Στη δημοσιότητα έδωσαν οι ειδικοί τα επιδημιολογικά στοιχεία που αφορούν στα δερματικά λεμφώματα στη χώρα μας, με αφορμή την παγκόσμια Ημέρα κατά των Σπανίων Παθήσεων (28 Φεβρουαρίου).

η αναπληρώτρια καθηγήτρια Δερματολογίας-Αφροδισιολογίας, διευθύντρια της Β’ Κλινικής Δερματικών και Αφροδισίων Νόσων Π.Γ.Ν. «ΑΤΤΙΚΟΝ» κ. Ευαγγελία Παπαδαυίδ και ο αναπληρωτής καθηγητής Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας και υπεύθυνος της Μονάδας ΑΚΘ κ. Βασίλειος Κουλουλίας φέρνουν καλά νέα, καθώς σύμφωνα με πρόσφατης ελληνικής μελέτης, πάνω από 8 στους 10 Έλληνες ασθενείς διαγιγνώσκονται σε αρχικά στάδια της πάθησης, ποσοστό υψηλότερο από το διεθνή μέσο όρο που είναι στο 75%.

Συγκεκριμένα, κάθε χρόνο καταγράφονται περίπου 50-60 νέες περιπτώσεις δερματικών λεμφωμάτων, εκ των οποίων το 60% αφορούν στη σπογγοειδή μυκητίαση.

Σύμφωνα με μελέτη που πραγματοποιήθηκε από τα Ιατρεία Δερματικών Λεμφωμάτων του Ε.Κ.Π.Α. και του Α.Π.Θ., βρέθηκε ότι ποσοστό 80% των δερματικών λεμφωμάτων διαγιγνώσκονται σε αρχικά στάδια, γεγονός που σημαίνει ήπια πορεία και καλύτερη πρόγνωση. Ο μέσος όρος ηλικίας των ασθενών είναι 61,7 έτη και η αναλογία ανδρών-γυναικών σχεδόν ίση 1:1.

Όπως επεσήμανε η κυρία Παπαδαυίδ, η έγκαιρη διάγνωση της νόσου έχει τεράστια σημασία για την αποτελεσματική αντιμετώπιση και πρόγνωσή της. Κάθε «ύποπτο» σύμπτωμα θα πρέπει να αναφέρεται στον Δερματολόγο, ο οποίος, με σειρά εξετάσεων, θα μπορέσει να κάνει τη σωστή διάγνωση. Για δεύτερη γνώμη θα πρέπει να απευθύνονται στα Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία της χώρας.

Στην Ελλάδα λειτουργούν τρία εξειδικευμένα Ιατρεία Δερματικού Λεμφώματος στα οποία μπορούν να απευθύνονται οι ασθενείς, Στο νοσοκομείο «Ανδρέας Συγγρός» (Α’ Κλινική Αφροδισίων και Δερματικών Νόσων Ε.Κ.Π.Α.), στο Π.Γ.Ν. «ΑΤΤΙΚΟΝ» (Β’ Κλινική Δερματικών και Αφροδισίων Νόσων Ε.Κ.Π.Α.) και στη Θεσσαλονίκη, στο Γ.Ν.Θ. «Παπαγεωργίου» (Β’ Κλινική Δερματικών και Αφροδισίων Νόσων Α.Π.Θ.).

Ανάλογα με τα στάδια και το είδος των βλαβών, τα δερματικά λεμφώματα μπορούν να αντιμετωπιστούν με τοπικά ή συστημικά φάρμακα, με φωτοθεραπείες, με ακτινοθεραπεία-ολοσωματική ή δέσμη ηλεκτρονίων- ενώ σε προχωρημένα στάδια εφαρμόζονται μονοκλωνικά αντισώματα, δοκιμάζεται η ανοσοθεραπεία , και τέλος χημειοθεραπευτικά σχήματα και εάν και σε αυτά δεν υπάρχει ανταπόκριση, τότε εξετάζεται το ενδεχόμενο μεταμόσχευσης μυελού των οστών η οποία φαίνεται να επιφέρει ίαση.

Όπως τόνισε ο κ. Κουλουλίας, η ολοσωματική θεραπεία με δέσμη ηλεκτρονίων (TSEB) αποτελεί ιδιαίτερα αποτελεσματική θεραπευτική επιλογή σε ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται ή έχουν υποτροπιάσει μετά από άλλη θεραπεία. Επίσης, εφαρμόζεται και παρηγορητικά σε προχωρημένα στάδια της νόσου με ικανοποιητικά αποτελέσματα σε ό,τι αφορά την ανταπόκριση της νόσου και την ανακούφιση των συμπτωμάτων.