«Σηκώνουν κεφάλι (οι φασίστες);» αναρωτιούνταν πρωτοσέλιδα «ΤΑ ΝΕΑ», με αφορμή όσα συμβαίνουν στη Σταυρούπολη Θεσσαλονίκης. Προφανώς. Η φυλάκιση των κεντρικών στελεχών της Χρυσής Αυγής, στην οποία δικαστικώς αποδόθηκε ο χαρακτηρισμός της εγκληματικής συμμορίας, δεν θα μπορούσε να εξαλείψει τα φαινόμενα που γεννούν τον ακροδεξιό εξτρεμισμό. Η κοινωνία είναι φυτώριο βίαιων και φασιστικών συμπεριφορών, από τη στιγμή που οι παραδοσιακές δομές της, η οικογένεια και κυρίως το σχολείο αδυνατούν να δώσουν νόημα στις ζωές νέων παιδιών που να έχει σχέση με την ανθρωπιστική παιδεία. Η δημοκρατία για τέτοια παιδιά, που μαθαίνουν τη ζωή ως διαρκή αγώνα επιβολής και είναι έτοιμα για τα πάντα, είναι κενό γράμμα.

Αλλά οι αυτόκλητοι αντιφασίστες φοιτητές, που έσπευσαν στη Σταυρούπολη να συνετίσουν διά της βίας τους αντιπάλους τους (οι οποίοι είχαν κάνει σαφές ποιοι κάνουν κουμάντο στο συγκεκριμένο σχολείο), δεν είναι η λύση του προβλήματος. Μάλλον σημαίνει την αναπαραγωγή του και τη διαιώνισή του. Οι βίαιες εχθροπραξίες αντίπαλων ιδεολογιών, σε βάρος των κανόνων και των θεσμών της δημοκρατίας, το μόνο που αφήνουν πίσω τους είναι μίσος και βία – και πολλαπλάσια αδιέξοδα. Στη Βαϊμάρη, όπου η πολιτική βία υπονόμευσε τη δημοκρατία, στο τέλος κυριάρχησε το τέρας του ναζισμού.Στην Ελλάδα, την περασμένη δεκαετία, ζήσαμε την άνοδο του ναζιστικού φαινομένου αλλά και την πτώση του χάρη στην αντίδραση του δημοκρατικού κράτους.

Σε περίοδο έντονης πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, μια περιθωριακή κοινωνική γκρούπα καβάλησε το τρένο του αντισυστημισμού και του αντιμνημονίου εκφράζοντας κοινοβουλευτικά το βίαιο και καταπιεσμένο κομμάτι του εκλογικού σώματος που έως τότε δεν είχε φωνή και ενιαία έκφραση. Το πολιτικό αυτό μόρφωμα, το οποίο παρά το ιδεολογικό χάσμα συμπορεύτηκε με διάφορους άλλους ολοκληρωτισμούς που είχαν αντιευρωπαϊκούς και αντιδημοκρατικούς στόχους, δεν το εξουδετέρωσαν οι αντιφασιστικές ομάδες της Αριστεράς αλλά το συντεταγμένο κράτος. Πρωτίστως, οι πολιτικές αποφάσεις της κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και η γενναιότητα των δικαστών που θεμελίωσαν υπό αντίξοες συνθήκες τον εγκληματικό χαρακτήρα της δράσης των πρωτοκλασάτων στελεχών του. Αν η δημοκρατία δεν είχε παραλείψει να συγκρουστεί μετωπικά μαζί τους, είναι βέβαιο ότι οι διάφορες ομάδες της Χρυσής Αυγής ακόμα θα κυνηγούσαν και θα έσφαζαν μετανάστες.

Γκρινιάζουν, ακούω, διάφοροι εκπρόσωποι κομμουνιστικών εκδοχών της Αριστεράς επειδή λέει τους εξισώνουν με τους φασίστες. Είναι λάθος να τους εξισώνουν. Αλλά χρειάζεται να τονίζεται ότι αυτοί στηρίζουν έναν άλλο, επίσης απεχθή και απάνθρωπο ολοκληρωτισμό, που επίσης αντιστρατεύεται τη δημοκρατία – στο όνομα του οποίου επίσης έγιναν πρωτοφανή εγκλήματα.

Συμπέρασμα: η δημοκρατία χρειάζεται να επαγρυπνεί απέναντι στους ολοκληρωτισμούς και στον βίαιο χαρακτήρα τους. Να μη συμβιβάζεται μαζί τους και να είναι έτοιμη να τους συντρίψει.