36

Το φαινόμενο της καταστροφής των δασών έχει αρχίσει να αντιστρέφεται σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς τα τελευταία χρόνια η δασοκάλυψη έχει αυξηθεί σε πολλές από τις πιο «πράσινες» χώρες του κόσμου, καταλήγει διεθνής ομάδα ερευνητών.

Η αποψίλωση έχει αρχίσει να περιορίζεται, καθώς η γεωργία γίνεται πιο αποδοτική και δεν χρειάζεται επέκταση των καλλιεργήσιμων εκτάσεων, ενώ παράλληλα ενεργοποιούνται πολιτικές προστασίας των δασών και η ξυλεία προέρχεται όλο και περισσότερο από τεχνητά δάση.

Οι απώλειες, πάντως, συνεχίζουν να είναι μεγάλες στη Βραζιλία και την Ινδονησία, όπου υπάρχουν τα μεγαλύτερα τροπικά υγρά δάση του κόσμου, ενώ δραματική μείωση της δασοκάλυψης καταγράφηκε επίσης στη Νιγηρία και τις Φιλιππίνες. Η ταχύτερη επέκταση των δασών παρατηρήθηκε αντίθετα στην Κίνα, το Βιετνάμ και την Ισπανία.

Η έρευνα βασίστηκε σε στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Γεωργίας για το διάστημα 1990-2005 στις 50 χώρες του κόσμου που παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη δασοκάλυψη. Η έκταση των δασών αυξήθηκε στις 18 από τις χώρες αυτές, ενώ η συνολική βιομάζα αυξήθηκε σε 22.

Σε αντίθεση με παλαιότερες μελέτες, που βασίζονταν μόνο σε μετρήσεις της επιφάνειας των δασών, η τελευταία έρευνα έλαβε επίσης υπόψη τη συνολική βιομάζα, τον όγκο των κορμών και την κατακράτηση του ατμοσφαιρικού διοξειδίου του άνθρακα από τα δέντρα. Έξι ερευνητές από τέσσερις χώρες -ΗΠΑ, Βρετανία, Φινλανδία και Κίνα- δημοσιεύουν τα αποτελέσματά τους στο Proceedings of the National Academy of Sciences.

Οι ερευνητές εκτιμούν ότι υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στην οικονομική κατάσταση μιας χώρας και την αποψίλωση. Τα δάση σε πολλές χώρες σταμάτησαν να συρρικνώνονται όταν το κατά κεφαλήν Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν έφτασε τα 4.600 δολάρια και η οικονομία έπαψε να βασίζεται τόσο στην ξυλεία.

«Αυτή η μεγάλη αντιστροφή στη χρήση της Γης θα μπορούσε να σταματήσει την απογύμνωση της Γης και να αρχίσει μια μεγάλη αποκατάσταση του τοπίου έως το 2050, επεκτείνοντας το παγκόσμιο δάσος κατά 10% -περίπου 300 εκατ. εκτάρια, η έκταση της Ινδίας» σχολίασε ο Τζέσι Όσουμπέλ του Πανεπιστημίου Rockefeller, μέλος της ερευνητικής ομάδας.

Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ