Σε αναζήτηση της ποιότητας, ο ρόλος της πιστοποίησης
Η ποιότητα στη δια βίου και την εξ αποστάσεως εκπαίδευση πρέπει πριν απ’ όλα να αναζητείται στις διαδικασίες και τα μέσα με τα οποία προσφέρεται το εκπαιδευτικό έργο. Και όταν μάλιστα υιοθετούνται κατά κανόνα πλέον οι τεχνικές της τεχνολογικά υποστηριζόμενης μάθησης, επιδιώκοντας να εξασφαλισθεί πρόσβαση σε περισσότερους και με βελτιωμένο τρόπο. Ένα ποιοτικό λοιπόν πρόγραμμα σπουδών και επαγγελματικής κατάρτισης πρέπει, εκτός της επιστημονικής του αρτιότητας, να συνδέεται με τους εκπαιδευτικούς στόχους και το γνωστικό υπόβαθρο των εκπαιδευόμενων και, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις των προγραμμάτων κατάρτισης, να βελτιώνει τις ικανότητες και δεξιότητές τους σε συγκεκριμένους τομείς απασχόλησης (δηλαδή για συγκεκριμένες εργασίες ή επαγγελματικά «προφίλ»).

Ακόμη, η ποιότητα πρέπει να αναζητείται και στις διαδικασίες με βάση τις οποίες προσφέρεται το πρόγραμμα, δηλαδή στους τρόπους με τους οποίους παρέχεται πρόσβαση στο εκπαιδευτικό υλικό, προσφέρεται καθοδήγηση από το επιστημονικό και άλλο προσωπικό καθώς και στις μεθόδους επικοινωνίας και συνεργασίας μεταξύ των εκπαιδευόμενων, πεδίο στο οποίο οι ψηφιακές τεχνολογίες έρχονται να κάνουν τη διαφορά. Δηλαδή να προσφέρουν τη δυνατότητα για αναβαθμισμένη ποιοτικά μαθησιακή εμπειρία, κατά την οποία οι εκπαιδευόμενοι αναπτύσσουν σημαντικές ικανότητες συνεργασίας, πρωτοβουλίας, προγραμματισμού και οργάνωσης, χρήσιμες στην περαιτέρω πορεία τους στον εκπαιδευτικό και τον επαγγελματικό στίβο – στον στίβο της δια βίου μάθησης και διαρκούς αναβάθμισης των ικανοτήτων τους.

Στις αναπτυγμένες κοινωνίες η πολιτεία – το κράτος – έχει προ πολλού πάψει να αποτελεί τον μοναδικό φορέα παροχής εκπαίδευσης. Με δεδομένο ότι οι ανάγκες για εκπαίδευση και κατάρτιση αναμένεται να αυξάνουν με ταχύ ρυθμό στον ορατό χρονικό ορίζοντα, ακολουθώντας την ήδη αυξητική πορεία των τελευταίων πενήντα χρόνων, οι αναπτυγμένες κοινωνίες χρειάζεται να διασφαλίσουν τις συνθήκες για αξιόπιστη παροχή εκπαίδευσης μέσω ποικιλίας δημόσιων και ιδιωτικών φορέων, των οποίων όμως η ποιότητα της προσφοράς θα πρέπει να αποτιμάται ανάλογα. Έτσι ώστε οι πολίτες να μπορούν να κάνουν εκείνες τις επιλογές που είναι κατά περίπτωση κατάλληλες να καλύψουν τις ανάγκες εκπαίδευσης και επαγγελματικής τους ανάπτυξης.

Η αποτίμηση αυτή, που συνήθως λαμβάνει χώρα με τη μορφή πιστοποίησης της ύπαρξης ενός ελάχιστου επιπέδου ποιότητας, μπορεί να αφορά καταρχήν στις εκπαιδευτικές μεθόδους, την επάρκεια του επιστημονικού-εκπαιδευτικού προσωπικού και τις διαδικασίες αξιολόγησης, τις οποίες οφείλει να υιοθετεί ένας εκπαιδευτικός φορέας, συνολικά. Μπορεί επίσης η αποτίμηση να εστιάζει και να αφορά στις μεθόδους και την επιστημονική και εκπαιδευτική αρτιότητα ενός συγκεκριμένου προγράμματος σπουδών ή προγράμματος κατάρτισης. Στη δεύτερη αυτή περίπτωση οι πιστοποιήσεις γίνονται συνήθως με βάση διεθνή πρότυπα, τα οποία έχουν κυρίως να κάνουν με το επιστημονικό πεδίο ή τον τομέα εφαρμογής των γνώσεων και των αποκτώμενων ικανοτήτων (επαγγελματικό, κλαδικό).

Τέλος, οι πιστοποιήσεις μπορεί να αφορούν αποκλειστικά και μόνον τα αποτελέσματα της εκπαίδευσης-κατάρτισης. Δηλαδή την επιτυχή ολοκλήρωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας, μετά το πέρας της οποίας οι συμμετέχοντες θα πρέπει να έχουν αποκτήσει ένα ελάχιστο, επαρκές επίπεδο γνώσεων, οπότε και δικαιούνται τον συγκεκριμένο τίτλο σπουδών (πτυχίο). Ή, για τα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης, οι εκπαιδευόμενοι θα πρέπει με την ολοκλήρωσή τους να έχουν αναπτύξει σε επαρκές επίπεδο τις ικανότητες-δεξιότητες εκείνες, ώστε να μπορούν να φέρουν επιτυχώς σε πέρας συγκεκριμένες εργασίες.

Διαθέσιμες πιστοποιήσεις
Στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς διατίθεται ποικιλία μορφών πιστοποίησης γνώσεων και ικανοτήτων, με τις πλέον διαδεδομένες εκείνες που προσφέρονται με την ολοκλήρωση του κύκλου της σχολικής εκπαίδευσης («Απολυτήριο») και της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, πτυχία και μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών.

Αντίστοιχα, στον χώρο της αρχικής επαγγελματικής κατάρτισης, στην Ελλάδα, το κράτος, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, προσφέρει πιστοποιητικά επιτυχούς ολοκλήρωσης προγραμμάτων τεχνικής-επαγγελματικής εκπαίδευσης. Των οποίων η αξία αναγνωρίζεται ως έναν βαθμό, de facto, από την αγορά εργασίας, τις επιχειρήσεις και τους φορείς του δημοσίου (που εν δυνάμει απασχολούν προσωπικό με επαγγελματική-τεχνική εκπαίδευση).

Για συγκεκριμένους επαγγελματικούς χώρους αλλά και πεδία δεξιοτήτων έχουν διεθνώς υιοθετηθεί πρότυπα πιστοποίησης, με βάση τα οποία ο πολίτης και εργαζόμενος μπορεί να πιστοποιήσει την επάρκειά του σε γνώσεις και δεξιότητες για την άσκηση συγκεκριμένων καθηκόντων ή για τη χρήση συγκεκριμένων μεθόδων και «εργαλείων» δουλειάς. Παραδείγματα αποτελούν οι πιστοποιήσεις επάρκειας για την άσκηση επαγγελμάτων όπως των μηχανικών, των γιατρών και των δικηγόρων («άδεια άσκησης»), των λογιστών, των ελεγκτών και των αναλογιστών, αλλά και άλλων ειδικών, τεχνικών κυρίως επαγγελμάτων – ένα διεθνές πρότυπο στον χώρο αυτόν είναι τα πιστοποιητικά City & Guilds και τα ανάλογά τους.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα πιστοποιήσεων επιμέρους περιοχών δεξιοτήτων συνιστούν, στις μέρες μας, αυτά για την επάρκεια δεξιοτήτων χρήσης των ψηφιακών τεχνολογιών – στην πράξη των εφαρμογών «αυτοματισμού» εργασιών γραφείου (office applications) -, όπως προσφέρονται κατά το ECDL αλλά και σύμφωνα με άλλα, ανάλογης αξιοπιστίας, πρότυπα. Ειδικά στον χώρο της Πληροφορικής, επιπλέον, οι πολυεθνικές εταιρείες, που αναπτύσσουν και κυκλοφορούν εφαρμογές λογισμικού για διάφορες εργασίες, προσφέρουν και εκπαιδεύσεις και σε ορισμένες περιπτώσεις πιστοποιήσεις επαρκούς, αποτελεσματικής χρήσης των εφαρμογών αυτών (Oracle, Microsoft κ.α.).
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις ενδιαφέρον για τον υποψήφιο εκπαιδευόμενο έχουν
(α) ο βαθμός αναγνώρισης των πιστοποιήσεων (πιστοποιητικών) αυτών από την αγορά εργασίας και
(β) η ποιότητα του προσφερόμενου εκπαιδευτικού έργου.
Σε ό,τι αφορά την ποιότητα του προσφερόμενου εκπαιδευτικού έργου, στη μεν τυπική εκπαίδευση, σχολική και τριτοβάθμια, η ποιότητα διασφαλίζεται από την πολιτεία και αναγνωρίζεται με την αξιοπιστία των απονεμόμενων τίτλων σπουδών. Που αναγνωρίζονται, εφόσον απονέμονται από ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ευρώπη, σε όλα τα κράτη που έχουν υπογράψει στη «Διαδικασία της Μπολώνια».

Σήμερα, η ποιότητα του έργου των φορέων που προσφέρουν επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση ή άλλες μορφές μη τυπικής εκπαίδευσης έχει αρχίσει να αποτιμάται (πιστοποιείται) με βάση διεθνή πρότυπα, τα οποία ανταποκρίνονται είτε στις ανάγκες των επιμέρους πεδίων γνώσεων-δεξιοτήτων ή και στις διαδικασίες που υιοθετούν για την παροχή εκπαίδευσης.

Οι αποτιμήσεις αυτές παίρνουν άλλοτε τη μορφή βαθμολόγησης και ποιοτικής κατάταξης των προγραμμάτων σπουδών, με βάση ένα σύστημα αξιολόγησης το οποίο διαμορφώνουν ειδικοί επιστήμονες και υιοθετούν φορείς εγνωσμένου κύρους, όπως συμβαίνει με τη διεθνή κατάταξη των προγραμμάτων MBA από την εφημερίδα Financial Times. Και σε άλλες περιπτώσεις παίρνουν τη μορφή «σφραγίδας» ποιότητας (πιστοποίηση ελαχίστου ποιότητας), η οποία απονέμεται εφόσον το πρόγραμμα ή και ο φορέας που το προσφέρει τηρούν ορισμένα ελάχιστα ποιότητας. Τέτοιου τύπου πιστοποιήσεις με διεθνή αναγνώριση είναι το EQUIS του EFMD (European Foundation for Management Development), για την πιστοποίηση της ποιότητας προγραμμάτων στον χώρο της Επιστήμης της Διοίκησης (από τα Management Schools), το CeL ειδικά για τα e-learning προγράμματα σπουδών Διοίκησης και το UNIQUe, το οποίο απονέμεται ως «σφραγίδα» ποιότητας στους φορείς που προσφέρουν προγράμματα τεχνολογικά υποστηριζόμενης εκπαίδευσης (e-learning).

Ίδρυμα Λαμπράκη