Αυτοπροβολή, διά του θρήνου. Του τύπου: «Δείτε με, θρηνώ». Αναρτήσεις πάνω στις απώλειες δημοφιλών προσώπων που έχουν ως μέγιστη μέριμνα όχι την υπόμνηση ή την έκφραση οδύνης, αλλά την εικονογράφηση του θρηνούντος στα social media. Συχνά συνοδεύεται από την περιγραφή μιας στενής (φανταστικής ή πραγματικής), προσωπικής πάντως, σχέσης με τον -κατά προτίμηση – «διάσημο» αποδημήσαντα.

Στις λαϊκές παραδόσεις, ο δημόσιος θρήνος έχει μεν στοιχεία υψηλόφωνης έκφρασης, κυρίως όμως αποτελεί ένα είδος λυτρωτικής εξωστρέφειας, μια προσπάθεια διαμοιρασμού της οδύνης και ίσως υπόγειας τακτοποίησης συναισθηματικών εκκρεμοτήτων. Ο «θρήνος» όμως της ρετουσαρισμένης «φωτό», το γκρο πλαν του θρηνούντος στη selfie, ο θρήνος μέσα από την παράθεση διαλόγων με τον δημοφιλή αποδημήσαντα, του τύπου «κουβεντιάζαμε αυτό», «μου είχε εκμυστηρευτεί εκείνο» κ.λπ., η διακήρυξη της στενής σχέσης, η εκφώνηση της λύπης τέρπουν, πολλαπλασιάζουν τους συμπάσχοντες. Ενίοτε όμως γίνεται αποκρουστικό.

Πώς είναι δυνατόν κάτι τόσο δικό σου, τόσο αδιαίρετο, μη επιδεχόμενο επιχειρηματολογίας (ως βαθύ και αυτονόητο), όπως η αγάπη, η απώλεια, να γίνεται το καχεκτικό ομοίωμα λύπης, μια φωναχτή εικόνα; «Ξέσπασε ο τάδε», «έξαλλος ο δείνα», ταΐζουν φραστικά τον ναρκισσισμό τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Φυσικά και δεν αναφέρομαι σε κείμενα ανάλυσης, κριτικής, αγαπητικής περιγραφής του πιθανώς σημαντικού αποδημήσαντος, αφού σε αυτά μεσολαβεί η γλώσσα, ένα πυκνό σύστημα μεταφορών, μια λόγια μεσιτεία, που «αθωώνει» και λυτρώνει και τον συγγραφέα και τον αναφερόμενο διαφεύγοντα. Μιλώ για την αποκρουστική, εγωιστική μαρκίζα: «Τώρα κλαίω, δείτε με».

Στον χώρο της πολιτικής η αυτοεκθείαση είναι σχεδόν φυσική. Μια αναγκαστική κακομοιριά (από την οποία δεν γλιτώνει κανείς). Συχνά οι πολιτικοί αναγκάζονται να διεκδικούν από τους αυτοδιοικητικούς την πατρότητα της θετικής ρύθμισης. Η αυτοδιοίκηση, επειδή είναι η πλησιέστερη δομή στον πολίτη, χειρίζεται τα χρήματα που το υπουργείο Οικονομικών (ήτοι ο κόπος των φορολογουμένων) διαθέτει. Αυτός που φαίνεται στον κόσμο είναι ο αυτοδιοικητικός. «Με αγώνα πήρα αυτά τα χρήματα και κάνω την ασφαλτόστρωση». Ο υπουργός Οικονομικών είναι αόριστο, γενικό πρόσωπο, ο καημένος ο βουλευτής αόρατος, ο αυτοδιοικητικός όμως φαίνεται ως αυτός που κάνει το έργο. Τα συνήθως κρύα δελτία Τύπου προσπαθούν να αποκαταστήσουν την τάξη. Να φανεί στον κόσμο ο πραγματικός αγωνιστής της χρηματοδότησης. Στο ηγεμονεύον μοντέλο ή σε παρεμφερείς παραλλαγές του, η εξωστρέφεια είναι ευεξήγητη. Γιατί δεν πρέπει μόνο ο πολιτικός να κερδίσει ψήφους, αλλά να δικαιολογήσει γιατί ήταν σωστό που ψηφίστηκε. Να δείξει ότι εργάζεται, αφού είναι το πρόσωπο που ευκολότερα στοχοποιείται και χρειάζεται διαρκώς να απολογείται.

Μου έλεγαν ελληνο-αμερικανοί πολιτικοί ότι πάνε πόρτα πόρτα στις περιφέρειές τους. Οτι αυτό που θεωρείται παρωχημένο (όπως το να μοιράζεις διαφημιστικά πολιτευτών) είναι εξόχως αποτελεσματικό στη θάλασσα της τηλεοπτικής και διαδικτυακής πληροφορίας. Χρειάζεται να βρεθεί η γλώσσα της άμεσης, προσωπικής επαφής, του βλέμματος, της χειραψίας για να υπερνικηθεί ο φιλτραρισμένος λόγος που μεσιτεύει την πληροφορία και παίζει τον σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης.

Το ζητούμενο είναι να κερδηθεί ο θεατής-ψηφοφόρος-οπαδός. Κατανοητά όλα. Και η πολιτική και η παρεξηγημένη μεγαλοφυΐα που πρέπει να γραπωθεί από τον δημοφιλή ξενιστή. Ολοι θέλουν να προβληθούν. Ομως η αγάπη, παραφουσκωμένη με μια τόσο κάλπικη έμφαση, το γκρο πλαν της φάτσας του θρηνούντος, η πικετοφορία κοπετού, ποια πολιτική και ποια ψυχή υποβαστάζουν;