Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ένα μέλος του νεοϋορκέζικου punk συγκροτήματος Radio 4 ανέβαινε από τις σκάλες προς τους επάνω ορόφους του ξενοδοχείου Columbia, στο Λονδίνο, όταν συνειδητοποίησε ότι είχε ξεχάσει το κλειδί του δωματίου του. Αντί να κατέβει με τα πόδια τους αρκετούς ορόφους που είχε ήδη ανέβει, αποφάσισε μεθυσμένος να πηδήξει μέχρι το επίπεδο της ρεσεψιόν.

Όταν ανέκτησε τις αισθήσεις του, μια αποσβολωμένη Κόρτνεϊ Λαβ κοιτούσε το πεσμένο σώμα του. Όπως και ένας οργισμένος διευθυντής του ξενοδοχείου, ο οποίος απαγόρευσε ευθύς αμέσως στο συγκρότημα να μείνει εκεί ξαν΄για χρόνια, προτού ο τσαλακωμένος μουσικός μαζέψει τα κομμάτια του για να πάει να περάσει λίγες μέρες στο νοσοκομείο.

Τα παιδιά της εργατικής τάξης και τα είδωλα

Δεν ήταν εύκολο να αποκλειστείς από το ξενοδοχείο Columbia, αλλά οι Radio 4 δεν ήταν οι μόνοι που το κατάφεραν. Κάποτε, στις 6 το πρωί, τα μέλη των Oasis αποφάσισαν να πετάξουν όλα τα έπιπλα του μπαρ από το παράθυρο, κομμάτι-κομμάτι. Όταν τα αντικείμενα προσγειώθηκαν στη Mercedes του διευθυντή του ξενοδοχείου, το συγκρότημα αναγκάστηκε να το σκάσει πριν φτάσει η αστυνομία.

Το ξενοδοχείο αυτό έπαιξε τόσο σημαντικό ρόλο στην ιστορία των Oasis που ο Νόελ Γκάλαχερ έγραψε ένα τραγούδι προς τιμήν του, το Columbia, βασισμένο στις περιπέτειές του εκεί όταν ήταν roadie για τους Inspiral Carpets.

«Ήταν το κέντρο του rock’n’roll», λέει ο Κλιντ Μπουν των Inspiral Carpets. «Το πηγαινέλα στο πάρκινγκ ήταν εκπληκτικό. Όλα αυτά τα μίνι λεωφορεία με τα συγκροτήματα που σταματούσαν. Θυμάμαι τον Νόελ να παρενοχλεί τον Πολ Γουέλερ μια φορά». Για τα παιδιά της εργατικής τάξης από το Μάντσεστερ, ήταν μεγάλη υπόθεση να περιτριγυρίζονται ξαφνικά από είδωλα».

«Το να βλέπουμε τον Νόντι Χόλντερ στο μπαρ ήταν σαν να είχαμε φτάσει στο σωστό σημείο», λέει ο Μπουν. «Στεκόμασταν γύρω του με δέος».

Η φήμη εξαπλώθηκε γρήγορα. «Τα συγκροτήματα εκείνη την εποχή δυσκολεύονταν να βρουν ξενοδοχεία που ήταν χαλαρά ως προς τις ιδιαιτερότητες της συμπεριφοράς τους»

Ένα «who’s who της μουσικής σκηνής των αρχών της δεκαετίας του ’80»

Το Columbia Hotel, που βρίσκεται στο καταπράσινο δυτικό Λονδίνο, σε ένα βικτοριανό αρχοντικό απέναντι από τους κήπους του Κένσινγκτον – ήταν γνωστό για τα φτηνά του δωμάτια, το ευέλικτο ωράριο λειτουργίας του μπαρ σε μια εποχή πολύ πριν από τις 24ωρες άδειες.

Έγινε σημείο αναφοράς για τους μουσικούς τη δεκαετία του 1980, όταν οι Teardrop Explodes από το Λίβερπουλ άρχισαν να μένουν εκεί. «Είχαμε μερικά άγρια πάρτι και τρελή λήψη ναρκωτικών», λέει ο Ντέιβιντ Μπάλφε, ο οποίος έπαιζε πλήκτρα στο συγκρότημα.

«Το προσωπικό φαινόταν αρκετά κατασταλαγμένο επί του θέματος -υπέθεσα ότι δεν είχαν πολλές δουλειές». Η φήμη εξαπλώθηκε γρήγορα. «Τα συγκροτήματα εκείνη την εποχή δυσκολεύονταν να βρουν ξενοδοχεία που ήταν χαλαρά ως προς τις ιδιαιτερότητες της συμπεριφοράς τους», λέει ο Μπάλφε.

«Έτσι ξαφνικά όλοι έμεναν εκεί: Soft Cell, ABC, Depeche Mode». Ο Μαρκ Άλμοντ των Soft Cell έζησε πρακτικά εκεί μεταξύ 1982 και 1983, και στην αυτοβιογραφία του το θυμάται ως μια «μποέμικη συγκέντρωση μουσικών, συγκροτημάτων και περιφερόμενων» και ένα «who’s who της μουσικής σκηνής των αρχών της δεκαετίας του ’80».

Ωστόσο, δεν έχουν όλοι τόσο καλές αναμνήσεις. Η Μίκι Μπερένι από το συγκρότημα εναλλακτικού ροκ Lush θυμάται «ήμερες και νύχτες με βαρετές συζητήσεις» ενώ παραδέχεται ότι βρήκε το μέρος «λίγο θλιβερό»

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από @sound_of_white_noise

«Τοστ με βούτυρο και περιφρόνηση»

Ο Άλμοντ περιγράφει μια στάση στην αίθουσα πρωινού που κατοικείται από τους Human League, τους Talk Talk και τους Kajagoogoo. «Κάθε πρωί καθόμασταν όλοι εκεί, προσπαθώντας να είμαστε πιο απόμακροι ο ένας από τον άλλον», γράφει. «Τοστ με βούτυρο και περιφρόνηση».

Παραδόξως, το Columbia ξεπέρασε την πρώτη του έξαρση και συνέχισε να είναι ένα πολυσύχναστο μέρος για δεκαετίες. Ήταν τέτοιος μαγνήτης για τα συγκροτήματα που ο διάσημος φωτογράφος Μικ Ροκ σύχναζε εκεί ψάχνοντας να ανακαλύψει νέα συγκροτήματα για να φωτογραφίσει.

«Στη δεκαετία του ’90 έγινε το μέρος από το οποίο θα περνούσαμε, μεταμεσονύκτιες ώρες, ανεξάρτητα από το αν γνωρίζαμε κάποιον που έμενε πραγματικά εκεί», λέει ο μουσικός διαφημιστής Άντι Πρεβέζερ. «Η ιστορική σημασία αυτού του τόπου δεν πρέπει να παραγνωρίζεται. Μέχρι σήμερα περνάω από εκεί και νιώθω μια σχεδόν ακατανίκητη ανάγκη να μπω στο κτίριο και να παρεκτραπώ».

Ωστόσο, δεν έχουν όλοι τόσο καλές αναμνήσεις. Η Μίκι Μπερένι από το συγκρότημα εναλλακτικού ροκ Lush θυμάται «ήμερες και νύχτες με βαρετές συζητήσεις» ενώ παραδέχεται ότι βρήκε το μέρος «λίγο θλιβερό».

Οι Hedrons στο Columbia Hotel 

Βαρετή κλισέ rock’n’roll συμπεριφορά

Ο Λουκ Χέινς των Auteurs προχώρησε ακόμη περισσότερο εκφράζοντας την απόλυτη αντιπάθειά του για το ξενοδοχείο. Στο τραγούδι Tombstone του 1996 τραγουδά «taking out the garbage at the Columbia hotel / We’ll take the fucking building out, Baader Meinhof style» («Θα βγάλουμε τα σκουπίδια από το ξενοδοχείο Columbia / Θα βγάλουμε το γ@μημένο το κτίριο, σε στυλ Μπάαντερ Μάινχοφ»)

Το Columbia ήταν, λέει ο Χέινς, «το σύμβολο όλων όσων θεωρούσα χάλια εκείνη την εποχή: βαρετή κλισέ rock’n’roll συμπεριφορά, βαρετές rock μπάντες που νόμιζαν ότι ήταν οι Faces, αλλά που ήταν έτοιμες να αποσυρθούν μετά το πρώτο τους single στη London Records».

Καμία σχέση με το Chelsea Hotel της Νέας Υόρκης

Ο Χέινς έχει μια ωραία ανάμνηση από την παρέα του με τον μακαρίτη Γραντ ΜακΛέναν των Go-Betweens εκεί, αλλά γι’ αυτόν είναι σε μεγάλο βαθμό ένα μέρος που «κυριαρχεί ομίχλη από λύπη».

Λέει ότι το να κατευθυνθείς εκεί φαινόταν καλή ιδέα σε ένα ταξί, αλλά μετά κατέληγες «να κάθεσαι με κάποιον ιδρωμένο τυχαίο μπασίστα που δεν είχες συναντήσει ποτέ πριν και ήλπιζες να μην ξανασυναντήσεις ποτέ, πίνοντας μπύρα μέχρι να λιποθυμήσετε και οι δύο. Ήταν η φυσική κατάληξη αυτού που συνέβαινε στα παρασκήνια: να μεθάς και να παίρνεις ναρκωτικά με ανθρώπους που δεν συμπαθείς και να κάνεις αμήχανες συζητήσεις».

Για τον ίδιο, δεν συγκρίνεται με άλλα μυθοποιημένα ξενοδοχεία. «Η Νέα Υόρκη είχε το Chelsea Hotel, το οποίο ήταν μια χωματερή, αλλά μια λαμπερή χωματερή, όπου μπορούσες να συναντούσες την Τζάκι Κέρτις, τον Jobriath ή τον Άλαν Βέγκα», λέει.

«Το Λονδίνο είχε το Columbia, όπου θα κατέληγες να κολλήσεις σε μια συζήτηση με έναν υπεύθυνο μάρκετινγκ της East West Records ή έναν session player των Babylon Zoo».

«Ήταν σαν ένα rock’n’roll σπίτι αδερφότητας», λέει η Κάρεν Ράτνερ, μια βετεράνος της μουσικής βιομηχανίας που πέρασε τις αρχές της δεκαετίας του 2000 μένοντας και διασκεδάζοντας εκεί, μαζί με τους Strokes, Interpol, Kings of Leon και Killers

Βικτωριανές αξίες; Ας γελάσω!

Παρ’ όλα αυτά, τα συγκροτήματα και οι άνθρωποι της μουσικής βιομηχανίας συνέχισαν να πηγαίνουν στο Columbia. Ο Μπάλφε πραγματοποίησε εκεί ακόμη και τη γαμήλια δεξίωσή του. «Ήταν το μόνο ξενοδοχείο που σήμαινε κάτι για μένα στο Λονδίνο», λέει. Ο δημοσιογράφος Στιβ Φίλιπς θυμάται ότι χρειάστηκε να σκαρφαλώσει έναν σωλήνα αποχέτευσης για να επιστρέψει ένα βράδυ, αφού τον είχαν διώξει με τις κλωτσιές αλλά αυτός ήθελε να συνεχίσει το πάρτι.

Παρά τη φήμη του -με τεκμηριωμένες ιστορίες για ελεύθερο σεξ και χρήση ναρκωτικών σε δημόσιους χώρους- ο μάνατζερ έβαλε φρένο στις άγριες μέρες του Columbia. «Eίμαστε γνωστοί ως το rock’n’roll ξενοδοχείο αλλά δεν ξέρω γιατί» δήλωσε σε ραδιοφωνικό ντοκιμαντέρ ο Μάικλ Ρόουζ, γνωστός για την αδυναμία του στο κάπνισμα πίπας και το κοστούμι που φορούσε πάντα.

«Είναι ένα οικογενειακό ξενοδοχείο. Είναι ένα βικτοριανό κτίριο και προσπαθούμε όσο το δυνατόν περισσότερο να αφήσουμε αυτή τη βικτοριανή ατμόσφαιρα σε αυτό. Είμαστε μια συντηρητική οικογένεια και δεν νομίζω ότι κανένας μας ενδιαφέρεται καθόλου για την ποπ μουσική».

«Δε θυμάμαι καμία βικτοριανή αξία» θα γελάσει ο Κλιντ Μπουν.

Το πάρτι συνεχίστηκε και στη νέα χιλιετία. «Ήταν σαν ένα rock’n’roll σπίτι αδερφότητας», λέει η Κάρεν Ράτνερ, μια βετεράνος της μουσικής βιομηχανίας που πέρασε τις αρχές της δεκαετίας του 2000 μένοντας και διασκεδάζοντας εκεί, μαζί με τους Strokes, Interpol, Kings of Leon και Killers.

«Ήμουν νέα και με ανοιχτά μάτια και λάτρευα την ταινία Almost Famous και όλες αυτές τις παλιές ιστορίες με τα συγκροτήματα που σύχναζαν μαζί και προκαλούσαν χάος. Έτσι ονειρευόμουν ότι θα ήταν τα πράγματα στη μουσική βιομηχανία, οπότε το να βλέπω να εκτυλίσσεται πραγματικά μπροστά μου ήταν σαν επιβεβαίωση, “ουάου, αυτά τα πράγματα συμβαίνουν πραγματικά»».

Αλκοολικό κώμα

Δύο από αυτές τις μπάντες παραλίγο να έρθουν στα χέρια στο Columbia. Όταν ο μαυροφορεμένος μπασίστας των Interpol, Κάρλος Ντένγκλερ, κορόιδεψε τους Kings of Leon επειδή έμοιαζαν με τους Lynyrd Skynyrd, καθώς τριγυρνούσαν καπνίζοντας χόρτο ο ντράμερ του συγκροτήματος, Νέιθαν Φόλογουιλ, αντεπιτέθηκε: «Μοιάζεις με βαμπίρ, κ@ριόλη, θα σπάσουμε αυτό το μπουκάλι και θα σε κόψουμε».

Οι Killers έμειναν εκεί στην πρώτη τους περιοδεία στο Ηνωμένο Βασίλειο, έχοντας μια πριβέ  μπανιέρα για τον εμετό -δεν είχαν συνηθίσει τα επίπεδα υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ που γινόταν στο μπαρ που δεν έκλεινε ποτέ.

«Ο χρόνος έμοιαζε να αρχίζει να επιβραδύνεται όταν περνούσες την είσοδο και τελικά σταματούσε εντελώς αν έμενες αρκετά», θυμάται ο Κόνορ ΜακΝίκολας, συντάκτης του NME εκείνη την εποχή. «Θυμάμαι ότι όλοι γλιστρούσαν ατελείωτα προς ένα αλκοολικό κώμα».

Ένα σύμβολο του παρελθόντος πριν τα smartphones

Τα γούστα άλλαξαν τελικά στα μέσα και τέλη της δεκαετίας του 2000 και τα συγκροτήματα άρχισαν να πηγαίνουν αλλού. Σήμερα, το Columbia έχει ανακαινιστεί και ενώ τώρα εμπορεύεται με ευχαρίστηση την ιστορική του ιστορία, δεν είναι πια μια παιδική χαρά για τους άυπνους και τους μεθυσμένους.

Ομοίως, έχουν επέλθει πολιτιστικές αλλαγές: η τόσο υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και ναρκωτικών έχει χάσει τη γοητεία της για πολλές νεότερες μπάντες. Και φυσικά κανείς δεν πανηγυρίζει πλέον για το πώς το βασανισμένο προσωπικό του ξενοδοχείου έπρεπε να καθαρίσει μετά από τους ρόκερ που κατέστρεφε πράγματα για πλάκα.

Αλλά, για κάποιους, το Columbia μοιάζει με σύμβολο ενός παρελθόντος πριν από τα smartphones. «Ως συμμετέχων σε αυτή την τρέλα, ήσουν σχεδόν αόρατος», λέει ο Μπουν.

Για τη Ράτνερ, ήταν μια ευκαιρία να κρυφοκοιτάξει σε έναν κόσμο που αισθάνεται ότι έχει εξαφανιστεί. «Το σημαντικότερο πράγμα που έχει χαθεί στην εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, εκτός από την ιδιωτικότητα, είναι η μυσταγωγία» λέει.

«Υπήρχε μια περίοδος που οι μουσικοί είχαν μια τόσο επιμελημένη εικόνα που ήξερες μόνο αυτά που ήθελαν να ξέρεις ή σου έλεγε ο μουσικός Τύπος. Αυτό ήταν που τους έκανε τόσο συναρπαστικούς, απαγορευμένους και σέξι. Το Columbia ήταν η ενσάρκωση αυτής της περασμένης εποχής του rock’n’roll».

*Με στοιχεία από theguardian.com | Αρχική Φωτό: The Columbia / Instagram