Δουλεύουν στα χωράφια, ταΐζουν τα ζώα και επισκευάζουν τα τρακτέρ.

Μεγαλώνουν τα παιδιά τους, οργανώνουν πολιτιστικές εκδηλώσεις και ξεναγήσεις για τουρίστες -κυρίως τα καλοκαίρια- κάνοντας βόλτες με vintage μηχανές.

Τελούν τη λειτουργία στην εκκλησία, μέχρι γάμους και βαφτίσεις, όταν δεν μπορεί να έρθει ο παπάς.

Κάνουν τον φαροφύλακα.

Μετέχουν τακτικά μέσα στην εβδομάδα σε τοπικά συμβούλια.

Και ποτέ, μα ποτέ δεν παραμελούν να τηρούν τις παραδόσεις -από το τραγούδι στην τοπική διάλεκτο, μέχρι τα υφαντά και τον αργαλειό- λειτουργώντας ως θεματοφύλακές τους.

Είναι οι γυναίκες του Κίχνου. Του μεγαλύτερου μιας συστάδας κατοικημένων και ακατοίκητων νησιών στη Βαλτική Θάλασσα, στα ανοιχτά των δυτικών ακτών της Εσθονίας.

Για την ακρίβεια, το Κίχνου -που έχει ενταχθεί από την UNESCO στον Κατάλογο Άυλης Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς – είναι γνωστό και ως το Νησί των Γυναικών, μιας και και θεωρείται η τελευταία εναπομείνασα μητριαρχία στην Ευρώπη.

Καθεστώς, γένους θηλυκού

Αυτή η μορφή κοινωνικής οργάνωσης προέκυψε στο εσθονικό νησί από τον 19ο αιώνα ως αναγκαιότητα, και όχι από φεμινιστικές διεκδικήσεις.

Για να εξασφαλίσουν τα προς το ζειν, οι άνδρες έπρεπε να βγουν στη θάλασσα ή να δουλέψουν σε άλλες περιοχές, απουσιάζοντας για μήνες.

Το κενό στη στεριά λοιπόν αναπλήρωσαν οι γυναίκες, που κρατούν μέχρι και σήμερα τα ηνία της τοπικής εξουσίας, παρά το ότι πολλοί από τους άνδρες τους μένουν πια μόνιμα στο σπίτι.

Η μητριαρχία έχει, άλλωστε, γίνει πια ένα με τις τοπικές παραδόσεις στο απομονωμένο νησί, που οι γυναίκες του Κίχνου φυλάνε σαν κόρη οφθαλμού, όπως έκαναν κατά την ναζιστική κατοχή και στη διάρκεια των 50 χρόνων που η Εσθονία ήταν μέρος της ΕΣΣΔ.

Οι προκλήσεις της επόμενης ημέρας

Σήμερα, ένας συνδυασμός παραγόντων απειλεί τον ξεχωριστό χαρακτήρα του Κίχνου.

Οι μόνιμοι κάτοικοι -περίπου 300 άτομα- όλο γερνούν και λιγοστεύουν, καθώς οι νέοι φεύγουν, μετακομίζοντας στα αστικά κέντρα της ενδοχώρας.

Στο νησί υπάρχει μόνο δημοτικό σχολείο.

Και οι ευκαιρίες για επαγγελματική ανέλιξη, ακόμη και για απασχόληση όλο το χρόνο, είναι σχεδόν ανύπαρκτες.

Μόνο τα καλοκαίρια επικρατεί πανζουρλισμός από τους πολλούς τουρίστες -εγχώριους και αλλοδαπούς-, που σπεύδουν με πλοία και αεροπλάνα για να δουν από κοντά αυτό το ιδιαίτερο μέρος, παρακινούμενοι και από την υπερπροβολή του νησιού από την εσθονική κυβέρνηση, ως αξιοθέατου.

Για τους κατοίκους του, η κατάσταση είναι σαν δίκοπο μαχαίρι.

Ο τουρισμός τονώνει την τοπική οικονομία από τη μια, αλλοιώνει το περιβάλλον και την ιδιαίτερη πολιτιστική ταυτότητα του μικρού αυτού τόπου από την άλλη.

«Πώς μπορείς να καλωσορίσεις τον σύγχρονο κόσμο, διατηρώντας άθικτες παραδόσεις αιώνων;», αναρωτιώταν προ διετίας, μιλώντας στους New York Times μια Καναδή φωτογράφος, που μετακόμισε στο Κίχνου, στη μνήμη της γιαγιάς της που είχε εγκαταλείψει το νησί επί Β’ Παγκόσμιου Πολέμου.

Απάντηση στο ερώτημα δεν έχει ακόμη βρεθεί. Και οι τουρίστες όλο και πληθαίνουν…