Όταν ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία έλλειψε, από όλες τις πλευρές, μια πραγματική διπλωματική προσπάθεια για να υπάρξει ειρηνική διευθέτηση των ανοιχτών ζητημάτων που υπήρχαν.

Η Ρωσία πήρε την απόφαση να κηρύξει πόλεμο, δηλαδή να προχωρήσει σε μια επιθετική ενέργεια και να παραβιάσει κάθε έννοια διεθνούς δικαίου, παρότι όλο το προηγούμενο διάστημα κατηγορούσε τη Δύση ότι θέλει να υπάρχουν κανόνες στις διεθνείς σχέσεις.

Η Δύση, δηλαδή οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ, δεν προσπάθησαν ουσιαστικά να αποτρέψουν την πολεμική σύγκρουση, θεωρώντας ότι θα αποτελούσε υποχώρηση να κάνουν δεκτές έστω και εν μέρει τις ρωσικές αξιώσεις.

Διαβάστε επίσης: Ένας κόσμος διαιρεμένος είναι ένας κόσμος επικίνδυνος

Επί της ουσίας, οι δυτικές δυνάμεις, που εδώ και καιρό αντιμετώπιζαν τη Ρωσία ως εχθρική δύναμη και την Κίνα ως την επόμενη απειλή, θεώρησαν ότι ήταν μια ευκαιρία η Ρωσία να απομονωθεί και να «φάει τα μούτρα της».

Γι’ αυτό και προσπάθησαν με διάφορους τρόπους να ενισχύσουν την Ουκρανία, για να μπορεί να αντισταθεί και έτσι η Ρωσία να έχει διαρκώς μεγάλο κόστος.

Για ένα διάστημα αυτή η τακτική φάνηκε να αποδίδει. Η Ρωσία φαινόταν να κάνει το μεγαλύτερο στρατηγικό λάθος και να εμπλέκεται σε έναν πόλεμο από τον οποίο θα έβγαινε εάν όχι ηττημένη, τουλάχιστον με τόσο κόστος που θα μπορούσε ακόμη και να δρομολογήσει αμφισβήτηση του Πούτιν.

Όμως, σύντομα αυτή η εκτίμηση φάνηκε εσφαλμένη. Παρά την σημαντική δυτική βοήθεια στην Ουκρανία η Ρωσία αναπροσάρμοσε την τακτική της και πλέον επιτυγχάνει τους στόχους της. Δηλαδή, κατακτά περιοχές στα ανατολικά και στα νότια, κάτι που στο εσωτερικό της Ρωσίας μπορεί να παρουσιαστεί ως νίκη.

Την ίδια στιγμή μέσα σε έναν κόσμο πιο «πολυπολικό», η Ρωσία κατορθώνει να αντιμετωπίζει ως ένα βαθμό τις κυρώσεις, να έχει ενεργειακές εξαγωγές και να διατηρεί ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με πολλές χώρες στην Ασία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική.

Γι’ αυτό και συνεχίζει τις πολεμικές επιχειρήσεις.

Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα δυο δρόμοι ανοίγονται.

Ο ένας είναι αυτός που φαίνεται να υποστηρίζουν κάποιες δυτικές χώρες, που να είναι να αυξηθεί ακόμη περισσότερο η βοήθεια στην Ουκρανία με την ελπίδα ότι θα μπορέσει να αντεπιτεθεί και να κερδίσει πίσω τις περιοχές που έχασε.

Φοβάμαι ότι αυτός ο δρόμος απλώς θα παρατείνει το δράμα του λαού της Ουκρανίας, που ήδη υφίσταται τις επιπτώσεις από την εισβολή και τις μεγάλες απώλειες στα πεδία των μαχών. Τελικά θα σημαίνει ακόμη περισσότερα θύματα αλλά και απώλειες εδαφών.

Αυτό το δράμα δεν μπορεί και δεν πρέπει να συνεχιστεί στο όνομα της προσπάθειας της Δύσης να κάνει τη Ρωσία να «ματώσει».

Ούτε πρέπει να συνεχιστεί μια πολεμική σύγκρουση που απειλεί να αποσταθεροποιήσει συνολικά την Ευρώπη.

Διαβάστε επίσης: Κυρώσεις στη Ρωσία, όχι στην κοινωνία στην Ελλάδα και την Ευρώπη

Υπάρχει, όμως, και ένας άλλος δρόμος: να υπάρξουν τώρα συζητήσεις για άμεση κατάπαυση του πυρός και ειρήνη.

Υπό την αιγίδα του ΟΗΕ και με τη Δύση να στηρίζει την προσπάθεια.

Συζητήσεις που να περιλαμβάνουν προφανώς και μια διαπραγμάτευση για το τι θα σήμαινε μια διαρκής ειρήνη.

Αυτό δεν μπορεί να σημαίνει ούτε επιστροφή στο πώς ήταν τα πράγματα πριν την έναρξη του πολέμου, ούτε μπορεί να είναι απλώς η αποδοχή των «τετελεσμένων» που διαμόρφωσαν τα όπλα.

Προφανώς και θα πρέπει να τεθούν ζητήματα αποζημιώσεων, ανοικοδόμησης, βοήθειας, επιστροφής προσφύγων, τιμωρίας εγκλημάτων πολέμου.

Όμως, θα πρέπει να υπάρχει και πραγματική διάθεση για έναν συμβιβασμό που δεν θα παρατείνει την τραγωδία για τους ανθρώπους και την ανασφάλεια για όλη την υφήλιο.

Η Δύση καλείται να φερθεί με ωριμότητα και να δείξει ότι όντως πιστεύει σε μια διεθνή τάξη με αρχές και δεν αναζητούσε απλώς πρόσχημα ώστε να ξεπεράσει τις δικές της αντιφάσεις μέσα από τη νέα γεωπολιτική πόλωση.

Διαφορετικά, από ένα σημείο και μετά, θα είναι και αυτή συνυπεύθυνη για το συνεχιζόμενο δράμα στην Ουκρανία.