Το μεγαλύτερο όπλο της Ευρώπης για την αντιμετώπιση του κινδύνου κατάρρευσης της οικονομίας εξαιτίας του κοροναϊού δεν έχει ακόμα βρει τον στόχο, σχολιάζει το Bloomberg.

Λιγότερο από το 15% των κεφαλαίων που διατέθηκαν από τις κυβερνήσεις μέσω τραπεζών ως εγγυήσεις δανείων για τις επιχειρήσεις έχει χρησιμοποιηθεί έως τις 18 Ιουνίου, σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε το πρακτορείο από τις επτά μεγαλύτερες οικονομίες της ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι πάνω από 2 τρισ. ευρώ, ένα ποσό που υπερβαίνει το ΑΕΠ της Ισπανίας, είναι διαθέσιμο.

Το γεγονός αυτό απειλεί να επιβραδύνει την ανάκαμψη από τη βαθύτερη ύφεση που χτύπησε τη Γηραιά Ήπειρο, ειδικά στην Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς οι εγγυήσεις θεωρούνται κρίσιμες για την επιβίωση μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.

Η προσπάθεια δεν ήταν παντού αναποτελεσματική. Η Ισπανία εξετάζει σημαντική αύξηση για τις χορηγήσεις δανείων με εγγύηση δημοσίου καθώς το πρόγραμμα συγκέντρωσε τεράστια ζήτηση. Στην Ελβετία, η μείωση της γραφειοκρατίας από τις τράπεζες είχε ως συνέπεια να επιτευχθεί ο στόχος που έθεσε η κυβέρνηση.

Οι εγγυήσεις δανείων ήταν μέρος της προσπάθειας των αρχών σε όλο τον κόσμο να μειώσουν τη ζημιά από την πρόβλεψη του ΟΑΣΑ ότι η παγκόσμια οικονομία θα συρρικνωθεί κατά 6% φέτος. Οι οικονομίες της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Βρετανίας οδηγούνται σε συρρίκνωση μεγαλύτερη του 11%.

Παράπονα

Η περιορισμένη χρήση εγγυήσεων αντανακλά προβλήματα τόσο από την πλευρά της ζήτησης όσο και από αυτή της προσφοράς. Υπήρξε μεγάλη γραφειοκρατία, υψηλά επιτόκια και διστακτικότητα από τις τράπεζες να προσφέρουν δανεισμό, σύμφωνα με έρευνα της SME United. Από την άλλη πλευρά, οι γερμανικές εταιρείες, για παράδειγμα, είχαν επαρκή αποθέματα ρευστότητας, λένε αξιωματούχοι.

Στην Ιταλία, που επέβαλε πρώτη lockdown, οι τράπεζες και η κυβέρνηση αλληλοκατηγορούνται για την καθυστέρηση στα μέτρα ανακούφισης της οικονομίας. Οι εταιρείες ζήτησαν πάνω από το 50% ενός πακέτου 100 δισ. ευρώ που απευθυνόταν σε μικρές επιχειρήσεις αλλά έλαβαν μόνο 36 δισ., σύμφωνα με την Τράπεζα της Ιταλίας. Από ένα πρόγραμμα 400 δισ. ευρώ για τις μεγάλες επιχειρήσεις, μόνο 700 εκατ. ευρώ έφτασαν στους παραλήπτες.

Οι τράπεζες υποστηρίζουν ότι οι διαδικασίες είναι πολύ περίπλοκες και ότι χρειάζεται να κάνουν due diligence στους δανειζόμενους.

Το πρόγραμμα 415 δισ. δολαρίων της Μεγάλης Βρετανίας είχε και αυτό τα προβλήματά του. Η κυβέρνηση αρχικά κάλυψε το 80% των δανείων για τις μικρές επιχειρήσεις και οι τράπεζες έπρεπε να κάνουν τους συνήθεις ελέγχους. Μετά από μεγάλη πίεση, υιοθετήθηκε ένα νέο πρόγραμμα με 100% κρατική εγγύηση.

Και οι μικρές επιχειρήσεις της Αυστρίας διαμαρτύρονται. Ο υπουργός Οικονομικών της χώρας παραδέχτηκε τις δυσκολίες, υποστηρίζοντας ότι «δεν υπάρχει προσχέδιο να ακολουθήσει».

Στη Γερμανία, ένα κλάσμα των εγγυήσεων ύψους 1,2 τρισ. δολαρίων χρησιμοποιήθηκε από τις επιχειρήσεις, παρότι οι αρχικές διαμαρτυρίες για καθυστερήσεις καταλάγιασαν. Σύμφωνα με αναλυτή, πολλές εταιρείες μπήκαν στην κρίση έχοντας ρευστά διαθέσιμα να αντέξουν μερικούς μήνες και δεν θέλησαν να αντλήσουν νέα δάνεια.

Στη Γαλλία, περίπου το 1/3 των εγγυήσεων ύψους 300 δισ. ευρώ χρησιμοποιήθηκαν από τον ιδιωτικό τομέα. Τα περισσότερα κεφάλαια πήγαν σε εταιρείες με λιγότερους από 250 εργαζόμενους και έσοδα κάτω των 50 εκατ. ευρώ. Η Αναπτυξιακή Τράπεζα της χώρας (Bpifrance) που έτρεξε το πρόγραμμα κάλεσε τις εταιρείες να μη σπεύσουν να δανειστούν εφάπαξ το σύνολο του ποσού.

Αντίθετα η Ελβετία έγινε λαμπρό παράδειγμα καθώς όποιος ζήτησε βοήθεια, δεν είχε προβλήματα στο να τη λάβει.

Η Ισπανία έδειξε τον δρόμο στο τι θα γίνει στις χώρες όπου αργούν να διατεθούν τα χρήματα. Το ισπανικό πρόγραμμα έγινε σε δόσεις, επιτρέποντας στην κυβέρνηση να κάνει αλλαγές στο ενδιάμεσο. Περισσότερο από 50 δισ. ευρώ από το συνολικό πακέτο των 100 δισ. έχουν διατεθεί και οι ισπανικές αρχές υπολογίζουν ότι θα προστεθούν επιπλέον 50 δισ. ευρώ.