Σε μια προηγούμενη φάση είδαμε την προσπάθεια να μετατραπούν τα Εξάρχεια σε ιδιότυπη μετωνυμία του προβλήματος της «ανομίας», που από διάφορες πλευρές θεωρήθηκε ότι αποτελεί το βασικό πρόβλημα της χώρας. Αυτό σε αρκετές περιπτώσεις μεταφράστηκε σε μια επιλεκτική υπερδιόγκωση των όποιων πραγματικών περιστατικών που, όμως, διευκόλυνε την νομιμοποίηση των αστυνομικών παρεμβάσεων, ως πρακτικών επιστροφής στην «κανονικότητα», ιδίως στα μάτια όλων εκείνων που η σχέση τους με τη συγκεκριμένη γειτονιά είναι πρωτίστως διαμεσολαβημένη από τους μηχανισμούς της μαζικής επικοινωνίας, παρότι αποδείχτηκε ότι προφανώς η χώρα είχε να αντιμετωπίσει προβλήματα πολύ σοβαρότερα από τα «Εξάρχεια».

Φοβάμαι ότι το τελευταίο διάστημα γίνεται προσπάθεια να αναζητηθούν «Εξάρχεια» και εντός των Πανεπιστημίων. Αυτό έχει πάρει και τη μορφή μιας προσπάθειας να παρουσιαστούν επίσης ως χώροι «ανομίας» εξ ου και η θέσπιση της «Πανεπιστημιακής Αστυνομίας». Βεβαίως, μια προσεκτική ματιά θα δείξει ότι στο στόχαστρο δεν είναι μόνο (ούτε καν κυρίως) οι όποιες εκφράσεις μιας κουλτούρας βίας που δεν έχει θέση σε ένα χώρο ελεύθερης γνώσης και έρευνας, όσο οι μαζικές πρακτικές των κινημάτων του πανεπιστήμιου και κυρίως των φοιτητών. Κάτι που σημαίνει ότι το διακύβευμα δεν αφορά τόσο την «καλύτερη λειτουργία» των Πανεπιστημίων – η συνύπαρξη ενίοτε και συνέργεια ανάμεσα σε μεγάλα ριζοσπαστικά κινήματα και υψηλού επιπέδου επιστημονική και ερευνητική παραγωγή είναι μια διάσταση συχνά αποσιωπάται στην  σχετική συζήτηση – όσο την ιδιότυπη αποστείρωσή τους από φωνές και κινήματα αμφισβήτησης.

Επιπλέον, η επικέντρωση σε θέματα όπως καταλήψεις χώρων που λειτουργούσαν αρκετές δεκαετίες ώστε μάλλον να μην αποτελούν «πρόσκομμα» στην εκπαιδευτική λειτουργία, ενέχει τον κίνδυνο να παραβλέψουμε άλλες μορφές «ανομίας» εντός της ανώτατης εκπαίδευσης. Είτε αυτές που αφορούσαν τις πολλαπλές συναλλαγές ανάμεσα σε κομματικές παρατάξεις και διοικήσεις των πανεπιστημίων, είτε τον κίνδυνο μιας συνεχούς διάβρωσης του κριτικού και εκπαιδευτικού ρόλου των πανεπιστημίου και της αναγκαίας αυτονομίας της παραγωγής γνώσης από τη διαρκή ανάπτυξη επιχειρηματικών πρακτικών στο εσωτερικό του.