Άλλες φορές τα πέταλά της είναι άσπρα και κίτρινα, άλλες μενεξεδένια.

Όποιο κι αν είναι το χρώμα της, ο σκοπός της πάντα ένας: να δελεάσει τα έντομα με το νέκταρ της και να τα χρησιμοποιήσει για να μεταφέρει τη γύρη της στο επόμενο λουλούδι.

Τώρα όμως που τα έντομα λιγοστεύουν λόγω των φυτοφαρμάκων και της απώλειας φυσικών εκτάσεων, η βιολέτα Viola arvensis, ένα από τα δεκάδες είδη βιολέτας (μενεξέ) της ελληνικής και ευρύτερης ευρωπαϊκής υπαίθρου, υποχρεώνεται να απεξαρτηθεί από το σεξ.

Μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση New Phytologist διαπιστώνει ότι τα τελευταία 20 χρόνια η βιολέτα έχει εξελίξει την τάση να γονιμοποιεί πιο συχνά τον εαυτό της, αντί να προσφέρει τη γύρη της σε άλλα φυτά.

Πρόκειται για ένα παράδειγμα «ταχείας εξέλιξης» είπε στους New York Times ο Πιέρ-Ολιβιέ Σεπτού του Πανεπιστημίου του Μονπελιέ, επικεφαλής της έρευνας.

Αυτοϊκανοποίηση

Ο Σεπτού και οι συνεργάτες του ήθελαν να εξετάσουν πώς η μείωση των εντόμων μπορεί να επηρεάζει την εξέλιξη των φυτών. Ποια λύση μπορούν να βρουν τα φυτά που εξαρτώνται από επικονιαστές για αναπαραγωγή;

Όπως πολλά άλλα λουλούδια, η βιολέτα μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να αυτογονιμοποιείται, ρίχνοντας τη γύρη από τους αρσενικούς στήμονες του άνθους της στο θηλυκό στίγμα που βρίσκεται στο κέντρο.

Συχνότερα όμως επικονιάζεται (γονιμοποιείται) από βομβίνους, συγγενείς των μελισσών που συνήθως αποκαλούμε μπάμπουρες.

Τα χρώματα της βιολέτας V.arvensis ποικίλλουν από περιοχή σε περιοχή (Wikimedia Commons)

Από εξελικτική άποψη η διασταύρωση με άλλα φυτά είναι προτιμότερη από την αυτογονιμοποίηση, καθώς η ανταλλαγή γενετικού υλικού δημιουργεί νέους συνδυασμούς που ίσως βελτιώνουν την ανθεκτικότητα του φυτού σε περιβαλλοντικές προκλήσεις, όπως για παράδειγμα η ξηρασία.

Γι΄ αυτό και εδώ και δεκάδες εκατομμύρια χρόνια τα φυτά και οι επικονιαστές όπως τα έντομα επηρεάζουν και κατευθύνουν το ένα την εξέλιξη του άλλου, ένα φαινόμενο γνωστό ως συνεξέλιξη.

Θέλοντας να εξετάσει αν η μείωση των επικονιαστών επηρεάζει την αναπαραγωγική τακτική της βιολέτας V.arvensis, η ομάδα του δρ Σεπτού έσπειρε στο εργαστήριο σπόρους που είχαν συλλεχθεί πρόσφατα και σπόρους που είχαν συλλεχθεί τις δεκαετίες του 1990 και του 2000.

Οι δύο παρτίδες φυτών αναπτύχθηκαν στις ίδιες συνθήκες, εμφάνισαν όμως σαφείς διαφορές: από τη δεκαετία του 1990 έως σήμερα η συχνότητα της αυτογονιμοποίησης έχει αυξηθεί κατά 27%.

Επιπλέον, τα λουλούδια τους έχουν μικρύνει κατά 10% και παράγουν 20% λιγότερο νέκταρ.

Και όταν οι ερευνητές απελευθέρωσαν βομβίνους μέσα στο θερμοκήπιο της πειραματικής καλλιέργειας, τα έντομα έδειξαν σαφή προτίμηση στην παλιά παρτίδα με τα μεγάλα, χορταστικά άνθη.

Η εικόνα που προκύπτει είναι ότι, καθώς οι επικονιαστές λιγοστεύουν, η παραγωγή νέκταρ και μεγάλων, φανταχτερών λουλουδιών έχει αρχίσει να γίνει ασύμφορη για τη βιολέτα, δεδομένου ότι έχει μεγάλο μεταβολικό κόστος.

Η ερμηνεία αυτή βρίσκει σύμφωνη τη Σούζαν Μέιζερ, βοτανικό του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στη Σάντα Μπάρμπαρα. Τα φυτά και οι επικονιαστές, είπε, δεν αποκλείεται να έχουν εισέλθει σε έναν φαύλο κύκλο, όπου η μείωση των επικονιαστών οδηγεί σε μείωση της παραγωγής νέκταρ, η οποία με τη σειρά της οδηγεί σε νέα μείωση των επικονιαστών.

Κάποια φυτά όμως μπορεί να αντιδρούν σε αυτή την εξελικτική πίεση με τον αντίθετο τρόπο, επισήμανε ο Σάσα Μπίσοπ, εξελικτικός βιολόγος του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν.

Πρόσφατη μελέτη της ομάδας του εξέταζε φυτά της οικογένειας των περιπλοκοειδών στην Αμερική, των οποίων τα άνθη διαπιστώθηκε ότι μεγάλωσαν αντί να μικρύνουν από το 2003 έως το 2021.

Όπως φαίνεται, ενώ κάποια φυτά στρέφονται προς την αυτογονιμοποίηση, κάποια άλλα βάζουν τα δυνατά τους να προσελκύσουν όσα έντομα έχουν απομείνει.