Το νερό και η ποιότητά του
Σε λίγες ημέρες πλησιάζει η Παγκόσμια Ημέρα Νερού. Αυτό μας δίνει την ευκαιρία να ενημερωθούμε για τον κόπο που απαιτείται ώστε να απολαμβάνουμε καθημερινά ένα από τα πιο πολύτιμα αγαθά. Με ποιους τρόπους διασφαλίζεται η ποιότητα του πόσιμου νερού και πώς φτάνει τόσο καθαρό στο ποτήρι μας;
Η 22η Μαρτίου, Παγκόσμια Ημέρα Νερού, δίνει την ευκαιρία να μάθουμε λίγα πράγματα για την πηγή που αποτελεί σύμβολο ζωής από τα πανάρχαια χρόνια. Είναι δύσκολο για τον κοινό νου να συνειδητοποιήσει πόσες είναι οι διαφορετικές διεργασίες για την επεξεργασία και τη διασφάλιση της ποιότητας του νερού, που καθίσταται καθημερινά τόσο απαραίτητο για την υγεία του ανθρώπου και, συνάμα, τόσο προσιτό στην πλειονότητα των ελληνικών σπιτιών.
Μία απαραίτητη για την ποιότητα διεργασία επεξεργασίας του νερού είναι και η απολύμανσή του. Με την απολύμανση επιτυγχάνεται η θανάτωση ή η αδρανοποίηση των παθογόνων μικροοργανισμών (βακτηριδίων, ιών, πρωτοζώων, σπορίων και κύστεων) εντερικής προέλευσης στο νερό. Οι παθογόνοι μικροοργανισμοί υφίστανται την αλλοίωση της δομής των ενζύμων που καταλύουν ορισμένες βασικές για τη ζωή αντιδράσεις, με τη μεταβολή της λειτουργίας των έμμορφων συστατικών του κυττάρου (πυρήνας) ή, επίσης, με τη μετουσίωση του πρωτοπλάσματος. Οι πιο γνωστές χημικές ενώσεις που χρησιμοποιούνται για την απολύμανση είναι τα οξειδωτικά σώματα χλώριο, όζον, διοξείδιο του χλωρίου και υπερμαγγανικό κάλιο. Η υπεριώδης ακτινοβολία (UV) που χρησιμοποιούν ορισμένες χώρες για να επεξεργαστούν το πόσιμο νερό συνοδεύεται, περιοδικά, από τη χρήση χλωρίου, για την απολύμανση των αγωγών.
Επομένως, το χλώριο, για του οποίου τη μυρωδιά οι περισσότεροι καταναλωτές διαμαρτύρονται, είναι απαραίτητο προκειμένου να απολυμαίνεται το νερό.
Η εφαρμογή της χλωρίωσης στις περισσότερες χώρες μείωσε σημαντικά τον αριθμό των επιδημιών τυφοειδούς πυρετού. Ενώ, π.χ., το 1900 στις ΗΠΑ ο αριθμός των θανάτων από την ασθένεια ανήλθε σε 36 ανά 100.000 κατοίκους, στις μέρες μας είναι, πρακτικά, μηδέν. Στην Ελλάδα η χλωρίωση εφαρμόζεται από όλες τις Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης και Αποχέτευσης (ΔΕΥΑ). Στις μεγαλουπόλεις, όπου η κατανάλωση νερού είναι πολλαπλάσια, η άντληση ακατέργαστου νερού γίνεται κυρίως από επιφανειακά ύδατα ποταμών ή λιμνών και η χλωρίωση αποτελεί μόνο ένα από τα στάδια της επεξεργασίας του.
Η Εταιρεία Ύδρευσης και Αποχέτευσης Πρωτεύουσας (ΕΥΔΑΠ) συλλέγει ακατέργαστο νερό από τους ταμιευτήρες Ευήνου, Μόρνου και Μαραθώνα, καθώς και από τη λίμνη Υλίκης. Το νερό αυτό διοχετεύεται στα τέσσερα διυλιστήρια ύδρευσης Γαλατσίου, Αχαρνών, Πολυδενδρίου και Ασπροπύργου, όπου εκεί ολοκληρώνονται μια σειρά διεργασιών παρόμοιες για τα τέσσερα παραπάνω διυλιστήρια: πρώτα προστίθεται χλώριο και κροκιδωτικό (θειικό αργίλιο) και το νερό διοχετεύεται σε δεξαμενές για τη συσσωμάτωση, κροκίδωση και καθίζηση αιωρημάτων με το κροκιδωτικό.
Κατόπιν, το νερό διοχετεύεται σε φίλτρα άμμου, όπου γίνεται η διύλισή του (διήθηση ή φιλτράρισμα), και το φιλτραρισμένο νερό αποθηκεύεται σε δεξαμενές πριν από τη διοχέτευσή του στο δίκτυο προς κατανάλωση. Μετά τις δεξαμενές αποθήκευσης των διυλιστηρίων, το επεξεργασμένο νερό διοχετεύεται σε αγωγούς, αποθηκεύεται ξανά και μεταχλωριώνεται σε διεσπαρμένες στο λεκανοπέδιο δεξαμενές αποθήκευσης.
Πάντως, η πρόσθεση κροκιδωτικού είναι αναγκαία για τη συσσωμάτωση των αιωρημάτων σε μεγαλύτερα συσσωματώματα, με μέγεθος ικανό ώστε να συγκρατηθούν από την άμμο των φίλτρων.
Το ακατέργαστο νερό περιέχει οργανική ύλη προερχόμενη από ζώντες ή νεκρούς οργανισμούς (μην ξεχνάμε πως τα επιφανειακά νερά, δηλαδή λίμνες και ποτάμια, είναι υδάτινοι πόροι-ζωντανά οικοσυστήματα), λάσπη από τις όχθες και διαλυτά άλατα. Με την κροκίδωση επιτυγχάνεται η μείωση των δυσδιάλυτων αλάτων και μετάλλων, ενώ με την οξειδωτική δράση του χλωρίου διασπώνται οι οργανικές ύλες σε μικρότερου μεγέθους ενώσεις του άνθρακα, καθώς και οξειδώνεται η αμμωνία σε νιτρώδη και νιτρικά.
Φυσικά, οι δραστηριότητες μέσα σε ένα διυλιστήριο ύδρευσης δεν περιορίζονται στην πρόσθεση κροκιδωτικού και χλωρίου: ο καθαρισμός των φίλτρων, η συμπύκνωση της λάσπης που παράγεται από την καθίζηση και ο ποιοτικός έλεγχος κάθε σταδίου επεξεργασίας είναι στην καθημερινή διάταξη δραστηριοτήτων στο διυλιστήριο. Η EΥΔΑΠ, εξάλλου, ως οργανισμός που σέβεται το περιβάλλον, συμμετέχει σε ένα πιλοτικό πρόγραμμα με στόχο τη χρήση της λάσπης αυτής για την παρασκευή τούβλων!
Η εξασφάλιση συγκεκριμένης ποιότητας ύδατος από τα διυλιστήρια μέχρι τη βρύση του καταναλωτή είναι, αναμφίβολα, δύσκολο καθήκον. Μέσα στο διυλιστήριο γίνεται συνεχής έλεγχος σε κάθε στάδιο επεξεργασίας, ο οποίος όμως ξεκινά από τακτικές μετρήσεις παραμέτρων των υδάτινων πόρων γλυκού νερού (ταμιευτήρες Ευήνου, Μόρνου, Μαραθώνα και λίμνη Υλίκης). Στις κυριότερες φυσικές, χημικές και μικροβιολογικές αυτές παραμέτρους περιλαμβάνονται η θερμοκρασία, η θολερότητα, το διαλυτό οξυγόνο, η σκληρότητα, οι ανόργανες (φωσφορικά, αμμωνία, νιτρώδη, νιτρικά, σίδηρο, χλωριούχα κ.ά.) και οργανικές ουσίες (απορρυπαντικά, παρασιτοκτόνα, οργανικά χλωροπαράγωγα κ.ά.), καθώς και οι μικροβιολογικές (εντερόκοκκοι, escherichia coli, ολικά βακτηριοειδή, αποικίες κ.ά.).
Η θολερότητα είναι η παράμετρος βάσει της οποίας μετριέται η διαύγεια του νερού. Αυτή προέρχεται από την ύπαρξη στο νερό, σε αιώρηση ή κολλοειδή διασπορά, στερεών σωματιδίων διαστάσεων μεγέθους από ένα εκατομμυριοστό του χιλιοστού έως λίγα χιλιοστά του χιλιοστού (του μέτρου). Τα σωματίδια αυτά είναι, συχνά, οργανικής ή ανόργανης φύσης και προέρχονται από τη διάβρωση του εδάφους των επιφανειακών υδάτων ή από την επίδραση των σιδηροβακτηριδίων στα υλικά κατασκευής του δικτύου διανομής. Το νερό που λαμβάνουμε με πίεση από τη βρύση θολό περιέχει, απλώς, φυσαλίδες νερού οι οποίες εξαφανίζονται (μαζί με τη θολερότητα) έπειτα από λίγα λεπτά της ώρας.
Η σκληρότητα του νερού εκφράζει την τάση του να αποθέτει άλατα (μαγνησίου και ασβεστίου) στα δίκτυα και τις συσκευές τις οποίες διέρχεται. Χαρακτηριστική ένδειξη τυχόν υψηλής σκληρότητας αποτελεί το γεγονός ότι «κόβει» το σαπούνι κατά το πλύσιμο, επειδή σχηματίζονται αδιάλυτα άλατα των λιπαρών οξέων με το ασβέστιο. Τα επιφανειακά νερά έχουν, συνήθως, χαμηλή σκληρότητα, ενώ τα υπόγεια, που έρχονται σε μεγαλύτερη επαφή με πετρώματα, παρουσιάζουν αρκετά μεγαλύτερη. Λόγω της προέλευσης του ακατέργαστου νερού της ΕΥΔΑΠ, το νερό της είναι μαλακό έως μέτριο. Αυτή η πληροφορία ενδιαφέρει τους χρήστες οικιακών πλυντηρίων ρούχων και πιάτων, όπου, ανάλογα με τη σκληρότητα του νερού που κυκλοφορεί στους κάδους και τις σωληνώσεις τους, απαιτείται η αντίστοιχη ποσότητα αποσκληρυντικού. Η πόση μέτριου (σε σκληρότητα) νερού δεν φαίνεται να ευθύνεται για τη συσσώρευση πετρών στα νεφρά.
Οι μετρήσεις τασιενεργών (δηλαδή απορρυπαντικών), βαρέων μετάλλων, βενζολίου και παραγώγων του πραγματοποιούνται, συχνά, λόγω τυχούσας ρύπανσης των επιφανειακών νερών από ανθρωπογενείς πηγές. Ακόμα πιο συχνές είναι οι μετρήσεις αμμωνίας, νιτρικών, νιτρωδών, σιδήρου, μαγγανίου και άλλων ανόργανων ουσιών. Μάλιστα, η αμμωνία, τα νιτρικά και τα νιτρώδη συμμετέχουν στον κύκλο του αζώτου στη φύση και τα νιτρικά άλατα δεν καθίστανται τοξικά σε μικρές συγκεντρώσεις.
Εμπλουτισμός υδάτων σε αμμωνία γίνεται από την έλλειψη διαλυτού στο νερό οξυγόνου και από κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις στην περιοχή του υδροφορέα. Τα νιτρώδη άλατα θεωρούνται τοξικά γιατί συμβάλλουν στη μετατροπή της αιμοσφαιρίνης σε μεθαιμοσφαιρίνη, που δεν μπορεί να μεταφέρει το οξυγόνο στον οργανισμό, με αποτέλεσμα να προκαλούν ακόμα και το θάνατο στα βρέφη. Το χλώριο μετατρέπει τα νιτρώδη και την αμμωνία σε αβλαβή νιτρικά.
Στις παραμέτρους του ελέγχου μετά την επεξεργασία του νερού προστίθενται το χλώριο και τα χλωριοπαράγωγα. Η παρουσία αυξημένων ποσοτήτων χλωρίου στο νερό τού προσδίδει μια δυσάρεστη γεύση, ειδικά το Σεπτέμβριο, οπότε όλοι οι κάτοικοι της πρωτεύουσας, έχοντας συνηθίσει είτε στο μη χλωριωμένο νερό των πηγών της ορεινής Ελλάδας είτε στο εμφιαλωμένο νερό που καταναλώνουμε στα νησιά, διαμαρτυρόμαστε έντονα για την ποιότητα του αθηναϊκού νερού. Πράγματι, τα τηλεφωνήματα διαμαρτυριών σε σχέση με την οσμή του νερού αυξάνουν κατά πολύ το Σεπτέμβριο, μετά τις διακοπές!
Ο έλεγχος ποιότητας ύδατος σταματά, κυριολεκτικά, στη βρύση του σπιτιού μας! Δειγματοληψίες πραγματοποιούνται περιοδικά σε περισσότερα από 350 σημεία του λεκανοπεδίου και, φυσικά, όποτε το ζητήσει κάποιος καταναλωτής που νομίζει πως το νερό της βρύσης του έχει αδικαιολόγητα αλλοιωμένη γεύση ή οσμή. Τα δείγματα υποβάλλονται σε εξετάσεις χημικές και μικροβιολογικές ως προς τις σημαντικότερες από τις προαναφερθείσες παραμέτρους.
Καταλαβαίνουμε, βέβαια, ότι η διασφάλιση της ποιότητας του πόσιμου νερού είναι δύσκολη και κοπιαστική εργασία, στην οποία εφαρμόζονται πολλές αρχές της σύγχρονης βιολογίας και χημείας, και το ίδιο το έργο όσων αγωνίζονται για τη βέλτιστη παροχή του αγαθού που έχουμε μάθει να απολαμβάνουμε έχει άμεσα αποτελέσματα στην υγεία όλων μας.
Στέλιος Σάμιος
Χημικός Πανεπιστημίου Αθηνών – ΜΒΑ σε Διαχείριση Ολικής Ποιότητας
health.in.gr
- Ο Καναδάς αφαιρεί τη Συρία από τη μαύρη λίστα των κρατών που υποστηρίζουν την τρομοκρατία
- Ουκρανία: Η όποια «αληθινή πρόοδος» για την αποκατάσταση της ειρήνης εξαρτάται από τη Ρωσία, λένε οι ΗΠΑ
- Στα «Νέα Σαββατοκύριακο»: Τρεις προ(σ)κλήσεις
- Μπενφίκα – Σπόρτινγκ 1-1: Χωρίς νικητή το ντέρμπι της Λισαβόνας
- ΗΠΑ: Η κυβέρνηση Τραμπ θα επεκτείνει την ταξιδιωτική απαγόρευση για πολίτες πάνω από 30 χωρών
- Μάιντς – Γκλάντμπαχ 0-1: Ο Ντα Κόστα καταδίκασε την ομάδα του





