Στις 12 Μαΐου 2012 απεβίωσε στην Αθήνα η Αικατερίνη Κουμαριανού, ιστορικός ειδικευμένη σε θέματα του Νέου Ελληνισμού.

Η γεννημένη το 1919 Κουμαριανού –με καταγωγή εκ πατρός από την Κωνσταντινούπολη και εκ μητρός από τη Χίο–, επηρεασμένη από τον τρόπο σκέψης και τα διδάγματα της πρωτοπόρου παιδαγωγού Ρόζας Ιμβριώτη στο Μαράσλειο Διδασκαλείο, σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Ακολούθως, έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι, στην École des Hautes Études en Sciences Sociales (EHESS), και διετέλεσε καθηγήτρια Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης (Université Paris – Sorbonne, Paris IV) και διευθύντρια του Νεοελληνικού Ινστιτούτου του ίδιου πανεπιστημίου.

Η Κουμαριανού είχε την τύχη να συμπορευτεί επί μακρόν (αρχής γενομένης από το 1947) με μια εξέχουσα φυσιογνωμία των ελληνικών γραμμάτων, τον Κ. Θ. Δημαρά, τον οποίον φρόντιζε πάντα να εκθειάζει για τις γνώσεις του και τη γενναιοδωρία του προς τους νεοτέρους.

Πέραν της Σορβόννης, η Κουμαριανού δίδαξε ως επισκέπτρια καθηγήτρια στα Πανεπιστήμια Αθηνών και Κύπρου.

Συνεργάστηκε με το περιοδικό «Ο Ερανιστής», καθώς και με τις «Εποχές», το εξαίρετο περιοδικό που εξέδωσε ο Χρήστος Λαμπράκης με διευθυντή τον Άγγελο Τερζάκη και συμβούλους έκδοσης πνευματικές προσωπικότητες της προδικτατορικής περιόδου.

Πολλά και αξιοπρόσεκτα υπήρξαν τα δημοσιεύματα (βιβλία και άρθρα) της Κουμαριανού, ποικίλες οι αναζητήσεις της και οι θεματικές της: κίνημα Νεοελληνικού Διαφωτισμού, έργο Αδαμάντιου Κοραή, ελληνικός Τύπος του 18ου και του 19ου αιώνα, πολιτική δράση, περιηγητισμός και γεωγραφία, ελληνική βιβλιοπαραγωγή, αλληλογραφίες, σχέση ελληνικής και ευρωπαϊκής παιδείας.

Στο βιβλίο που τιτλοφορείται «Αικατερίνη Κουμαριανού – Σελίδες για τη ζωή και το έργο της» (έκδοση Μουσείου Μπενάκη, Αθήνα, 2016) και περιλαμβάνει τα κείμενα ομιλιών που είχαν εκφωνηθεί το 2014 για την εκλιπούσα, ο ιστορικός Δημήτρης Αρβανιτάκης, υπεύθυνος του Τμήματος εκδόσεων του Μουσείου Μπενάκη, χαρακτηρίζει την Κουμαριανού «πνευματικό άνθρωπο εν εγρηγόρσει».

Εξάλλου, ο Γιώργος Τόλιας, ιστορικός και διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, έγραφε στο «Βήμα» λίγες ημέρες μετά το θάνατο της Κουμαριανού:

«Με πολλαπλές διαδοχικές προσεγγίσεις η Αικατερίνη Κουμαριανού φώτισε τις αφετηρίες και τις πρώτες ύλες της διαμόρφωσης των ιδεών, τους φορείς που τις εξέφρασαν και τα μέσα που επιστρατεύθηκαν, τα δίκτυα που συγκροτήθηκαν και διά των οποίων οι ιδέες διακινήθηκαν, ωρίμασαν ή αλλοιώθηκαν. Με άλλα λόγια, μια ιστορική θεώρηση των ιδεών στο φτιάξιμό τους. Ιστορικός της δημόσιας σφαίρας, αλλά και μέτοχός της, παρενέβη όσο μπορούσε με τη διδασκαλία και την παρουσία της. Όπως ο Κ. Θ. Δημαράς, έτσι και αυτή κινήθηκε εκτός της θεσμοθετημένης ακαδημαϊκής σταδιοδρομίας, διαφυλάττοντας αυτονομία και ελευθερία. Ήξερε να δίνει νόημα σε ό,τι επέλεγε, ακόμη και σε τετριμμένες για άλλους συμβάσεις, όπως ήξερε να οικοδομεί σχέσεις βαθιάς οικείωσης.

Ήξερε να διεκδικεί και να κερδίζει, αλλά και να αναγνωρίζει, να εκτιμά. Κυρίως, να συνδιαλέγεται και να προσφέρει, μέσα σε πνεύμα αμοιβαιότητας και σεβασμού. Πάνω απ’ όλα, η Αικατερίνη Κουμαριανού διέθετε σπάνιο προσωπικό χάρισμα και ύφος. Δεν ήταν από απλή σοφιστική επιτήδευση, αλλά κάτι βαθύτερο, που χαρακτηρίζει τον συνειδητοποιημένο, τον ουσιαστικά πεπαιδευμένο άνθρωπο. Η Αικατερίνη συνταίριαζε ήθος, κομψότητα και γνώση, και τα σκορπούσε γύρω της με άκρα φυσικότητα, ως άρωμα μιας αυθεντικής, προσωπικής επιλογής ζωής».