Η επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στη θαλάσσια περιοχή του Ιονίου μπορεί να ερμηνευθεί με δύο τρόπους. Ο ένας είναι ότι αναγνωρίζουμε πως τέτοιες αποφάσεις λαμβάνονται σε συνεργασία με τις γειτονικές χώρες, άρα στέλνουμε μήνυμα στην Τουρκία ότι δεν θα προβούμε σε μονομερείς κινήσεις. Ο άλλος είναι ότι ασκούμε ένα νόμιμο δικαίωμά μας και κατά συνέπεια μπορεί να το ξανακάνουμε όπου θέλουμε, όποτε θέλουμε.

Ο υπουργός Εξωτερικών δείχνει να τάσσεται υπέρ της δεύτερης εκδοχής. «Δεν πρόκειται να διαπραγματευτούμε τα χωρικά μας ύδατα με την Τουρκία», είπε ο Νίκος Δένδιας στην επίσκεψή του πριν από λίγες ημέρες στη Λισαβόνα, χαρακτηρίζοντας απαράδεκτο να εκτοξεύει η Τουρκία απειλή πολέμου για άσκηση ενός κυριαρχικού δικαιώματος που προβλέπεται από το διεθνές δίκαιο. «Κανείς πρωθυπουργός δεν θα διαπραγματευόταν ποτέ τα χωρικά μας ύδατα γιατί είναι ζήτημα κυριαρχίας», τόνισε στη χθεσινή ομιλία του στη Βουλή, προαναγγέλλοντας επέκταση των χωρικών υδάτων (και) στα ανατολικά της Κρήτης και ξεκαθαρίζοντας ότι η θέση της χώρας ως προς την ελληνική υφαλοκρηπίδα διατυπώνεται από τον νόμο Μανιάτη.

Εντάξει, με τον νόμο Μανιάτη δεν πας μακριά. Η τοποθέτηση του υπουργού θα μπορούσε να δώσει τέλος στις ελληνοτουρκικές συνομιλίες πριν καλά καλά ξαναρχίσουν. Γιατί, όπως έχει επισημανθεί από πολλούς αναλυτές, της προσφυγής στη Χάγη για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας θα πρέπει να προηγηθεί συμφωνία για τα χωρικά ύδατα. Αν εμείς διακηρύσσουμε ότι ανά πάσα στιγμή μπορούμε να «κλείσουμε» το Αιγαίο, στερώντας την ελεύθερη ναυσιπλοΐα από μια σειρά χωρών (περιλαμβανομένης της Ρωσίας, που μας αρέσει να πιστεύουμε ότι υποστηρίζει το δικαίωμά μας για 12 μίλια «παντού»), είναι σαν να λέμε ότι δεν μας ενδιαφέρει ο διάλογος, δεν μας ενδιαφέρουν οι θέσεις της ΕΕ και του ΟΗΕ, εμείς θα εξοπλιστούμε και θα ετοιμαστούμε για τα χειρότερα. Πιανόμαστε και από μια δήλωση του Τσαβούσογλου, τωρινή ή παλιά, κι έδεσε το γλυκό.

Ετσι σκέφτεται ο Νίκος Δένδιας; Ή θεωρεί ότι η μαξιμαλιστική στάση αυξάνει τις διαπραγματευτικές ικανότητες της χώρας στο στάδιο, τουλάχιστον, των διερευνητικών συνομιλιών; Κανείς δεν ξέρει. Αυτό που διαφαίνεται είναι ότι η κυβέρνηση – ή, για την ακρίβεια, ο Πρωθυπουργός – θα ακολουθήσει τη σχολή που λέει ότι πρέπει να επικεντρωθούμε στις αρχές με βάση τις οποίες θα μπορούσε να επιτελεστεί η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, αφήνοντας την ουσία για κάποιο μεταγενέστερο στάδιο.

Η εξίσωση περιπλέκεται από τον φόβο ότι η ελληνική κοινωνία δεν είναι έτοιμη να έρθει αντιμέτωπη με την πραγματική εικόνα των προβλημάτων. Αλλά ο φόβος είναι υπερβολικός, η κοινωνία έχει αποδείξει επανειλημμένα ότι προπορεύεται του πολιτικού συστήματος, οι δημοσκοπήσεις άλλωστε δείχνουν ότι θέλει διακαώς τη λύση. Μπροστά στον κίνδυνο λοιπόν να ανακυκλωθούν τα αδιέξοδα και να χαθεί μία ακόμη ευκαιρία, μία ευχή απέμεινε: «Βάστα, Παύλο Αποστολίδη!».