Με τον θάνατο του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου κλείνει ένα μεγάλο κεφάλαιο της πολιτικής ιστορίας της Ελλάδας, το οποίο σημαδεύτηκε από ορισμένες από τις μεγαλύτερες πολιτικές κρίσεις του προηγούμενου αιώνα.

Ο Κωνσταντίνος ορκίστηκεΒασιλιάς των Ελλήνων, στις 7 Μαρτίου 1964, σε ηλικία 24 ετών, τρεις ώρες μετά τον θάνατο του πατέρα του, Βασιλέα Παύλου.

«ΤΑ ΝΕΑ», 7.3.1964, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» Ι «ΤΑ ΝΕΑ»

Γράφουν «ΤΑ ΝΕΑ», της 7ης Μαρτίου:

«Τρεις ώρες μετά τον θάνατο του Βασιλέως Παύλου ο Διάδοχος Κωνσαντίνος είχε ορκισθή Βασιλεύς των Ελλήνων. Η τελετή της ορκωμοσίας ήτο ιδιαίτερα συγκινητική. Έγινε ακριβώς στις 07:15 μ.μ. στην μεγάλη αίθουσα τελετών των Ανακτόρων των Αθηνών.

»Νωρίτερα είχαν συγκεντρωθή στα Ανάκτορα ο πρόεδρος της Κυβερνήσεως κ. Γ. Παπανδρέου και τα μέλη της κυβερνήσεως, ο πρόεδρος της Βουλής κ. Η. Τσιριμώκος, οι αρχηγοί των κομμάτων κ.κ. Π. Κανελλόπουλος και Σπ. Μαρκεζίνης, ο πρώην πρόεδρος της Βουλής κ. Κ. Ροδόπουλος και τριάντα βουλευταί εξ όλων των κομμάτων.

Η ορκωμοσία

»Ευθύς αμέσως ενεφανίσθη ο νέος Βασιλεύς με μεγάλη στολή στρατάρχου φέρων την στραταρχικήν ράβδο, την ταινία του Σωτήρος και τους τέσσερις αστέρες των Ελληνικών Βασιλικών Ταγμάτων.

(…)

»Όταν εισήλθε στην αίθουσα ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος ήταν κάτωχρος και κατηυθύνθη αμέσως προς τον Αρχιεπίσκοπο και ασπάσθηκε το Ιερό Ευαγγέλιο.

»Εν συνεχεία έλαβε θέσι εμπρός από μία τράπεζα η οποία ήταν σκεπασμένη με κόκκινο βελούδο και είχε επ’ αυτής δύο μεγάλες λαμπάδες σε χρυσά κηροπήγια, ένα σταυρό και το Ευαγγέλιο.

»Ακολούθως ο Αρχιεπίσκοπος ανέπεμψε σύντομη δέησι και μετ’ αυτήν ο πρόεδρος της Κυβερνήσεως κ. Γ. Παπανδρέου ανήγγειλε επισήμως τον θάνατο του Βασιλέως Παύλου ειπών τα εξής:

“Με βαθυτάτην θλίψιν ανακοινώ τον θάνατον του Βασιλεώς Παύλου. Ανέρχεται εις τον θρόνον ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος, ο οποίος συμφώνς προς το Σύνταγμα, θα ομώση τον όρκον”.

«ΤΑ ΝΕΑ», 7.3.1964, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» Ι «ΤΑ ΝΕΑ»

O όρκος

»Ο νεαρός Βασιλεύς με ζωγραφισμένη την οδύνη στο πρόσωπο και με φωνή παλλομένη έδωσε τον νενομισμένο όρκο επαναλαμβάνων φράσι προς φράσι το κείμενο, το οποίον ανεγίγνωσκεν ο Αρχιεπίσκοπος:

«Ομνύω εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος, να προστατεύω την επικρατούσαν θρησκείαν των Ελλήνων, να φυλάττω το Σύνταγμα και τους νόμους του Ελληνικού Έθνους και να διατηρώ και υπερασπίζω την εθνικήν ανεξαρτησίαν και ακεραιότητα του Ελληνικού Θρόνου».

»Τη στιγμή που ετελείωσε η απαγγελία του όρκου ο πρωθυπουργός κ. Γ. Παπανδρέου ανεφώνησε:

–       Ζήτω ο Βασιλεύς.

Οι παριστάμενοι επενέλαβαν:

–       Ζήτω ο Βασιλεύς.

»Ο Βασιλεύς  Κωνσταντίνος κατηυθύνθη αμέσως προς την τράπεζα, όπου ο γραμματεύς κ. Γερουλάνος του έδωσε πέννα, για να υπογράψη το πρωτόκολλο της ορκωμοσίας.

Πρώτη συνεργασία Κωνσταντίνου – Γεώργιου Παπανδρέου

«Μετά την υπογραφή του πρωτοκόλλου Βασιλεύς και πρωθυπουργός απεσύρθησαν σε συνεργασία, που παρετάθη επί 30 και πλέον λεπτά. Εν συνεχεία ο βασιλεύς Κωνσταντίνος ηχογράφησε το διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό, που μεταδόθηκε χθες από το Ραδιόφωνο.

«ΤΑ ΝΕΑ», 7.3.1964, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» Ι «ΤΑ ΝΕΑ»

Η παραίτηση και η ανανέωση εμπιστοσύνης

»Ο νέος Βασιλεύς δεν έκαμε αποδεκτή την παραίτησι που του υπέβαλε τυπικώς ο κ. πρωθυπουργός, δηλώσας προς αυτόν, ότι του ανανεώνει την εμπιστοσύνη.

»Κατά την πρώτη συνεργασία Βασιλέως – πρωθυπουργού ο Ρυθμιστής του Πολιτεύματος, επανέλαβε προς αυτόν εκείνο που αναφέρει στο Διάγγελμά του προς τον λαό, ότι δηλαδή θα είναι άγρυπνος φρουρός του Δημοκρατικού Πολιτεύματος.

Το ραδιοφωνικό διάγγελμα

Μεταξύ άλλων στο ραδιοφωνικό του διάγγελμα, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος είχε αναφέρει:

“Η πρώτη μου σκέψις ως Βασιλέως των Ελλήνων στρέφεται προς τον Λαόν μου. Εκφράζω την βαθειάν ευγνωμοσύνην εμού και της οικογενείας μου διά την αγάπην με την οποίαν ο Ελληνικός Λαός περιέβαλε τον Πατέρα μου.

Την αγάπην αυτήν ο Βασιλεύς Παύλος ησθάνετο μέχρι των τελευταίων του στιγμών να τον περιβάλλη θερμή και στοργική.

(…)

“Διαδέχομαι εις τον Θρόνον τον Πατέρα μου με στερράν απόφασιν να ακολουθήσω πιστώς το υψηλόν παράδειγμά Του και να εμπνέωμαι πάντοτε κατά την εκπλήρωσιν των συνταγματικών καθηκόντων μου από τας αρετάς Του.

“Yπόσχομαι, να υπηρετήσω την Πατρίδα αφωσιωμένος ολοψύχως και με όλας μου τας δυνάμεις, φρουρός άγρυπνος των ελευθέρων θεσμών του δημοκρατικού πολιτεύματος. Μοναδική μου σκέψις και φροντίς θα είναι εις πάσαν περίστασι το αληθές και υπέρτατον συμφέρον της Πατρίδος μας.»

Η συνέχεια της βασιλείας του

Σχετικά σύντομα πάντως η βασιλεία του Κωνσταντίνου σημαδεύτηκε από βαθύτατες πολιτικές και πολιτειακές κρίσεις.

Έναν χρόνο περίπου μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, άνοιξη – καλοκαίρι του 1965 ,η υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ, θα οδηγήσει τις σχέσεις Βασιλιά Κωνσταντίνου και πρωθυπουργού Γεώργιου Παπανδρέου σε αδιέξοδο.

Ιουλιανά

Πρόκειται για τη μεγάλη πολιτική κρίση που έμεινε χαραγμένη στη συλλογική μνήμη ως τα «Ιουλιανά» του 1965.

Ο Γεώργιος Παπανδρέου δηλώνει ότι θα παραιτηθεί και ο βασιλίας Κωνσταντίνος με αιφνιδιαστική κίνηση δίνει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον πρόεδρο της Βουλής και στέλεχος της Ενώσεως Κέντρου, Γεώργιο Αθανασιάδη – Νόβα. 45 βουλευτές του κόμματός της Ενώσεως Κέντρου, σχηματίζουν και στηρίζουν την κυβέρνηση αυτή. Η κίνηση αυτή θα χαρακτηριστεί από τον Γεώργιο Παπανδρέου και τους υποστηρικτές του ως «Αποστασία», σημαδεύοντας για δεκαετίες την ελληνική πολιτική ζωή.

Η Χούντα των Συνταγματαρχών

Στις 21 Απριλίου 1967, η Χούντα των Συνταγματαρχών καταλαμβάνει την εξουσία και καταλύει το πολίτευμα. Αργότερα ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος θα δεχθεί έντονη κριτική για απαθή, αν όχι φιλική, στάση απέναντι στο πραξικόπημα αυτό.  Ο ίδιος υποστήριζε πάντα ότι όλες του οι ενέργειες την περίοδο εκείνη έγιναν με πρωταρχικό στόχο να μην οδηγηθεί η χώρα σε αιματοκύλισμα.

Το Αντικίνημα

Τον Δεκέμβριο του 1967 με την στήριξη πιστών σε εκείνον στρατιωτικών μονάδων και με βάση την Καβάλα, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος επιχείρησε να ανατρέψει το δικτατορικό καθεστώς του Γεώργιου Παπαδόπουλου.

Η προσπάθειά του απέτυχε και ο Κωνσταντίνος αποχώρησε με την οικογένειά του για την Ιταλία. Τα καθήκοντά του τα ανέθεσε η Δικτατορία στον στρατιωτικό Γεώργιο Ζωιτάκη χρήζοντάς τον Αντιβασιλέα.

Κατάργηση της Βασιλείας

Τον Ιούνιο του 1973 με αφορμή το αντιδικτατορικό Κίνημα του Ναυτικού, η Χούντα προχωρά στην κατάργηση της συνταγματικής μοναρχίας, που έτσι κι αλλιώς λειτουργούσε τυπικά.

Στις 23 – 24 Ιουλίου του 1974 η δικτατορία πέφτει και στις 8 Δεκεμβρίου 1974, με τη Δημοκρατία στην Ελλάδα να έχει αποκατασταθεί, διενεργείται δημοψήφισμα για τη μορφή του πολιτεύματος μεταξύ Βασιλευόμενης και Αβασίλευτης Δημοκρατίας.

Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ήταν 69,2% υπέρ της Αβασίλευτης Δημοκρατίας.