Εμμηνόπαυση: ένας φυσιολογικός σταθμός στη ζωή της γυναίκας
Σχεδόν όλες μας έχουμε συνδυάσει τη διακοπή της περιόδου με το κατώφλι της τρίτης ηλικίας και γι΄ αυτό, όταν αρχίζουν οι πρώτες ανωμαλίες του γενετικού κύκλου -οι εξάψεις, οι εφιδρώσεις και οι έντονες εναλλαγές της διάθεσης- που σηματοδοτούν, ανάμεσα σε άλλα, την έναρξη της εμμηνόπαυσης, αισθανόμαστε τρομοκρατημένες. Το πιθανότερο είναι ότι μέρος αυτού του φόβου πηγάζει από την ανασφάλεια που νιώθουμε για τις αλλαγές που θα επέλθουν στο σώμα μας αλλά και στην ψυχολογία μας, επειδή φανταζόμαστε ότι θα μας κάνουν να νιώθουμε και να φαινόμαστε λιγότερο "γυναίκες". Τα πράγματα, όμως, δεν είναι ακριβώς έτσι και η γυναικεία μας υπόσταση δεν απειλείται από την εμμηνόπαυση, η οποία αποτελεί φυσιολογικό μέρος του κύκλου της γυναίκας και όχι νόσο.
Τι είναι εμμηνόπαυση και σε ποια ηλικία εμφανίζεται
Η εμμηνόπαυση είναι η φυσιολογική περίοδος στη ζωή μιας γυναίκας κατά την οποία σταματά η εμμηνορρυσία. Συνήθως πρόκειται για μία εξελισσόμενη κατάσταση που οφείλεται στη σταδιακή έκπτωση της λειτουργίας των ωοθηκών, που συνεπάγεται την ελάττωση των επιπέδων ορμονών ζωτικής σημασίας, όπως τα οιστρογόνα και η προγεστερόνη.
Τα ελαττωμένα επίπεδα ορμονών προκαλούν διαταραχές των εμμηνορροϊκών κύκλων και τελικά την πλήρη διακοπή τους. Επίσης ευθύνονται για τα δυσάρεστα συμπτώματα που χαρακτηρίζουν αυτή την κρίσιμη περίοδο.
Εμμηνόπαυση μπορεί ακόμα να προκληθεί και σε περίπτωση που αφαιρεθούν οι ωοθήκες για διάφορους ιατρικούς λόγους .
Το διάστημα μεταξύ της μείωσης της αναπαραγωγικής ικανότητος μέχρι την εμμηνόπαυση ονομάζεται κλιμακτήριος και διαρκεί περίπου δύο χρόνια.
Φυσιολογικά, η εμμηνόπαυση εμφανίζεται κατά μέσο όρο σε γυναίκες ηλικίας περίπου 50 ετών, με ακραίες φυσιολογικές αποκλίσεις τα 40-58 έτη. Οι πολύτοκες και οι γυναίκες με αυξημένη μάζα σώματος συνήθως εμφανίζουν καθυστερημένη εμμηνόπαυση, ενώ, αντιθέτως, οι γυναίκες που δεν έχουν τεκνοποιήσει, που καπνίζουν, παίρνουν αντικαταθλιπτικά φάρμακα, εκτίθενται σε ακτινοβολία ή έχουν εκτεθεί σε τοξικούς χημικούς παράγοντες, μπαίνουν στην εμμηνόπαυση σε μικρότερη ηλικία. πρώιμη εμμηνόπαυση (ηλικία μικρότερη των 40 ετών) έχει συσχετιστεί επίσης με οικογενή προδιάθεση.
Ποιος είναι ο ακριβής ορισμός της εμμηνόπαυσης
Η εμμηνόπαυση ορίζεται ως οριστική διακοπή της εμμήνου ρύσεως (ΕΡ) -δηλαδή πλήρη απουσία της για διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους-, η οποία οφείλεται σε αναστολή της ωρίμανσης ωαρίων στις ωοθήκες (φυσική εμμηνόπαυση) ή σε αφαίρεση των ωοθηκών (χειρουργική εμμηνόπαυση).
Σχετίζεται άμεσα με την έκκριση οιστρογόνων και προγεστερόνης. Οι παραπάνω ορμόνες αρχίζουν να παρουσιάζουν ελάττωση της έκκρισής τους μερικά χρόνια πριν από την εμμηνόπαυση, περίοδος που ονομάζεται περιεμμηνόπαυση, δημιουργώντας διαταραχές στην ΕΡ και ένα σύνολο συμπτωμάτων που οφείλονται στη σταδιακή πτώση των επιπέδων των οιστρογόνων.
Η περιεμμηνόπαυοη μπορεί να διαρκέσει και μερικά χρόνια μετά την τελευταία ΕΡ και να εκδηλωθεί με παροδική ωοθηκική δραστηριότητα που έχει ως αποτέλεσμα την πρόκληση κολπικής αιμόρροιας.
Ποιες οι επιπτώσεις της εμμηνόπαυσης στον οργανισμό
Τα συμπτώματα είναι τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά. Μπορεί να διαρκούν μήνες ή και χρόνια σε ορισμένες περιπτώσεις. Επίσης, μπορεί να είναι μόνιμα ή να παρουσιάζουν εξάρσεις και υφέσεις.
Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης είναι:
– Ακανόνιστοι εμμηνορροϊκοί κύκλοι
– Εξάψεις (Οι εξάψεις είναι ένα πρώιμο και αιφνίδιο σύμπτωμα της εμμηνόπαυσης. Ξεκινούν συνήθως στην περιεμμηνόπαυση και διαρκούν από μισό έως πέντε έτη μετά την έλευσή της. Οφείλονται σε αύξηση της περιφερικής θερμοκρασίας, πτώση της κεντρικής θερμοκρασίας του σώματος και θεωρούνται υποθαλαμικής αιτιολογίας.)
– Νυχτερινοί ιδρώτες
– Διαταραχές ύπνου
– Ξηρότητα κόλπου, κνησμός και συρρίκνωση των ιστών των γεννητικών οργάνων, που ορισμένες φορές οδηγεί σε πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή (δυσπαρευνία)
– Ξηροδερμία και ξηρότητα κολπικού βλεννογόνου (λόγω ελάττωσης του κολλαγόνου του επιθηλίου του δέρματος στο οποίο έχουν ανιχνευτεί πολλοί υποδοχείς οιστρογόνων και ανδρογόνων)
– Συχνοουρία ή ακράτεια ούρων (ακούσια απώλεια ούρων)
– Συχνότερη προσβολή από κολπικές λοιμώξεις (υποτροπιάζουσες κολπίτιδες) και ουρολοιμώξεις συνδυαζόμενες με δυσάρεστα δυσουρικά ενοχλήματα.
Αυτές οι κρίσιμες αλλαγές, σε συνδυασμό με τις μεταβολές που συμβαίνουν στο σώμα της μπορεί να οδηγήσουν σε έντονα ψυχολογικά προβλήματα και συναισθηματική φόρτιση. Στα ψυχολογικά προβλήματα της εμμηνόπαυσης περιλαμβάνονται:
– Αγχος
– Κατάθλιψη(ιδίως αν υπάρχουν και άλλοι προδιαθεσικοί παράγοντες)
– Ευερεθιστότητα και συχνό κλάμα
– Αϋπνίες
– Ελάττωση της libido (έλλειψη επιθυμίας για σεξουαλική επαφή)
– Αδυναμία συγκέντρωσης της προσοχής
– Προβλήματα μνήμης
– Έκπτωση της διάθεσης και της ενεργητικότητας
Μελέτες έχουν δείξει ότι συμβάλλει και στην εμφάνιση της νόσου Alzheimer. Επίσης τα οιστρογόνα έχουν σημαντική δράση στους αδρενεργικούς και τους σεροτονικούς υποδοχείς του εγκέφαλου και έτσι η έλλειψή τους επιφέρει αύξηση των ημικρανιών και των κεφαλαλγιών, ενώ ενδέχεται να προκληθούν και οπτικές διαταραχές.
Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που παρατηρούνται αυτή την περίοδο είναι η οστεοπόρωση, η οποία αντιπροσωπεύει την ελάττωση της οστικής μάζας. Οφείλεται κυρίως στην πτώση των οιστρογόνων. Χαρακτηριστικά παρατηρείται αύξηση της οστικής απώλειας της τάξης του 3% κάθε χρόνο για τα πρώτα πέντε χρόνια μετά την εμμηνόπαυση, συγκρινόμενη με το 0,13% ανά χρόνο που είναι προεμμηνοπαυσιακά. Έτσι, ως αποτέλεσμα έχουμε το διπλασιασμό του κινδύνου οστεοπορωτικών καταγμάτων, τα οποία είναι πολύ συχνά σε γυναίκες άνω των 60 ετών.
Τέλος, στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες έχει παρατηρηθεί τετραπλασιασμός της συχνότητας των καρδιαγγειακών επεισοδίων, κυρίως του εμφράγματος του μυοκαρδίου. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η πτώση των οιστρογόνων μετά την εμμηνόπαυση αλλάζει το λιπιδαιμικό προφίλ, οδηγώντας σε αύξηση της ολικής χοληστερόλης και ιδιαίτερα του κλάσματος των LDL («κακή» χοληστερόλη) και των λιποπρωτεϊνών και σε πτώση των HDL («καλή» χοληστερόλη).
Οι γυναίκες περιγράφουν την εμμηνόπαυση ως:
1. Το σταμάτημα της ΕΡ
2. Το τέλος της αναπαραγωγικής ικανότητας
3. Το χρόνο που γίνονται μεγάλες ορμονικές μεταβολές
4. Αλλαγή στον τρόπο ζωής
5. Αλλαγές στο σώμα
6. Αλλαγές στην ψυχολογία και τη διάθεση
Πώς διαγιγνώσκεται η εμμηνόπαυση
Συνήθως η διάγνωση τίθεται από το ιστορικό. Ο γιατρός στη συνέχεια θα σας εξετάσει και πιθανότατα θα ζητήσει τη διεξαγωγή εργαστηριακού ελέγχου, ο οποίος περιλαμβάνει τα επίπεδα των φυλετικών ορμονών, ένα test Παπανικολάου ή και έναν υπέρηχο πυέλου, μέσω των οποίων θα επιβεβαιωθεί η έλευση της εμμηνόπαυσης.
Πώς αντιμετωπίζεται
Η εμμηνόπαυση αποτελεί φυσιολογική περίοδο του γυναικείου κύκλου ζωής και όχι νόσο. Γι΄ αυτό και δεν είναι απαραίτητο να χορηγηθεί θεραπευτική αγωγή. Όμως, υπάρχουν ορισμένα προβλήματα υγείας της μετεμμηνοπαυσιακής ηλικίας, όπως η οστεοπόρωση και τα αυξημένα ποσοστά καρδιοπαθειών, που σχετίζονται άμεσα με τα επίπεδα οιστρογόνων. Για να αποτραπούν προβλήματα αυτής της φύσης, πολλές φορές, αρκετές γυναίκες επιλέγουν τη λήψη οιστρογόνων, δηλαδή την ονομαζόμενη θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης (ΘΟΥ).
Είναι πολύ σημαντικό να συζητήσετε διεξοδικά με το γιατρό σας τα υπέρ και τα κατά αυτής της επιλογής και να αποφασίσετε από κοινού. Μεγάλη σημασία για την κατάλληλη απόφαση παίζουν η ηλικία, η φυλή, το οικογενειακό και το ατομικό ιστορικό της γυναίκας, καθώς και η ύπαρξη προδιαθεσικών παραγόντων, όπως το κάπνισμα, η παχυσαρκία κ.ά.
Η ΘΟΥ είναι ένας από τους αποτελεσματικότερους τρόπους πρόληψης της οστεοπόρωσης, αλλά δεν είναι η κατάλληλη λύση για όλες τις γυναίκες.
Γυναίκες με ιστορικό καρκίνου του μαστού ή κάποιων άλλων τύπων καρκίνου, διαταραχών πήξης ή ορισμένων ηπατοπαθειών αντενδείκνυται να λάβουν οιστρογόνα.
Η ΘΟΥ έχει συσχετιστεί με ευεργετικά αποτελέσματα στη λειτουργία του καρδιαγγειακού συστήματος σε υγιείς γυναίκες. Αν όμως υπάρχει ιστορικό καρδιοπαθειών, η χορήγησή της αντενδείκνυται βάσει πρόσφατων οδηγιών της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας.
Εάν τελικά αποφασιστεί η χορήγηση οιστρογόνων, αυτά μπορούν να λαμβάνονται είτε με τη μορφή δισκίων είτε κολπικής κρέμας είτε διαδερμικά μέσω ειδικών αυτοκόλλητων (patches).
Το πιθανότερο είναι ότι αυτή η αγωγή θα χρειαστεί να συνεχιστεί μήνες ή και χρόνια.
1. Το σταμάτημα του καπνίσματος
2. Η συχνή αυτοψηλάφηση μαστού και η μαστογραφία ανά έτος για πρόληψη του καρκίνου του μαστού
3. Η σωστή διατροφή, πλούσια σε βιταμίνες και φτωχή σε λιπαρά, και η απώλεια σωματικού βάρους είναι απαραίτητες, ιδίως στις κατηγορίες των γυναικών που παρουσιάζουν και άλλους επιβαρυντικούς παράγοντες, όπως σακχαρώδη διαβήτη, υπέρταση, υπερχοληστεριναιμία, παχυσαρκία, ιστορικό καρδιαγγειακών επεισοδίων.
4. Πρέπει να ξεκινά χορήγηση βιταμίνης D και ασβεστίου ακόμα και πριν εγκατασταθεί η εμμηνόπαυση, προκειμένου να επιβραδύνουμε την απώλεια της οστικής μάζας και τα οστεοπορωτικά κατάγματα.
5. Η γυμναστική σε καθημερινή βάση είναι απαραίτητη στην εμμηνόπαυση. Διαπιστώθηκε ότι ελαττώνει τα καρδιαγγειακά επεισόδια και έχει ευεργετική επίδραση στα οστά, αποτρέποντας την οστεοπόρωση.
Αλλα απλά, ωστόσο αποτελεσματικά μέτρα
– Φοράτε βαμβακερά εσώρουχα για να αντιμετωπίσετε ευκολότερα τους νυχτερινούς ιδρώτες
– Μπορείτε να χρησιμοποιείτε κολπικές λιπαντικές αλοιφές ή κρέμες πριν από την σεξουαλική επαφή, εάν έχετε δυσπαρευνία.
– Μη διστάζετε να εκμυστηρευτείτε τα προβλήματα και τις ανησυχίες σας στο σύντροφο και στα μέλη της οικογένειάς σας ή ακόμη και να συμμετάσχετε σε ειδικά ομαδικά προγράμματα ψυχολογικής υποστήριξης μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών, αν νιώθετε την ανάγκη.
Ποια φάρμακα χρησιμοποιούμε για την εμμηνόπαυση
Πριν προβούμε σε οποιαδήποτε φαρμακευτική παρέμβαση στις εμμηνοπαυσιακές γυναίκες, πρέπει να προηγηθεί ένας λεπτομερής κλινικός και εργαστηριακός έλεγχος της κατάστασης της υγείας και να ληφθεί απαραιτήτως το ατομικό και το οικογενειακό ιστορικό της γυναίκας.
Ο σκοπός της φαρμακευτικής παρέμβασης είναι να περιορίσουμε τα ενοχλητικά συμπτώματα, όπως οι εξάψεις, η ουρογεννητική ατροφία κ.λπ., αλλά και να προφυλάξουμε τη γυναίκα από τις μακροχρόνιες επιπτώσεις της εμμηνόπαυσης.
Εάν έχετε υποβληθεί σε χειρουργική αφαίρεση μήτρας, θα χρειαστεί να λάβετε μόνο οιστρογόνα, διαφορετικά θα πρέπει να λαμβάνετε ταυτοχρόνως και προγεστερόνη, έτσι ώστε να ελαττωθεί ο κίνδυνος πιθανής εμφάνισης καρκίνου της μήτρας.
Συνήθως χρησιμοποιούνται:
Φυσικά οιστρογόνα, διφωσφονικά (για γυναίκες που είναι σε κίνδυνο να εμφανίσουν οστεοπόρωση αλλά έχουν αντένδειξη για να λάβουν θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης), τροποποιητές των υποδοχέων των οιστρογόνων (SERM).Υπάρχουν και άλλες ουσίες που πιθανόν να χρησιμοποιηθούν μελλοντικά και συνδυάζονται με λιγότερες παρενέργειες, αλλά ακόμη βρίσκονται σε πειραματικά στάδια.
Οφέλη από τη θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης
Τα οιστρογόνα, ανεξάρτητα από τον τρόπο χορήγησης (διαδερμικά, από το στόμα ή τη ρινική οδό), έχει αποδειχθεί ότι ανακουφίζουν από τα αγγειοκινητικά συμπτώματα μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα από τη λήψη τους.
Η χρήση τους έχει συνδυαστεί με ελάττωση των οστεοπορωτικών καταγμάτων σε ένα ποσοστό 30-60%.
Προκαλούν αναστροφή της ουρογεννητικής ατροφίας, αύξηση του κολπικού pΗ και της αιμάτωσης του κόλπου και ελάττωση των ουρογεννητικών
φλεγμονών.
Μέσω της αλλαγής που επιφέρουν τα οιστρογόνα στο λιπιδαιμικό προφίλ, με αύξηση κατά 10% των HDL και ελάττωση 10% των LDL, επιτυγχάνεται πρόληψη των καρδιαγγειακών επεισοδίων κατά 25-50%.
Όλα αυτά συντείνουν στην προφύλαξη των γυναικών αυτών από τα αιφνίδια καρδιαγγειακά επεισόδια και κυρίως από το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου.
Τέλος, βελτιώνουν τη διάθεση, τη διαύγεια, την ενεργητικότητα και τη μνήμη, χάρη στην ευεργετική δράση τους στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα (ΚΝΣ), και ελαττώνουν τον κίνδυνο για εμφάνιση της νόσου Alzheimer. Όλα αυτά συμβάλλουν σε μια καλύτερη ποιότητα ζωής.
Θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης και γυναικολογικοί καρκίνοι
Ένα πεδίο στο οποίο έχουν γίνει πολλές συζητήσεις, χωρία ακόμα δεν έχουν καταλήξει σε απόλυτη ομοφωνία απόψεων είναι το εάν και κατά πόσο η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης (ΘΟΥ) επηρεάζει την εμφάνιση καρκίνου του ενδομητρίου και του μαστού.
Για το ενδομήτριο έχει αποδειχθεί ότι η έκθεση σε θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης μόνο με οιστρογόνα χωρίς την ανταγωνιστική δράση των προγεσταγόνων οδηγεί σε αυξημένο κίνδυνο για υπερπλασία του ενδομητρίου κατά 20% τον πρώτο χρόνο και κατά 40% το τέλος του τρίτου χρόνου. Παρ΄ όλο που ο κίνδυνος για καρκίνο του ενδομητρίου από τη θεραπεία μόνο με οιστρογόνα είναι σημαντικά αυξημένος, οι θάνατοι από αυτό τον τύπο καρκίνου δεν είναι περισσότεροι, ίσως γιατί είναι λιγότερο επιθετικοί από αυτούς που εμφανίζονται αυθόρμητα (χωρίς να υπάρχουν προδιαθεσικοί παράγοντες).
Περισσότερο αμφιλεγόμενη είναι η σχέση της θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης με την εμφάνιση του καρκίνου του μαστού. Βάσει των τελευταίων δεδομένων, παρατηρείται αύξηση του σχετικού κίνδυνου εμφάνισης της νόσου κατά 2,3% για κάθε χρόνο λήψης της θεραπείας, μολονότι σε γυναίκες που ακολούθησαν θεραπεία λιγότερο από πέντε χρόνια δεν βρέθηκε να αυξήθηκε η συχνότητα καρκίνου του μαστού. Δεν γνωρίζουμε τι γίνεται σε μακροχρόνια χορήγηση (περισσότερα από δέκα χρόνια).
Παραδόξως, οι θάνατοι από καρκίνο του μαστού δεν φαίνεται να αυξήθηκαν με τη θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης και ενδεχομένως έχουν ελαττωθεί μεταξύ αυτών που έπαιρναν ΘΟΥ μόνο με οιστρογόνα και ανέπτυξαν καρκίνο.
health.in.gr
- Πέθανε ο Φρανκ Ο. Γκέρι – Ο αρχιτέκτονας που έκανε το μέταλλο να χορεύει, «ανέστησε» το Μπιλμπάο και έδωσε μορφή στο χάος της ζωής
- Ερυθρός Αστέρας – Μπαρτσελόνα 79-89: Με οδηγό τον Κλάιμπερν η νίκη των μπλαουγκράνα
- Πούτιν και Μόντι υπογράφουν συμφωνίες 100 δισ. [γράφημα]
- Παναθηναϊκός – Βαλένθια 79-89: Οι «νυχτερίδες» έβαλαν τέλος στο σερί του Τριφυλλιού
- Γαλατασαράι-Σάμσουνσπορ 3-2: Λύγισε στο φινάλε η αντίπαλος της ΑΕΚ
- Μείωση των παραδόσεων Airbus τον Νοέμβριο μετά από τεχνικό πρόβλημα






