Όλοι οι δήμαρχοι θέλουν να έχουν αφήσει πίσω τους έστω κάποιο υποτυπώδες έργο πριν εγκαταλείψουν τον θώκο τους. Ο Κώστας Μπακογιάννης φαίνεται πως έχει βάλει ένα μεγάλο στοίχημα: Να «εξευρωπαϊσει» την εικόνα της Αθήνας, πράγμα που μπορεί να αποδειχθεί πολύ πιο επιζήμιο από ότι συμφέρον. Σίγουρα για τους κατοίκους και τις μικρές επιχειρήσεις του αθηναϊκού κέντρου. Ο «Μεγάλος Περίπατος» έχει ήδη χαρακτηριστεί αρνητικά και για το κόστος, αλλά και για το κυκλοφοριακό κομφούζιο που προκλήθηκε στην πόλη. Κι είναι ακόμα «αργοί» οι ρυθμοί της καθημερινότητας.

Υπάρχει καθημερινότητα και μετά την καραντίνα

Ίσως ο Μεγάλος Περίπατος να φαίνεται –προς το παρόν- καλή ιδέα. Είναι καλοκαίρι, διαβιούμε σε πανδημία και η κυκλοφορία του επόμενου διαστήματος αποκλείεται να μοιάζει ούτε στο ελάχιστο με εκείνη των προηγούμενων ετών. Ούτε τουρίστες θα έρθουν όπως πριν, ούτε, φυσικά, έχει επανέλθει η ζωή στους κανονικούς της ρυθμούς. Έχει μεγάλη σημασία το γεγονός ότι είναι το καλοκαίρι πανδημίας η συγκεκριμένη χρονική στιγμή που η Αθήνα αλλάζει όψη. Πιθανότατα στα πρότυπα δυτικοευρωπαϊκών πόλεων, όπου έχουν πεζοδρομηθεί στον πυρήνα τους (στο ιστορικό και εμπορικό κέντρο πχ) ο Μεγάλος Περίπατος φιλοδοξεί να γίνει το Μεγάλο Έργο της δημαρχίας Μπακογιάννη.

Ωστόσο, «εδώ είναι Βαλκάνια, δεν είναι παίξε – γέλασε», που λέει κι ο αηδός. Εδώ μπαζώσαμε τα ποτάμια της πόλης για να τα κάνουμε δρόμους, φτιάξαμε ένα αστικό περιβάλλον το οποίο εξυπηρετεί τις βιομηχανικές ανάγκες μίας πόλης κι έτσι η Αθήνα είναι γεμάτη αυτοκινητόδρομους, λεωφόρους και μια ολόκληρη οικονομική ζώνη στημένη πάνω σε αυτούς τους ρυθμούς ζωής και ανάπτυξης.

Για αρχή, το πρώτο πρόβλημα έχει ήδη εντοπιστεί και είναι το κυκλοφοριακό αλαλούμ. Τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς αναγκάζονται να αλλάξουν πορεία, τα αυτοκίνητα κολλάνε στην κίνηση για ώρες και, φυσικά, δεν είναι καν σχολική περίοδος ώστε να πρέπει να μάθουμε τι θα γίνει με εκείνα τα πρωινά των βιαστικών γονέων που θα πρέπει να αφήσουν τα παιδιά τους στο σχολείο. Όχι, αυτή δεν είναι μία βιώσιμη πόλη.

Το οικονομικό σκέλος

Αλλαγές σαν και αυτήν του Μεγάλου Περιπάτου επιφέρουν άνοδο στην αξία της γης με συνεπακόλουθη άνοδο στην αξία των κτιρίων κι επομένως στα ενοίκια. Πλέον δεν πρόκειται μόνο για κρίση στην κατοικία. Γνωρίζουμε ήδη πως το κέντρο της Αθήνας έχει σημειώσει κατακόρυφη αύξηση στα ενοίκια μετά την εμφάνιση των Airbnb με αποτέλεσμα τα «ξεσπιτώνονται» οι κάτοικοι του κέντρου και να δίνονται προς ενοικίαση σπίτια- σαράβαλα για 400 ευρώ το μήνα. Δηλαδή κάτι λιγότερο από τον βασικό μισθό.

Με μία τέτοια αλλαγή του χάρτη της πόλης, είναι αναπόφευκτη η οικονομική μετατροπή που έρχεται. Πολλά μικρά καταστήματα του κέντρου, που θα αυξηθεί η αγοραστική του αξία, είναι ενοικιαζόμενα. Η αύξηση των ενοικίων θα κάνει αδύνατη για τους καταστηματάρχες την επιβίωσή τους.  Όποτε κλείνει μία επιχείρηση, δεν ανοίγει ξανά.

Θεωρητικά, η επερχόμενη πολύ σκληρή οικονομική κρίση χρειάζεται ενισχυμένη τη μικρή επιχειρηματικότητα, ως ραχοκοκαλιά της οικονομίας. Η Αθήνα δεν είναι νησί των Κυκλάδων, να ζει από τον τουρισμό, είναι μία πόλη έξι εκατομμυρίων που συντηρεί τον εαυτό της. Μια σφαίρα στην καρδιά της οικονομίας της, θα φέρει ένα ντόμινο που ίσως να είναι χειρότερο κι από εκείνο του 2011. Γύρω από το Μεγάλο Έργο του Μεγάλου Περιπάτου, υπάρχει ο φόβος να βλέπουμε μία πόλη «θολή», με κλειστά καταστήματα, χωρίς «ζωή».

Εμείς και η οικονομία

Έχουμε όλοι δει τα κόστη για τις ζαρντινιέρες και τα παγκάκια του Μεγάλου Περιπάτου, αλλά αυτά τα ποσά είναι αστεία μπροστά στα πραγματικά έξοδα που θα χρειαστεί το επονομαζόμενο «πιλοτικό» έργο. Ακόμα κι αν πρόκειται για μία δοκιμή εν μέσω πανδημίας και χαμηλής κινητικότητας, ήδη τα έξοδα είναι πολλά.

Δε μιλάμε μόνο για τα παγκάκια και τα σιντριβάνια ή τις ζαρντινιέρες. Η αλλαγή στο πολεοδομικό σχέδιο της πόλης απαιτεί μελέτες, εργασίες, αλλαγή των γραμμών του τρόλεϋ, μία ολόκληρη «ανακαίνιση» της Αθήνας που θα κοστίσει πολύ, πολύ περισσότερο από όσο ξέρουμε. Σε περίοδο οικονομικής κρίσης είναι ένα μάλλον αχρείαστο έξοδο, αλλά δεν πρόκειται απλώς για ένα τέτοιο.

Για να καλυφθεί η βιτρίνα-αλλαγή του προσώπου της Αθήνας, κάπως θα πρέπει να βρεθούν έσοδα. Αυτά τα έσοδα έρχονται από τα δημοτικά τέλη, μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ πχ. Πιθανότατα αυτή δεν είναι μία καλή περίοδος για αυξήσεις των φόρων, κυρίως όταν πρόκειται για μία αλλαγή αχρείαστη σε σχέση με τα βασικά προβλήματα του αστικού κέντρου, που δεν θα βελτιώσει απαραιτήτως την ζωή στην πόλη.

Κι όλα αυτά αν το πιλοτικό έργο του Μεγάλου Περιπάτου τελικά μείνει στην Αθήνα. Αν αποδειχθεί αποτυχημένο και αποσυρθεί, μιλάμε για ένα υπέρογκο έξοδοπου έγινε χωρίς απολύτως κανέναν λόγο.

Εμείς και η πόλη

Εδώ υπάρχει μία διάσταση στο ζήτημα του Μεγάλου Περιπάτου που ξεκινά από μία απλή ερώτηση: Τι σημαίνει όμορφη πόλη; Δε σημαίνει για όλους το ίδιο. Για τους κατοίκους όμορφη πόλη είναι η βιώσιμη πόλη, αυτή που χωράει πεζούς, οδηγούς, ποδηλάτες και ανάπηρους. Και που, φυσικά, αντέχουν οικονομικά να ζούνε σε αυτήν. Για τους τουρίστες όμορφη είναι μία πόλη που μπορούν να περπατούν αμέριμνοι, χωρίς το άγχος της καθημερινότητας. Για το ίνσταγκραμ, όμορφη είναι μία πεζοδρομημένη πόλη, χωρίς άλλες απορίες: Ούτε τι χρειάστηκε για να δημιουργηθεί, ούτε τι θυσιάστηκε.

Περάσαμε τον πρώτο χρόνο της δημαρχίας του Κώστα Μπακογιάννη να κάνουμε… σλάλομ στα πεζοδρόμια, τα οποία ήταν κατειλημμένα από μπάζα, λόγω έργων. Αυτό το τεράστιο πρόβλημα απέκλεισε από την ζωή στην πόλη την κοινωνική ομάδα των ανάπηρων πολιτών ή όσων πρέπει να πηγαίνουν «από τα πεζοδρόμιο», όπως γονείς με καρότσια και μικρά παιδιά, ηλικιωμένοι κλπ. Ωστόσο ακόμα και χωρίς τα μη προσεγγίσιμα πεζοδρόμια, η πρόσβαση στο δημόσιο  χώρο ήταν και πάλι δύσκολη. Κυρίως επειδή πεζοδρόμια δεν υπάρχουν, είναι χαλασμένα, μικρά, δεν έχουν ράμπες αναπήρων ή καταλαμβάνονται από τραπέζια μαγαζιών εστίασης.

Ούτως ή άλλως μερίδα πολιτών δυσκολευόταν και πριν να κινηθεί στην πόλη, ξεκινώντας από το ότι συχνά δεν μπορούν να βγουν από το σπίτι μόνοι τους, αφού δεν έχουν όλες οι πολυκατοικίες ράμπες αναπήρων. Για την ώρα, ακτιβιστές ανάπηροι καταγγέλλουν ότι ο Μεγάλος Περίπατος δεν είναι σχεδιασμένος για όλους τους πολίτες. Κι αν ήταν ήδη δύσκολη η κυκλοφορία στην πόλη ή και η πρόσβαση στο Μεγάλο Περίπατο, τώρα φαίνεται αδύνατη καθώς, όπως αναφέρεται, ούτε τα αμαξίδια μπορούν να κυκλοφορήσουν στο πεζοδρομημένο τμήμα, ούτε τα καρότσια με τα μωρά, ούτε καν τα… ψηλοτάκουνα.

Το βασικό πρόβλημα με εμάς και το Μεγάλο Περίπατο είναι η προτεραιότητα. Η Αθήνα έχει ανάγκη διαφορετικών αλλαγών, ξεκινώντας από τις φθορές σε δρόμους και πεζοδρόμια και συνεχίζοντας στο κυκλοφοριακό, στη διέλευση των πεζών (που είναι απαράδεκτη, ειδικά με την έλλειψη φαναριών σε πολλά σημεία) και, φυσικά, στους χώρους πρασίνου.

Αν ρωτήσουμε τους κατοίκους της πόλης τι προτιμούν, περισσότερα πάρκα και παιδότοπους ή πεζοδρόμηση του κέντρου, μάλλον  θα ζητήσουν το πρώτο. Το πράσινο λείπει από την Αθήνα, όπως λείπουν και οι ελεύθεροι δημόσιοι χώροι. Όπως λείπει και η καθαριότητα, η οποία έτυχε περικοπών κατά την προηγούμενη κρίση.

Μια τεράστια αλλαγή του προφίλ της πόλης θα μπορούσε να είναι θετική, αν γινόταν προς το συμφέρον των κατοίκων, των μικρών επιχειρήσεων και του περιβάλλοντος.  Όλα δείχνουν πως ο Μεγάλος Περίπατος όχι μόνο δε θα επιφέρει οικονομική άνθιση και βελτίωση των συνθηκών της ζωής στην πόλη, αλλά θα γιγαντώσει την οικονομική και στεγαστική κρίση. Η αύξηση των ενοικίων και το κλείσιμο των καταστημάτων σίγουρα αλλάζουν το προφίλ της Αθήνας. Σίγουρα, επίσης, όχι όπως θα επιθυμούσε η –κάθε- δημοτική Αρχή.