Η φλεβική θρόμβωση ίσως προκαλείται από αποφραγμένες καρωτίδες
Νέα Υόρκη: Τα άτομα που εμφανίζουν φλεβικές θρομβώσεις στα κάτω άκρα - μια νόσο γνωστή ως "σύνδρομο της οικονομικής θέσης" - τείνουν να εμφανίζουν σημαντικού βαθμού απόφραξη στις καρωτίδες αρτηρίες, γεγονός που ενισχύει τον κίνδυνο αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου ή καρδιακής προσβολής.
Νέα Υόρκη: Τα άτομα που εμφανίζουν φλεβικές θρομβώσεις στα κάτω άκρα – μια νόσο γνωστή ως «σύνδρομο της οικονομικής θέσης» – τείνουν να εμφανίζουν σημαντικού βαθμού απόφραξη στις καρωτίδες αρτηρίες, γεγονός που ενισχύει τον κίνδυνο αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου ή καρδιακής προσβολής.
Τα παραπάνω επισημαίνει μελέτη Ιταλών ερευνητών, η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο The New England Journal of Medicine.
Σύμφωνα με αυτήν, οι πάσχοντες από το σύνδρομο της οικονομικής θέσης είναι πολύ πιθανό να έχουν αποφραγμένες σε σημαντικό βαθμό και τις δύο καρωτίδες, τις βασικές αρτηρίες του τραχήλου που αιματώνουν τον εγκέφαλο.
Όπως εξηγούν οι επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Πάδοβα, το παραπάνω εύρημα οδηγεί στο συμπέρασμα πως η απόφραξη των καρωτίδων είναι πιθανό να ευνοεί το σχηματισμό θρόμβων στις φλέβες των κάτω άκρων. Ωστόσο, δεν απέκλεισαν το ενδεχόμενο και τα δυο αυτά φαινόμενα να πυροδοτούνται από κάποιον τρίτο παράγοντα.
Στο πλαίσιο της έρευνας οι Ιταλοί ερευνητές ανίχνευσαν με υπερηχογραφήματα τις καρωτίδες 449 ασθενών, μερικοί εκ των οποίων είχαν κατά το παρελθόν προσβληθεί από αγνώστου αιτιολογίας φλεβική θρόμβωση στα κάτω άκρα.
Αυτό που διαπίστωσαν ήταν ότι οι τελευταίοι είχαν τις διπλάσιες πιθανότητες να έχουν αθηρωματική πλάκα σε κάποια από τις αρτηρίες, σε αντίθεση με όσους δεν έπασχαν από φλεβική θρόμβωση. Η ύπαρξη αθηρωματικής πλάκας είναι συχνά ενδεικτική της ύπαρξης αρτηριοπάθειας σε ολόκληρο το σώμα.
Επιπλέον, η ιατρική ομάδα δεν κατάφερε να εντοπίσει αιτιολογία στο 30% των περιπτώσεων. Συνολικά, το 47% των ασθενών που έπασχαν από φλεβική θρόμβωση είχαν τουλάχιστον μία αθηρωματική πλάκα σε κάποια από τις καρωτίδες τους. Το αντίστοιχο ποσοστό μεταξύ των ατόμων που αντιμετώπιζαν απλώς τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου κυμαινόταν στο 27%.