Σε ένα πολύ ενδιαφέρον πρόσφατο άρθρο του στα «ΝΕΑ», ο Διονύσης Νασόπουλος, κάνοντας έναν παραλληλισμό με τον Ούλοφ Πάλμε, κάνει έναν ενδιαφέροντα συσχετισμό με την «πραξικοπηματική» ανατροπή το 1975 του τότε Εργατικού πρωθυπουργού Γκοφ Ουίτλαμ στην Αυστραλία. Είχε γίνει τότε τεράστιος θόρυβος, διότι η ανατροπή είχε γίνει με πράξη του ανώτατου διοικητή της χώρας, που δρά εξ ονόματος της βασίλισσας. Υπήρχαν μάλιστα και υπόνοιες πως στην «απόλυση» είχε αναμειχθεί και το βρετανικό παλάτι. Η ιστορία είναι αρκετά σύνθετη και πολιτικά περίπλοκη.

Το Εργατικό Κόμμα είχε έρθει στην εξουσία ύστερα από 26 χρόνια μονοπώλησής της από τα συντηρητικότερα Φιλελεύθερο και Αγροτικό (Country) Κόμματα. Με πολύ μικρή όμως πλειοψηφία. Επτά μόνο έδρες στη Βουλή και μειοψηφία στη Γερουσία. Για να κυβερνήσει λοιπόν όφειλε να χτίζει συναινέσεις. Οι σημαντικές του μεταρρυθμίσεις επέβαλαν μεγάλες δημόσιες δαπάνες που δεν είχαν μεγάλη λαϊκή στήριξη. Οταν προχώρησε σε έναν μεγάλο δανεισμό, με τη μεσολάβηση μάλιστα ενός περίεργου πακιστανού επιχειρηματία, η Γερουσία «μπλόκαρε» το σχετικό νομοθέτημα (supply) που νομιμοποιούσε τη σχετική διαδικασία. Ο κυβερνήτης, σε συνεννόηση με τον πρωθυπουργό, προσπάθησε να άρει το αδιέξοδο μιλώντας και με την αντιπολίτευση. Ο Ουίτλαμ τότε σκέφτηκε να πάει σε εκλογές (είχε ξαναμπεί στην εκλογική διαδικασία πρόσφατα, φέρνοντας τα ίδια πενιχρά αποτελέσματα – χάνοντας μία ακόμη έδρα στη Βουλή), αλλά μόνο για λίγες έδρες στη Γερουσία. Σε κουβέντα του με τον πρίγκιπα Κάρολο, ο Ουίτλαμ πληροφορήθηκε πως σε περίπτωση αιτήματός του για αλλαγή του κυβερνήτη η βασίλισσα δεν είχε πρόθεση να αναμειχθεί και να το στηρίξει.

Ο κυβερνήτης εκτίμησε (όχι, υποχρεωτικά, σωστά) πως η έξοδος από το αδιέξοδο ήταν η απόλυση του πρωθυπουργού. Και ο ορισμός του Φιλελεύθερου Φρέιζερ στην εξουσία. Υπήρξαν πολλές κινητοποιήσεις, αλλά η κοινή γνώμη δεν φαινόταν να γέρνει υπέρ του Γκοφ Ουίτλαμ (βλ. βιβλίο Paul Kelly, «The Dismissal», Angus & Robertson Publishers, 1983). Κάτι που φάνηκε εξάλλου στις εκλογές. Οι Φιλελεύθεροι κέρδισαν θριαμβευτικά, με αποτέλεσμα ο Ουίτλαμ να μην επιστρέψει ποτέ στην εξουσία. Η φήμη που τον ακολούθησε ήταν θετική στον βαθμό που άγγιξε τις ιδιαίτερες ευαισθησίες των Αυστραλών σε σχέση με τη ριζική τους απεξάρτηση από τον «αποικιακό» εναγκαλισμό της Βρετανίας. Κι εκεί επάνω στηρίζεται και το βιβλίο, στο οποίο αναφέρεται ο κ. Νασόπουλος, του εξαιρετικού συγγραφέα Peter Carey («Annesia») που εμμέσως καταπιάνεται με το ζήτημα.

Ο Ουίτλαμ υπήρξε πράγματι φίλος της Ελλάδας. Και κινήθηκε ενεργητικά εναντίον της δικτατορίας. Ηταν και φίλος του Α. Παπανδρέου. Οπως και όλοι οι μεγάλοι big spenders (ανοιχτοχέρηδες με το δημόσιο χρήμα) ανά τον κόσμο. Η λογική όμως του «ξοδεύω αδιαφορώντας για το αν υπάρχει διαθέσιμο χρήμα» δεν έχει απήχηση στον αγγλοσαξονικό κόσμο. Εξ ου και η αποτυχία του Ουίτλαμ. Οσο για τη συμμετοχή του Παλατιού στη «συνωμοσία», υπάρχουν ακόμα σκοτεινά σημεία. Η καθηγήτρια Τζένι Χόκινγκ (βλ. βιβλίο της, «The Dismissal Dossier»)  χρόνια παλεύει για τη δημοσίευση των σχετικών αρχείων. Το Ανώτατο Δικαστήριο τώρα αποφάσε να το επιτρέψει. Θα μάθουμε τίποτα τελικά; Πολύ αμφιβάλλω…