Οι διαχρονικές αδυναμίες του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, προπάντων σε ό,τι αφορά την αποτελεσματική διδασκαλία της Ελληνικής ως ενιαίας και διαρκώς εξελισσόμενης γλωσσικής οντότητας, έχουν πολλάκις επισημανθεί σε άρθρα μας που έχουν φιλοξενηθεί στη στήλη των «Απόψεων» του in.gr

Δυστυχώς, η έλλειψη των απαραίτητων γλωσσικών και κατ’ επέκταση μορφωτικών εφοδίων, απόρροια της πανθομολογούμενης ανεπάρκειας του σύγχρονου ελληνικού σχολείου –αλλά και των λοιπών φορέων παιδείας– να ανταποκριθεί στην αποστολή του, είναι προφανής ακόμα και σε όσους θα έπρεπε να είναι λόγω της θέσης τους ικανότατοι χειριστές της ελληνικής γλώσσας.

Στην κατηγορία αυτήν εμπίπτουν ασφαλώς οι πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι, που εδώ και ενάμιση σχεδόν μήνα, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, υποπίπτουν ξανά και ξανά σε ένα ανεπίτρεπτο γλωσσικό σφάλμα.

Πιο συγκεκριμένα, αναφέρομαι στην κακοποίηση του επωνύμου του τέως διοικητή της ΕΥΠ, Παναγιώτη Κοντολέοντος, ο οποίος έχει βρεθεί από τις αρχές Αυγούστου στο κέντρο της επικαιρότητας λόγω της εμπλοκής του ονόματός του στην υπόθεση των υποκλοπών.

Σπανίως –σπανιότατα θα έλεγα– ακούμε και διαβάζουμε «του Κοντολέοντος» και «τον Κοντολέοντα», όπως θα έπρεπε.

Τουναντίον, ακόμα και «μεγάλα» ονόματα στον κόσμο της πολιτικής και κυρίως της δημοσιογραφίας, επιδεικνύοντας ανεπίτρεπτη άγνοια και ασύγγνωστη επιπολαιότητα, κακομεταχειρίζονται κατ’ επανάληψη τη γλώσσα μας, όταν χρησιμοποιούν ως άκλιτο το οικογενειακό όνομα «Κοντολέων» (αμέτρητες οι περιπτώσεις όπου ακούμε και διαβάζουμε τα ανατριχιαστικά «του Κοντολέων» και «τον Κοντολέων») ή αντικαθιστούν στη γενική την ορθή κατάληξη -ος με την κατάληξη -α (λένε και γράφουν «του Κοντολέοντα» και όχι «του Κοντολέοντος»).

Εικάζω ότι ο αείμνηστος Λέων Καραπαναγιώτης, ως βαθιά καλλιεργημένος άνθρωπος αλλά και ως λέων και ο ίδιος, θα εξανίστατο με τα ανωτέρω…