Αυτές τις μέρες κόβονται οι πρωτοχρονιάτικες – κομματικές – πίτες. Και είναι πολλές. Κάθε Σαββατοκύριακο και μια νέα γαλάζια μάζωξη. Μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για υπουργούς και υφυπουργούς να απευθυνθούν στο ακροατήριό τους, να απολαύσουν το σίγουρο χειροκρότημα, να περιοδεύσουν εκεί όπου θα διεκδικήσουν κάποια στιγμή – το 2023, κατά τις πρωθυπουργικές διαβεβαιώσεις – την (επαν)εκλογή.

Είναι επίσης ευκαιρία για τους βουλευτές να κλείσουν συνάντηση με κυβερνητικούς και να καταθέσουν αιτήματα, κάνοντας πράξη προφανώς την υπόσχεση «θα το πω στον υπουργό», που δίνουν όταν δέχονται πιέσεις από ψηφοφόρους. Χθες ας πούμε, βρέθηκε στην Πάτρα ο Σταϊκούρας. Και επέστρεψε στην Αθήνα με αιτήματα νεοδημοκρατών για την ενίσχυση διάφορων κλάδων – κυρίως των αγροτών (αμπελοκαλλιεργητές, σταφιδοπαραγωγούς κ.λπ.) και των εμπόρων.

Δεν ξέρω τι είπε ο υπουργός σε πριβέ συζητήσεις, αλλά στην κεντρική ομιλία του υπήρχε μια έξτρα προσοχή. «Λεφτόδεντρα δεν υπάρχουν» έλεγε. «Να είμαστε μια ειλικρινής κυβέρνηση που έχει κάνει τα κουμάντα της» πρόσθετε και ξόρκιζε τα «πολιτικά τσιτάτα χωρίς λογοδοσία». Μεταξύ μας, οποιοδήποτε μέλος του Υπουργικού Συμβουλίου, ακόμα και να το ήθελε, δεν μπορεί σε αυτή τη φάση να κινηθεί διαφορετικά.

Ο Μητσοτάκης έδωσε δημοσίως το σκεπτικό: «Δεν θέλω να καλλιεργηθεί μία εικόνα εύκολων και ανέξοδων παροχών…». Με δική του συνέντευξη βγήκε και ο σύμβουλός του στο Μαξίμου, ο Πατέλης, για να… καθαρίσει τεχνοκρατικά το τοπίο. Αλήθεια ποιος το είχε θολώσει; Μήπως δεν είναι υπουργοί και υφυπουργοί εκείνοι που κατά καιρούς αφήνουν ζητήματα να αιωρούνται (και ελπίδες να γεννώνται), με το εύκολο και αφαιρετικό «ναι, πράγματι το εξετάζουμε αυτό, δεν αποκλείεται, ούτε το άλλο αποκλείεται» ως μια πρόσκαιρη φυγή από την πίεση; Δεν το είδαμε αυτό με τον ΦΠΑ στα τρόφιμα;

Το άγχος του χειροκροτήματος απειλεί με προβλήματα συνολικά την κυβέρνηση. Είναι αυτό που πρέπει να ελέγξει όλη η γαλάζια ομάδα. Ειδικά τώρα που απαιτείται επαναπροσδιορισμός βηματισμού της χώρας στη μεταπανδημική εποχή. Ειδικά όταν οι απαιτητικοί στόχοι για την οικονομία είναι μπροστά. Ειδικά όσο πλησιάζει η ώρα της εκλογικής αναμέτρησης, που – μοιραία – εντείνει τα άγχη.