Δεν ξέρω καν αν έχει νόημα να καταλάβουμε τι μας έχει συμβεί τον τελευταίο καιρό. Ποιοι κέρδισαν, ποιοι έχασαν, ποιοι επέβαλαν την ατζέντα τους και ποιανών τους έπεσε το πορτοφόλι στο κυνήγι για το τομάρι ενός μπάτσου και την επομένη πήγαν και το γύρεψαν στο αστυνομικό τμήμα.

Κι αν όλα αυτά δεν είναι χυδαιότητα, τότε σίγουρα είναι θράσος αλλά και θράσος να μην είναι, πρόκειται οπωσδήποτε περί καραμπινάτης ηλιθιότητας να κάνεις κίνημα την ανορεξία ενός βαρυποινίτη, διότι σ’ αυτό το σημείο θα συμφωνήσω 100% με τη δικηγόρο του Δ.Κ. Η επίσημη ιδιότητα του πελάτη της είναι, δόξα τω Θεώ, «βαρυποινίτης» επειδή η Δημοκρατία αποφάσισε έτσι. Ως δολοφόνος ντεμπουτάρησε παλιότερα και με αποκλειστικά δική του πρωτοβουλία, τώρα όμως το πάει για μοναχοφάης.

Μοναχοφάης μιας δυσεύρετης στις μέρες μας VIP νοσοκομειακής κλίνης με όλα τα τεχνολογικά κομφόρ και ενός ολόκληρου ιατρικού team απίκο, μόνον και μόνον για να μην κάψουν οι δικοί του την Αθήνα, την ώρα που κάτι άλλοι πολλαπλασιάζουν τον ιό αβίαστα σε διαδηλώσεις για το «περί ορέξεως», και το δίχως άλλο θα πάνε άκλαφτοι, το πολύ με καμιά παρακεταμόλη και οξύμετρο φαρμακείου.

Η αριθμητική του «ένας στο χώμα – χιλιάδες στον αγώνα» είναι πια vintage και δεν βρίσκει εφαρμογή στη νέα πραγματικότητα, καθώς ο μόνος που έχει σοβαρές πιθανότητες να μπει καβάλα στην Πλατεία Συντάγματος και στις γειτονιές μας είναι πλέον ο ιός. Ακούγεται και ως «υιός» όμως αγάπη μου, δεν είναι αυτό που νομίζεις. Η γλώσσα είναι ένα διεστραμμένο εργαλείο. Βγαίνει και λέει αυτό που δεν θα ήθελες με τίποτα να πεις κι όμως σου ξεφεύγει και μετά δαγκώνεσαι.

Κανονικά, ιππέας ή βιολιστής, αυτή τη γνωριμία δεν τη χρειαζόμασταν καθόλου, κι οψέποτε το συλλεκτικό σαρανταπεντάρι έρθει το πλήρωμα του χρόνου και κληρονομηθεί, καλύτερα να το πάρει ο νόμιμος κληρονόμος του κι ας το σκοτώσει, που λέει ο λόγος, σε κανένα E-bay. Είναι απολύτως ιδιωτική του υπόθεση και δικαίωμά του αναφαίρετο, συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες να κρατούν τα οικογενειακά τους σε αυστηρά οικογενειακό κύκλο και καλά θα κάνουν να το συνεχίσουν και να αφήσουν τον δημόσιο βίο έξω από τα προσωπικά τους συγκινησιακά μαλλιά κουβάρια.

Στο ίδιο context είχα κρίνει και κατακρίνει τον δήμαρχο Μπακογιάννη, πολλά χρόνια πριν μου την κατασπάσει με τις Ουασινγκτώνιες. Τότε που σε ένα εσωκομματικό τζαρτζάρισμα απάνω,  είχε τείνει χείρα επικοινωνίας και καταλαγής στον βιολιστή και τζόκεϊ και κληρονόμο, με αποτέλεσμα ο δεύτερος να τον ρουμπώσει με μια πρωτοφανούς οξύτητας δήλωση, ρουμπώνοντας έτσι και τη Δημοκρατία που τον είδε αίφνης να μπαίνει στον δημόσιο διάλογο από το παράθυρο που κάποιος του είχε ανοίξει από μέσα.  Χρόνια ήθελα να το πω αυτό αλλά τώρα μόλις μου δόθηκε η ευκαιρία. Δεν έχουμε κανένα απολύτως λόγο πάνω στην κληρονομιά του Παύλου Μπακογιάννη.

Η πολιτική παρακαταθήκη του όμως είναι εξ ολοκλήρου υπόθεση της Δημοκρατίας να την τιμήσει και να τη διαχειριστεί. Καλή Σαρακοστή και στο βάθος Ανάσταση.