατειλημμένα», «τρελά», «βαρετά», «ψεύτικα», «κακά», «καταθλιπτικά», «μπερδεμένα», «τρομακτικά».

Αυτό είναι τρομακτικό, όταν η δημοσιογραφία δέχεται από παντού πυρά.

Όσο για τους δημοσιογράφους, περίπου οι μισοί από τους εφήβους που συμμετείχαν στην έρευνα, δεν έχουν καθόλου καλή γνώμη για τα ΜΜΕ . Πιστεύουν ότι οι δημοσιογράφοι κάνουν χάρες στους διαφημιστές, επινοούν λεπτομέρειες, πληρώνουν ή κάνουν χάρες στις πηγές «πάντα ή σχεδόν πάντα» ή «συχνά». Και επίσης, περίπου 6 στους 10 λένε ότι οι δημοσιογράφοι τραβούν τακτικά φωτογραφίες και βίντεο εκτός πλαισίου.

Λιγότεροι από το ένα τρίτο πιστεύουν ότι οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ κάνουν σωστά της δουλειά τους. Δηλαδή ότι διορθώνουν λάθη όταν συμβαίνουν, επιβεβαιώνουν γεγονότα πριν τα αναφέρουν, συλλέγουν πληροφορίες από πολλαπλές πηγές ή καλύπτουν ιστορίες που βοηθούν στην προστασία του δημόσιου συμφέροντος τουλάχιστον «συχνά».

Και όταν ρωτήθηκαν αν θυμούνται ταινίες η τηλεοπτικές σειρές που τους κάνουν να σκεφτούν τη δημοσιογραφία, το αποτέλεσμα ήταν απογοητευτικό. Τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων δεν ήξεραν καμία. Όσοι απάντησαν, ανέφεραν τον «Spider-Man» (ναι, ούτε καν τον Superman, που ήταν δημοσιογράφος…) ή την ταινία «Anchorman: The Legend of Ron Burgundy». Ας μην μιλήσουμε για το «Όλοι οι άνθρωποι του προέδρου» (για το Γουότεργκεϊτ) ή το «Post» (για την αποκάλυψη των εγγράφων για το Βιετνάμ).

Ενημέρωση και δημοκρατία

Το ερώτημα που τίθεται είναι πώς θα πολιτικοποιηθεί μια γενιά που δεν ενημερώνεται, δεν διαβάζει ειδήσεις και θεωρεί τους φορείς της, επιεικώς, ανεπαρκείς. Επίσης, πώς θα σταθεί μια δημοκρατία όταν οι μελλοντικοί πολίτες της ενημερώνονται από το TikTok ή το YouTube.

Και τι θα γίνει με τους λαϊκιστές και ακροδεξιούς που χρησιμοποιούν ευρέως αυτά τα μέσα, με «χαριτωμένα» ή «τρομακτικά» βίντεο για να επηρεάζουν συνειδήσεις;

Οι απόψεις των Αμερικανών εφήβων στην έρευνα για τα ΜΜΕ είναι τουλάχιστον αιτία συναγερμού. Γιατί οι νέοι, όταν ασχολούνται με τις ειδήσεις – αν το κάνουν – ακούν μια κακοφωνία φωνών. Δεν ξέρουν ποιον να πιστέψουν. Οι δημοσιογράφοι είναι προκατειλημμένοι. Κάνουν λάθη. Εκτός αυτού, γιατί να συνδέσεις το μέλλον σου με μια βιομηχανία που πεθαίνει;

Ωστόσο, η έρευνα έχει μια αξία σημαντική. Σπάνια ερευνάται η γνώμη του κοινού για τα ΜΜΕ. Όταν αυτό γίνεται, οι ενήλικες ερωτηθέντες περιφρονούν το έργο τους. Τώρα, διαπιστώνεται ότι άνθρωποι, που τώρα διαμορφώνουν απόψεις για τον κόσμο βρίσκονται στην ίδια ακριβώς θέση.

Εκπαιδεύοντας καταναλωτές ειδήσεων

Μιλώντας στο Associated Press, η φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ, Κατ Μέρφι, είπε ότι ήθελε να γίνει δημοσιογράφος από 11 ετών. Οι περισσότεροι φίλοι της, είπε, δεν καταλαβαίνουν τον λόγο.

Της λένε: «Πού μπλέκεις;  Θα ουρλιάζεις στο κενό. Θα είσαι άχρηστη». Ότι δηλαδή απάντησαν οι περισσότεροι στην έρευνα.

Αλλά πίσω από αυτή την εικόνα για τους δημοσιογράφους και τα ΜΜΕ , είναι η εικόνα μιας κοινωνίας που δεν επιλέγει να ενημερωθεί.

Η Λίλι Όγκμπερν, τελειόφοιτη δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο Northwestern, εξηγεί: Πολλοί από τους συμφοιτητές της λαμβάνουν πληροφορίες από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Οι γονείς τους δεν παρακολουθούσαν δελτία ειδήσεων ή δεν διάβαζαν εφημερίδας καθώς μεγάλωναν. Τα παιδιά ακολουθούν το παράδειγμά τους.

Η Όγκμπερν, πρώην αρχισυντάκτρια της αναγνωρισμένης φοιτητικής εφημερίδας Daily Northwestern, συνέβαλε στην αποκάλυψη περιστατικών παρενοχλήσεων και ρατσισμού στο πανεπιστήμιο. Τα ρεπορτάζ της εφημερίδας το 2023 οδήγησαν στην αποπομπή του προπονητή ποδοσφαίρου. Ωστόσο, διαπίστωσε ότι ορισμένοι μαθητές δεν κατανοούν τον ρόλο μιας εφημερίδας, των ΜΜΕ. Πιστεύουν ότι υπάρχει για να προστατεύει τους ανθρώπους στην εξουσία, όχι για να τους φέρνει προ των ευθυνών τους.

Και παρόλο που παραδέχεται ότι υπάρχει μεγάλη δυσπιστία απέναντι στους δημοσιογράφους, είναι αποφασισμένη. «Θέλω να είμαι δημοσιογράφος που οι άνθρωποι εμπιστεύονται», λέει.

Ειδησεογραφικός αλφαβητισμός

Ενδιαφέρον έχει η περίπτωση του Χάουαρντ Σνάιντερ, πρώην αρχισυντάκτη της Newsday. Όταν πήρε σύνταξη, βοήθησε στην ανάπτυξη της πρώτης Σχολής Δημοσιογραφίας στο Κρατικό Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. Και τελικά, αντί να διδάσκει μελλοντικούς συγγραφείς, συντάκτες ή παραγωγούς για ΜΜΕ, άρχισε να διδάσκει σε μη δημοσιογράφους πώς να είναι καταναλωτές ειδήσεων.

Πλέον είναι εκτελεστικός διευθυντής του Κέντρου Ειδησεογραφικού Αλφαβητισμού του SUNY Stony Brook.

Όταν ενημερώθηκε για τα αποτελέσματα της έρευνας, δεν εξεπλάγη. Ο Σνάιντερ εκτιμά πως «η αρνητικότητα, η αίσθηση ότι οι ειδήσεις είναι προκατειλημμένες, είναι απλώς μια αντανάκλαση του πώς αισθάνονται οι γονείς τους»

Και πρόσθεσε πως, «όσο περισσότερο εκτίθενται σε ειδήσεις, σε έγκυρες ειδήσεις, τόσο περισσότερο οι στάσεις τους γίνονται θετικές».

Εξήγησε στο Associated Press γιατί.

Έχει αναπτύξει προγράμματα ειδησεογραφικού αλφαβητισμού για σχολικές περιφέρειες. Όταν ρωτάει τους μαθητές πώς ενημερώνονται, εκείνοι λένε: «Μαθαίνω τα νέα από το YouTube». Και έτσι ξεκινάει μια συζήτηση: από πού προέρχονται τα νέα και πώς πρέπει να είναι κανείς προσεκτικός με αυτά που βλέπει.

Χρειάζεται δουλειά

Η 16χρονη Μπριάν Μπόγιακ παρακολούθησε μάθημα ειδησεογραφικού αλφαβητισμού στο Λύκειο Brighton στο Κότονγουντ Χάιτς, στη Γιούτα. Είχε μικρή εμπιστοσύνη στις ειδήσεις και τα ΜΜΕ. Αλλά έμαθε τη σημασία του διπλού ελέγχου των πηγών όταν βλέπει κάτι ενδιαφέρον και αναζητά αξιόπιστες πηγές.

Ο συμμαθητής της Ρετ ΜακΦάρλαν, εφάρμοσε αυτή την πρακτική όταν έγινε η ληστεία στο Λούβρο. «Έμαθα ότι σίγουρα υπάρχει έλεγχος γεγονότων (στη δημοσιογραφία)», είπε στους δημοσιογράφους του Associated Press. «Είστε επαγγελματίες και πρέπει να λέτε την αλήθεια αλλιώς θα σας απολύσουν. Νόμιζα ότι απλώς κάνατε ό,τι θέλατε και επιλέγατε τι θα πείτε για ένα θέμα».

Παρ’ όλα αυτά, τα προγράμματα ειδησεογραφικής παιδείας στα σχολεία είναι σχετικά σπάνια –και όχι μόνο στις ΗΠΑ. Και επειδή οι δημοσιογράφοι έχουν «κακό όνομα», μπορεί να μη βρουν υποστήριξη από τους εκπαιδευτικούς.

Ο Σνάιντερ επιμένει ότι πρέπει να υπάρξει κινητοποίηση. Η Μέρφι πιστεύει ότι πρέπει να κινητοποιηθεί και ο δημοσιογραφικός κλάδος. Να μη αντισταθεί στην αλλαγή, να τη χρησιμοποιήσει για να μιλήσει στο σημερινό κοινό. Να βρει θέματα που το ενδιαφέρουν.

Ίσως να έχει δίκιο. Αλλά μάλλον πρέπει να ξεκινήσει επενδύοντας στην αξιοπιστία.