Ορισμένοι θεωρούν ότι η ανανέωση της Αριστεράς μπορεί να έρθει μέσα από τη συντριβή της. Αλλοι αναπολούν την παλαιότερη «αγνότητά της», όταν, αμέτοχη στην πολιτική διοίκηση, μπορούσε να αποτελεί μια αραιή εκφώνηση. Οι πιο απορριπτικές φωνές χρησιμοποιούν μια διλημματική κατασκευή: «φωταδιστές» Vs «σκοταδιστών». Οπου, όσο καλός είναι ο Μητσοτάκης, τόσο κακός ο Τσίπρας, όσο καλή η ΝΔ, τόσο κακός ο ΣΥΡΙΖΑ.

Τα σχήματα απλουστεύσεων που μεταχειρίζεται αυτού του τύπου η «ανάλυση» δεν χρειάζονται τη φαντασία, ούτε την πολιτική καλλιέργεια για να διατυπωθούν. Αρκεί η ένθερμη ένταξη σε μια επικράτεια (σε μια ομάδα πολεμιστών), για να ισχύσει το αποκαθηλωτικό ή εκθειαστικό επιχείρημα, χωρίς να χρειάζεται να βρει το ποιοτικό του βάθος και την αποδεικτική του δύναμη. Υπάρχουν βέβαια σοβαρές, κριτικές φωνές, που εντοπίζουν προβλήματα ιδεολογικής συνοχής, προβλήματα ποιότητας στην Αριστερά, αλλά πνίγονται από τους κυνηγούς κεφαλών, όπου μια ανόητη κουβέντα κάποιου στο FB ή την TV αποτελεί και την απόλυτη βαθμολόγηση (και απαξίωση) του πολιτικού χώρου του.

Η πραγματικότητα: απέτυχε να εκλεγεί, διορίζεται ως σύμβουλος σε μεγάλη δημόσια υπηρεσία ή διορίζεται ως υψηλό στέλεχος σε υπουργείο ή διορίζεται σε διοίκηση δημόσιας δομής υγείας, ή σε ποικίλες δομές του Δημοσίου. Εμμισθος ή ρουσφετο-κράτης. Τι διδάσκει το μοντέλο; Μπορεί να μην εκλεγείς, αλλά με κάποιον τρόπο θα αποζημιωθείς. Διαμορφώνεται μια πολιτική «εκπαίδευση» όπου στρατευόμενος κάτι θα λάβεις. Καμία προκήρυξη, κανένας διαγωνισμός, καμιά διαφάνεια.

Οταν έρθει κάποιος στην εξουσία πρέπει να κάνει, χωρίς καμιά ενοχή, τα ίδια, σε μια εφιαλτική συμμετρία. Οι πολιτικές παρατάξεις συν-καθορίζονται. Δεν αυθυπάρχουν. Χαρακτηριστικά της μιας επιδρούν και καθορίζουν την άλλη. Με την επικρατούσα αντίληψη, δημιουργείται ένα πολιτικό συνεχές, το οποίο ούτε πολιτική παράγει, ούτε την οικονομία και τη διοίκηση επιτρέπει. Οταν εμβριθείς αναλυτές θεωρούν ότι όλη η δυστυχία της χώρας οφείλεται στον ΣΥΡΙΖΑ και αν ο τελευταίος εξαφανιστεί, θα εξυγιανθεί το πολιτικό σύστημα, ταΐζουν ακριβώς και την αντίστροφη θεώρηση: για να εξυγιανθεί το πολιτικό σύστημα πρέπει να εξαφανιστεί η «επάρατος» Δεξιά. Να σημειώσουμε ότι ουδείς μεταδικτατορικός ηγέτης Δεξιάς, Κέντρου ή Αριστεράς γλίτωσε από την κατηγορία του καταστροφέα της χώρας. Ολοι, κατά καιρούς, βαφτίστηκαν ολετήρες. Αυτά τα θεωρησιακά στοιχεία εμπεδώνουν ως ζωτική ανάγκη τη λεγόμενη κομματική πειθαρχία, τη στρατολογική και όχι ιδεολογική ή αισθητική ή βιωματική ένταξη σε μια παράταξη. Στρατός, όπου πρέπει να πολεμάς τον άλλον, αλλιώς δεν θα υπάρξεις.

Τα κόμματα σε μια ισχνή παραγωγικά χώρα, όπως η δική μας, χρησιμοποιούνται σχεδόν ως προαγωγοί. Ως επινοητές ανάπτυξης (διαλέγουν τους δικούς τους μηχανορράφους εργολήπτες), ως γραφεία ευρέσεως εργασίας ή γραφεία κτήσης κοινωνικής ταυτότητας (ναρκισσισμοί όλων των χώρων, ενωθείτε). Οι «αναλυτές» μας δεν βλέπουν τις εκβολές, αμοιβαιότητες ή αντιστοιχίες, τα βαθύτερα στοιχεία που υπερκαθορίζουν την πολιτική παραγωγή. Απλώς διαλέγουν στρατόπεδο.