«Αν σου αρέσει το ποδόσφαιρο, έρχεσαι στο γήπεδο για να δεις παίκτες σαν τον Ντούσαν. Αντιμετωπίζει κάθε αγώνα, σαν να είναι τελικός και οι κινήσεις του είναι αυτές που ξεσηκώνουν το κοινό». Ετσι είχε περιγράψει τον Ντούσαν Τάντιτς, ο μεγάλος Ρόναλντ Κούμαν, όταν τον είχε το 2014 στη Σαουθάμπτον.

Από τότε ο 33χρονος – πλέον – επιθετικός του Αγιαξ όχι απλά έχει ωριμάσει αλλά οδήγησε την αγαπημένη του Σερβία σε ένα ακόμα Παγκόσμιο Κύπελλο. Σε εκείνο το αξέχαστο παιχνίδι με την Πορτογαλία στο Ντα Λουζ της Λισαβόνας, τον περασμένο Νοέμβριο όταν οι γηπεδούχοι μπήκαν μπροστά στο σκορ από το 2ο κιόλας λεπτό οι περισσότεροι στη Σερβία προετοιμάζονταν για τα μπαράζ καθώς για να έβγαινε πρώτη στον όμιλο (και να έπαιρνε απευθείας πρόκριση) ήθελε νίκη. Ο Τάντιτς ήταν αυτός που ισοφάρισε στο 33′ και στα αποδυτήρια στο ημίχρονο «έφτιαξε» τους συμπαίκτες του.

«Εδώ είναι η ευκαιρία μας, αρκεί να το πιστέψουμε» τους είπε και μπήκαν με το μαχαίρι στα δόντια. Το ματς έγινε ροντέο και λίγο πριν από το τελευταίο τριπλό σφύριγμα του ρέφερι ο Τάντιτς βρήκε τον Μίτροβιτς ο οποίος ολοκλήρωσε μια επική ανατροπή (2-1) και έστειλε τη Σερβία απευθείας στο Μουντιάλ.

Το προσωνύμιό της ιδιαίτερα από την εποχή που ήταν ακόμα ενιαία Γιουγκοσλαβία ήταν «Η Βραζιλία της Ευρώπης» αλλά αυτό δεν το εξαργύρωσε με τίποτε παραπάνω από έναν χαμένο τελικό (και μάλιστα και με επαναληπτικό) Euro το 1968 και δύο φορές από μια 4η θέση σε Μουντιάλ στο μακρινό 1930 στην Ουρουγουάη και το 1962 στη Χιλή.

Οταν ο Τάντιτς είχε αποκλείσει σχεδόν μόνος του τη Ρεάλ Μαδρίτης (με δύο ασίστ και ένα γκολ σε εκείνο το 4-1 του Αγιαξ) στο καλύτερο παιχνίδι της καριέρας του, τα ξένα μέσα τον ρώτησαν το μυστικό του:

«Απλά θέλεις να νιώθεις ελεύθερος. Κάθε παίκτης μπορεί να κάνει τα καλύτερα, όταν είναι ελεύθερος» είχε απαντήσει και ουσιαστικά συμπλήρωνε μια παλαιότερη τοποθέτησή του για το ποδόσφαιρο στην πατρίδα του.

«Στη Σερβία, η πίεση είναι απίστευτη. Οταν χάνουμε ένα ματς, είναι σαν να έχει πεθάνει κάποιος. Μας βάζουν σε ξενοδοχείο μετά το παιχνίδι. Ερχονται οι φίλαθλοι και κλωτσούν τους παίκτες. Και η ομάδα δεν δίνει τον μισθό στην ώρα του» είχε πει και ο νοών νοείτω.

Με πρότυπο τον Γιόχαν Κρόιφ και μετά τον Ζινεντίν Ζιντάν, ο Τάντιτς είχε ξεσπάσει σε λυγμούς το 1998 όταν 9 ετών είδε τους παιχταράδες της Γιουγκοσλαβίας να μένουν εκτός από την Ολλανδία και τώρα θέλει να τους οδηγήσει τουλάχιστον στα νοκάουτ.

Ο ΠΡΟΠΟΝΗΤΗΣ ΝΤΡΑΓΚΑΝ ΣΤΟΪΚΟΒΙΤΣ

Βιρτουόζος της μπάλας από τους λίγους, είναι ένας εκ των κορυφαίων μπαλαδόρων που έβγαλε ποτέ το ποδόσφαιρο των Πλάβι. Πλέον στον ρόλο του προπονητή (από τον Μάρτιο του 2021) της Σερβίας, λες και η μοίρα τον έχει φέρει σε αυτή η θέση για να πάρει τη ρεβάνς. Στη μεγάλη Γιουγκοσλαβία του Ιβιτσα Οσιμ, στο Μουντιάλ της Ιταλίας το 1990, απέκλεισε σχεδόν μόνος του την Ισπανία στους «16» με δύο γκολάρες και κόντρα στην Αργεντινή στα προημιτελικά αν και με 10 παίκτες (λόγω αποβολής του Σαμπανάτζοβιτς) ο «Πίξι» ήταν μια ομάδα μόνος του. Στη διαδικασία των πέναλτι ήταν ο μόνος που έστειλε στην άλλη γωνία τον μετρ των αποκρούσεων Γκοϊκοετσέα, αλλά η μπάλα σταμάτησε στο οριζόντιο δοκάρι. Ο Αργεντίνος σταμάτησε δύο συμπαίκτες του Στοΐκοβιτς μετά και όλα τελείωσαν.