Με την έμμετρη, αιχμηρή κωμωδία του Μολιέρου «Ο Μισάνθρωπος» θ’ αναμετρηθεί τη χειμερινή σεζόν η ομάδα Aether, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Γιάννη Μπουραζάνα. Τη μετάφραση υπογράφει η Θεοδώρα Τσάμη, η οποία κρατά και τον ρόλο της Αρσινόης.

Ο Αλσέστ δεν μισεί τους ανθρώπους· απλώς δεν μπορεί να τους αγαπήσει έτσι όπως είναι. Θέλει έναν κόσμο καθαρό, ειλικρινή, απόλυτο – όπως και τον έρωτα που νιώθει για τη Σελιμέν. Εκείνη τον αγαπά, αλλά όχι με τον τρόπο που εκείνος απαιτεί. Το χάσμα ανάμεσά τους δεν είναι έλλειψη αγάπης, αλλά ασυμφωνία στις προσδοκίες.

Καθώς ο Αλσέστ παλεύει να φτιάξει έναν καλύτερο κόσμο για να χωρέσει την αγάπη του, όλα γύρω του γκρεμίζονται. Και τελικά μένει μόνος – όχι γιατί δεν υπήρξε αγάπη, αλλά γιατί δεν άντεξε τίποτα λιγότερο από την τελειότητα.

«Ο Μισάνθρωπος» του Μολιέρου είναι ένα δεικτικό σχόλιο για την υποκρισία της κοινωνίας και την ίδια στιγμή στηλιτεύει μοναδικά τα-αέναα- ελαττώματα των ανθρώπων. Μια έμμετρη κωμωδία σε πέντε πράξεις που πρωτοπαρουσιάστηκε στο Παρίσι το 1666 και όμως, τόσους αιώνες μετά, παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη.

Ο Γιάννης Μπουραζάνας μιλά στο in για όλα όσα θα δούμε στον «Μισάνθρωπο» και το πως η ιστορία του Αλσέστ «καθρεφτίζεται» στο σήμερα

Στη σημερινή εποχή των social media και της δημόσιας εικόνας, θεωρείτε ότι ο «Μισάνθρωπος» έχει αποκτήσει ακόμη πιο αιχμηρή επικαιρότητα;

Ναι, πιστεύω πως ο Μισάνθρωπος σήμερα γίνεται ακόμη πιο επίκαιρος. Ζούμε σε μια εποχή όπου η δημόσια εικόνα συχνά υπερισχύει της αλήθειας και της ειλικρινούς σχέσης. Η ανάγκη μας να «φανούμε» αντικαθιστά πολλές φορές την ανάγκη μας να «συναντηθούμε». Ο Αλσέστ ζητά έναν κόσμο χωρίς προσποιήσεις, χωρίς κοινωνικά παιχνίδια· έναν κόσμο όπου να μπορεί να εξομολογηθεί τον έρωτά του και να γίνει πιστευτός. Αυτό τον καθιστά βαθιά σύγχρονο. Μέσα στην υπερέκθεση των social media, η μοναξιά γίνεται πιο έντονη. Ο Αλσέστ απλώς τολμά να το πει. Και γι’ αυτό παραμένει αναγκαίος.

Σαν σκηνοθέτης, βλέπετε το έργο ως έναν κόσμο γεμάτο ανεκπλήρωτο έρωτα. Πώς συναντήθηκε η δική σας οπτική με τη δική του;

Αυτό που με συγκίνησε στον Μισάνθρωπο είναι ότι πίσω από τις συγκρούσεις και τη σάτιρα υπάρχει μια βαθιά ανάγκη για αγάπη. Είδα τον Αλσέστ όχι ως έναν άνθρωπο που μισεί, αλλά ως κάποιον που αγαπά με τέτοια ένταση, ώστε ο κόσμος γύρω του δεν μπορεί να την αντέξει. Η δική μου οπτική συναντά τη δική του εκεί ακριβώς: στην προσπάθεια να φτιάξει έναν χώρο – έναν «κήπο» – όπου ο έρωτας θα μπορούσε επιτέλους να υπάρξει. Κι όμως, αυτή η προσπάθεια επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, χωρίς να ολοκληρώνεται ποτέ. Ένας κόσμος γεμάτος επιθυμία, αλλά χωρίς πραγματική συνάντηση.

Σκεφτήκατε ποτέ να διαφοροποιήσετε κάποιον χαρακτήρα ώστε να γίνει πιο «προσβάσιμος» στον σημερινό θεατή ή επιλέξατε να τον αφήσετε όπως τον έγραψε ο Μολιέρος;

Δεν ένιωσα την ανάγκη να «εκσυγχρονίσω» κάποιον χαρακτήρα. Αντίθετα, προσπάθησα να ακούσω προσεκτικά τι ζητούν οι ίδιοι σήμερα, μέσα από τον τρόπο που υπάρχουν στη σκηνή. Οι άνθρωποι του Μολιέρου έχουν τις ίδιες αγωνίες που έχουμε κι εμείς: θέλουν να αγαπήσουν και να αγαπηθούν, αλλά σκοντάφτουν στον φόβο, στην εικόνα, στην ανάγκη να φανούν. Αυτό που άλλαξα δεν ήταν ο χαρακτήρας, αλλά το πώς κοιτάμε την πράξη του έρωτα. Τους αφήσαμε όπως είναι και φωτίσαμε την επιθυμία τους. Κι έτσι, χωρίς να τους προσαρμόσουμε, έγιναν ξαφνικά σημερινοί.

Ποιο στοιχείο της σκηνοθεσίας θεωρείτε πιο κρίσιμο για να «αποτυπωθεί» στη σκηνή η ένταση ανάμεσα στην αγάπη και την αποξένωση;

Το πιο κρίσιμο στοιχείο για μένα είναι ο τρόπος που τα σώματα συνυπάρχουν στον χώρο. Η ένταση ανάμεσα στην αγάπη και την αποξένωση δεν εκφράζεται με μεγάλα λόγια, αλλά με το πόσο κοντά μπορούν να βρεθούν δύο άνθρωποι χωρίς να αγγίξουν ο ένας τον άλλο. Οι ηθοποιοί πλησιάζουν ο ένας τον άλλον, σχεδόν ενώνονται, και μετά απομακρύνονται ξανά. Αυτή η διαρκής κίνηση προς και από τον άλλον γίνεται ο ρυθμός της παράστασης. Σε έναν κατεστραμμένο κήπο που ο Αλσέστ προσπαθεί να φτιάξει, το σώμα γίνεται η απόδειξη: ο έρωτας υπάρχει, αλλά δεν ολοκληρώνεται ποτέ.

Γιατί πιστεύετε ότι το κοινό του 2025 πρέπει να δει τον «Μισάνθρωπο»;

Γιατί ο Μισάνθρωπος μιλά για μια ανάγκη που παραμένει επείγουσα: να αγαπήσουμε αληθινά. Το 2025 μπορεί να έχουμε περισσότερα μέσα επικοινωνίας από ποτέ, αλλά η ουσιαστική συνάντηση γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Ο Αλσέστ μας θυμίζει το τίμημα του να επιθυμείς την αλήθεια χωρίς εκπτώσεις. Ο αγώνας του να «φτιάξει τον κήπο» ώστε να χωρέσει μέσα του ο έρωτας είναι ο αγώνας πολλών ανθρώπων σήμερα. Η παράσταση δεν δίνει απαντήσεις. Προτείνει μια ερώτηση: πόσο αντέχουμε την ευθύνη της αγάπης; Και τι χάνουμε όταν δεν τολμάμε να την διεκδικήσουμε;