Η δεκαετία του 1970 σηματοδοτήθηκε από ένα ανατριχιαστικό κύμα δολοφονιών από serial killer που σάρωσε τις Ηνωμένες Πολιτείες, αφήνοντας πίσω της ένα ανεξίτηλο σημάδι φόβου και τρόμου. Τώρα ένα νέο βιβλίο αναρωτιέται: μήπως ο αέρας που ανέπνεαν οι δολοφόνοι, γεμάτος τοξικά μέταλλα, έπαιξε ρόλο στην άνοδο της βίας;

Πώς εξηγείται η ανεξήγητη πανδημία των serial killers στις ΗΠΑ των 70s; Η Κάρολαϊν Φρέιζερ, η συγγραφέας του καθηλωτικού νέου βιβλίου Murderland, αναζητά απαντήσεις πέρα από την απλή ψυχοπάθεια, ερευνώντας την ανατριχιαστική πιθανότητα ότι η περιβαλλοντική μόλυνση, και συγκεκριμένα η δηλητηρίαση από μόλυβδο, μπορεί να ήταν ένας κρυφός καταλύτης για την ακραία ανθρώπινη βία.

Το 1974, τη χρονιά που η Κάρολαϊν Φρέιζερ έκλεισε τα 13, ο Τεντ Μπάντι άρχισε να είναι ο εφιάλτης των ΗΠΑ. Τότε ο διαβόητος serial killer διέπραξε τις πρώτες, αφόρητα φρικιαστικές, επιβεβαιωμένες δολοφονίες του.


Ο Τέντ Μπάντι, ίσως ο πιο διαβόητος serial killer, ήταν κατά συρροήν δολοφόνος, απαγωγέας, βιαστής, διαρρήκτης και νεκρόφιλος. Ο αριθμός των γυναικών που δολοφόνησε ίσως ξεπερνάει τις 100, ενώ ομολόγησε και καταδικάστηκε για τη δολοφονία 30 εξ αυτών

Ο Μπάντι ήταν όμορφος, γοητευτικός, εξαιρετικά ευφυής και ψυχοπαθής – «ένας εγκληματικός ιός μεταμφιεσμένος σε άνθρωπο». Υπάρχουν πειστικά στοιχεία ότι είχε αρχίσει να σκοτώνει πολύ νωρίτερα, αλλά ποτέ με τέτοια λαιμαργία.

Σχεδόν όλες οι γυναίκες-θύματά του είχαν μακριά καστανά μαλλιά, χωρισμένα στη μέση. Μερικές φορές εισέβαλλε στα σπίτια των γυναικών ενώ κοιμόντουσαν, ή τις άρπαζε από τον δρόμο. Άλλες φορές φορούσε έναν επίδεσμο ή γύψο και τις παρέσυρε στο αυτοκίνητό του για να τον βοηθήσουν σε κάποια εργασία. Αν κάποια αρνιόταν, δοκίμαζε μια άλλη, πεπεισμένος ότι δεν θα τον έπιαναν ποτέ επειδή δεν θα έλειπαν ποτέ σε κανέναν.

«Θέλω να πω, υπάρχουν τόσοι πολλοί άνθρωποι», συλλογιζόταν. «Δεν θα έπρεπε να είναι πρόβλημα». Η Φρέιζερ ζούσε στο Μέρσερ Άιλαντ της Ουάσινγκτον, κοντά στα πρώτα λημέρια του Μπάντι. καθώς θυμάται τη στιγμή που το όνομα του Μπάντι κατηγορήθηκε για πρώτη φορά για φόνο, τον Οκτώβριο του 1976, γράφει:

«Όλοι γνωρίζουν κάποιον που γνωρίζει κάποιον που παραλίγο να βγει με τον Τεντ Μπάντι».

Κανείς δεν ξέρει τι καταραμένη συστοιχία γονιδίων, ανατροφής, κοινωνικών συνθηκών, χημείας εγκεφάλου και ατόφιου κακού κάνει τους serial killers να κάνουν όσα κάνουν αλλά η Φρέιζερ είναι σίγουρη ότι ο μόλυβδος που ανέπνεαν ήταν παράγοντας στο έγκλημα

«Ήταν ο απόλυτος μισογυνισμός των εγκλημάτων του που με κατέπληξε, η έκδηλη οργή του εναντίον των γυναικών. Δεν είχε καθόλου συμπόνια… ήταν εντελώς απορροφημένος στις λεπτομέρειες. Οι φόνοι ήταν τα κατορθώματα της ζωής του» είχε πει ο δικηγόρος του Μπάντι.

Ο Μπάντι ήταν ένας από τουλάχιστον μισή ντουζίνα serial killers που δραστηριοποιούνταν στην Ουάσινγκτον το 1974.

Μέσα σε λίγα χρόνια, η πολιτεία θα ήταν αντιμέτωπη με τον εξίσου παραγωγικό Ράνταλ Γούντφιλντ, γνωστό ως τον «Δολοφόνο του I-5», και τον Γκάρι Ρίτζγουεϊ, τον «Δολοφόνο του Ποταμού Γκριν».

Το ποσοστό ανθρωποκτονιών αυξήθηκε κατά περισσότερο από 30% το 1974 – σχεδόν έξι φορές τον εθνικό μέσο όρο. Στην Τακόμα, την πόλη όπου μεγάλωσε ο Μπάντι, έζησε ο Ρίτζγουεϊ και ο Τσαρλς Μάνσον φυλακίστηκε για πέντε χρόνια πριν ξεκινήσει την Οικογένειά του, οι φόνοι αυξήθηκαν κατά 62%. Ήταν σαν ένα κακόβουλο σύννεφο να είχε καλύψει την περιοχή.

Μόλυβδος όπως δηλητήριο

Η Φρέιζερ υποστηρίζει ότι η επιδημία των δολοφόνων σχετίζεται με ένα πραγματικό σύννεφο, που περιείχε διοξείδιο του θείου, αρσενικό και μόλυβδο, το οποίο εκπέμπονταν από την καμινάδα μιας εγκατάστασης τήξης στο Ράστον, έξω από την Τακόμα.

Κανείς δεν ξέρει τι καταραμένη συστοιχία γονιδίων, ανατροφής, κοινωνικών συνθηκών, χημείας εγκεφάλου και ατόφιου κακού κάνει τους serial killers να κάνουν όσα κάνουν αλλά η Φρέιζερ είναι σίγουρη ότι ο μόλυβδος που ανέπνεαν ήταν παράγοντας στο έγκλημα.

Σήμερα, τα Κέντρα Ελέγχου Νοσημάτων (CDC) ορίζουν περισσότερα από 3.5 μικρογραμμάρια μολύβδου ανά δεκατόλιτρο στο αίμα ενός παιδιού ως αιτία ανησυχίας. Το πρώτο «ασφαλές» όριο του CDC, το 1960, ήταν 60 μικρογραμμάρια. Ωστόσο, ήδη από τη δεκαετία του 1920, οι γιατροί παρατηρούσαν ότι η δηλητηρίαση από μόλυβδο σε χρωαστικές ουσίες έκανε τα παιδιά «σαν τρελά».

Πενήντα χρόνια αργότερα και μετά από μελέτες που έδειξαν σύνδεση της έκθεσης στο μόλυβδο με την παραβατική συμπεριφορά το CDC συνέδεσε την τον μόλυβδο με «λειτουργικές διαταραχές» όταν αποκαλύφθηκε πέρα από κάθε εμφιβολία ότι η έκθεση στον μόλυβδο κατά τη διάρκεια της εμβρυϊκής ζωής αλλά και των πρώτων χρόνων της ζωής ενός ατόμου μπορεί να προκαλέσει μόνιμες βλάβες στον εγκέφαλο και να οδηγήσει ακόμα και σε βίαιη και παραβατική συμπεριφορά.

Δύο μελέτες που δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση ΡLoS Μedicine και οι οποίες παρέχουν τις ισχυρότερες ως σήμερα αποδείξεις σχετικά με το ότι ο μόλυβδος μπορεί να είναι υπαίτιος για εγκλήματα.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι για κάθε αύξηση των επιπέδων του μολύβδου στο αίμα κατά 5 μικρογραμμάρια ανά δεκατόλιτρο στην ηλικία των έξι ετών η αύξηση των πιθανοτήτων βίαιων εγκλημάτων στην ενήλικη ζωή άγγιζε το 50%

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των μελετών που ήρθαν στο φως το 2008, τα άτομα που έφεραν τα υψηλότερα επίπεδα του στοιχείου αυτού στο αίμα τους στα πρώτα επτά χρόνια της ζωής τους εμφάνιζαν απώλεια κυττάρων στις περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με τη λήψη αποφάσεων, τον έλεγχο της παρόρμησης, την προσοχή, τον εντοπισμό των λαθών. Παράλληλα, τα άτομα αυτά είχαν πολύ περισσότερες πιθανότητες να έχουν συλληφθεί για εγκλήματα κατά την ενήλικη ζωή τους και κυρίως για βίαια εγκλήματα- δολοφονία, βιασμός, ενδοοικογενειακή βία, ασέλγεια, ληστεία.

Η σύνδεση μεταξύ της έκθεσης στον μόλυβδο και της βίαιης συμπεριφοράς φάνηκε να είναι τόσο στενή ώστε οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Σινσινάτι στο Οχάιο να αναφέρουν ότι μπορεί να βρίσκεται πίσω από ένα σημαντικό ποσοστό εγκλημάτων που λαμβάνουν χώρα κυρίως στις αστικές περιοχές στις οποίες υπάρχουν και τα περισσότερα παλαιά σπίτια στα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί μπογιές με μόλυβδο.

Και οι δύο νέες μελέτες ήταν μέρος της Cincinnati Lead Study, η οποία περιελάμβανε 376 γυναίκες οι οποίες έμειναν έγκυοι από το 1979 ως το 1984. Οι γυναίκες αυτές υποβλήθηκαν σε μετρήσεις των επιπέδων μολύβδου στο αίμα, ενώ ίδιες μετρήσεις έγιναν και στα παιδιά που έφεραν στον κόσμο ως την ηλικία των επτά ετών.

Στην πρώτη μελέτη, ειδικοί από το Τμήμα Ερευνας Περιβαλλοντικής Υγείας μελέτησαν 250 παιδιά από την αρχική ομάδα και συσχέτισαν τα επίπεδα μολύβδου κατά την παιδική ηλικία με τα αρχεία σχετικά με τις συλλήψεις ενηλίκων.

Ανακάλυψαν ότι το 55% των ατόμων (το 63% των ανδρών) είχαν συλληφθεί. Οσο υψηλότερα ήταν μάλιστα τα επίπεδα του μολύβδου κατά την παιδική ηλικία τόσο μεγαλύτερες ήταν και οι πιθανότητες σύλληψης- στο αίμα των παιδιών καταγράφηκαν συγκεντρώσεις μολύβδου της τάξεως των 4 ως και 37 μικρογραμμαρίων ανά δεκατόλιτρο (το όριο σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας είναι 10 μικρογραμμάρια ανά δεκατόλιτρο).

Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι για κάθε αύξηση των επιπέδων του μολύβδου στο αίμα κατά 5 μικρογραμμάρια ανά δεκατόλιτρο στην ηλικία των έξι ετών η αύξηση των πιθανοτήτων βίαιων εγκλημάτων στην ενήλικη ζωή άγγιζε το 50%.

Στη δεύτερη μελέτη ακτινολόγοι και πάλι από το Σινσινάτι υπέβαλαν σε μαγνητική τομογραφία 157 άτομα της ίδιας αρχικής ομάδας. Είδαν ότι όσα είχαν τα υψηλότερα επίπεδα μολύβδου στο αίμα παρουσίαζαν απώλεια της τάξεως του 1% στη φαιά ουσία του εγκεφάλου, κατάσταση που ήταν μη αναστρέψιμη. Οπως μάλιστα προέκυψε, οι άνδρες εμφάνιζαν σε πολύ υψηλότερα ποσοστά πρόβλημα σε σύγκριση με τις γυναίκες.

Οι δυναστείες πίσω από το θάνατο

Kαρτ ποστάλ του 1909 της Τακόμα με την καμινάδα του χυτηρίου ASARCO συμφερόντων Γκούγκενχαϊμ

Βέβαια ο μόλυβδος, έφερνε χρήμα σε πολύ συγκεκριμένες οικογένειες των ΗΠΑ. Η δυναστεία Γκούγκενχαϊμ έχτισε την περιουσία της στην εξόρυξη και τήξη μετάλλων – η εταιρεία της, Asarco, ήταν κάποτε υπεύθυνη για το 90% της παραγωγής μολύβδου στις ΗΠΑ.

Η Asarco απέκτησε το εργοστάσιο τήξης του Ράστον το 1905 και το μετέτρεψε για την επεξεργασία χαλκού, εκπέμποντας απόβλητα μετάλλων στην ατμόσφαιρα μέσω μιας από τις υψηλότερες καμινάδες που υπήρχε για κάποιες δεκαετίες στον κόσμο.

«Ο ανυποψίαστος πληθυσμός αναπνέει [μόλυβδο], τον καταναλώνει και γίνεται αυτός», γράφει η Φρέιζερ. Το 1974, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το εργοστάσιο τήξης του Ράστον διοχέτευε 25 λίβρες σκόνης μολύβδου και 58 λίβρες αρσενικού στον αέρα κάθε ώρα. Την ίδια χρονιά, η Asarco γιόρτασε την 75η επέτειό της αναφέροντας κέρδη ρεκόρ.

Το Murderland δεν είναι ακόμη ένα true crime βιβλίο. Όπως το Prairie Fires, η βραβευμένη με Πούλιτζερ βιογραφία της Λόρα Ίνγκαλς Γουάιλντερ από τη Φρέιζερ το 2017, είναι μια μεγάλη, φιλόδοξη ιστορία για τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους ανθρώπους που γεννά. Και είναι ακριβώς εδώ, στο σταυροδρόμι οικονομικών συμφερόντων και θανάτου που το νέο βιβλίο της «συνορεύει» με μία ακόμη έκδοση -το συγκλονιστικό Empire of Pain του Πάτρικ Ράντεν Κιφ.

Σε αυτό ο ερευνητικός δημοσιογράφος και συγγραφέας ξεδιπλώνει την θανατηφόρα ιστορία της δυναστείας των Σάκλερ, της οικογένειας που από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, έφερε στις ΗΠΑ την τραγική επιδημία των οπιοειδών αναλγητικών εθίζοντας με δόλο εκατομμύρια πολίτες σε φάρμακα όπως το Fentanyl, το Vicodin και, κυρίως, το OxyContin, που κατέκλυσαν την αγορά, κοστίζοντας τη ζωή σε περίπου μισό εκατομμύριο ανθρώπους.

Η δυναστεία Γκούγκενχαϊμ έχτισε την περιουσία της στην εξόρυξη και τήξη μετάλλων – η εταιρεία της, Asarco, ήταν κάποτε υπεύθυνη για το 90% της παραγωγής μολύβδου στις ΗΠΑ. Ακριβώς όπως και η δυναστεία των Σάκλερ, οι ισχυροί έγιναν πλουσιότεροι μετρώντας θανάτους

Η εθνική τραγωδία, που έπληξε δυσανάλογα τις φτωχές κοινότητες, δεν ήταν τυχαία, αλλά αποτέλεσμα ενός συνδυασμού παραγόντων που συνδέονται με την απληστία και τις αδυναμίες του αμερικανικού φαρμακευτικού συστήματος με την Purdue Pharma των Σάκλερ να είναι ο πραγματικός δολοφόνος και αρχιτέκτονας μιας ζοφερής συστημικής διαφθοράς.

Στο βιβλίο της, η λυρική πρόζα της Φρέιζερ σε ενεστώτα χρόνο είναι επείγουσα αλλά ταυτόχρονα σφιχτά ελεγχόμενη, καθώς σκαλίζει αρχεία εφημερίδων για να δημιουργήσει έναν χάρτη μιας χώρας που χάνει το μυαλό της.

Η εντυπωσιακή ενότητα για το 1974, εκείνο το «annus horribilis», χρησιμοποιεί καθηλωτική αφήγηση ημέρα προς ημέρα για να συνδυάσει τις δολοφονίες με την κατάρρευση του Προέδρου Νίξον, την απαγωγή της Πάτι Χερστ και την ενηλικίωση της ίδιας της Φρέιζερ στο Μέρσερ Άιλαντ, όπου ονειρεύεται να σκοτώσει τον πατέρα της, έναν βίαιο, αυταρχικό Χριστιανό επιστήμονα.

Από τον Τόμας Μίντγκλεϊ Τζούνιορ στον Night Stalker

Στο βιβλίο της η Φρέιζερ χτίζει έναν ιστό που δονείται από κραυγές. Αναφέρεται σε πρώην κατοίκους της Τακόμα, όπως τον δημιουργό του εμβληματικού Dune, Φρανκ Χέρμπερτ, ο οποίος είπε ότι ο αέρας της γενέτειράς του ήταν «τόσο πυκνός που μπορούσες να τον μασήσεις», και τον Ντάσιελ Χάμετ, ο οποίος αναφέρθηκε στην ως Poisonville (Πόλη Δηλητήριο) στο κλασικό του Red Harvest.

Η Φρέιζερ υπενθυμίζει στον αναγνώστη τον Τόμας Μίντγκλεϊ Τζούνιορ, τον Αμερικανό μηχανολόγο και χημικό μηχανικό που δολοφόνησε περίπου ένα εκατομμύριο ανθρώπους και -μεταξύ άλλων-κατάφερε να επιδεινώσει την κλιματική αλλαγή και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της βενζίνης με μόλυβδο (τετρααιθυλομόλυβδος) και μερικών από τους πρώτους χλωροφθοράνθρακες (CFC), πιο γνωστούς στις Ηνωμένες Πολιτείες με την επωνυμία Freon.

Αλλά και τον Κλερ Πάτερσον, τον επινοητικό γεωλόγο που χρησιμοποίησε τα επίπεδα μολύβδου για να υπολογίσει με ακρίβεια την ηλικία της Γης και στη συνέχεια σόκαρε τις ΗΠΑ με τη μελέτη του «Μολυσμένα και Φυσικά Περιβάλλοντα Μολύβδου για τον Άνθρωπο» που δημοσιεύτηκε τον Σεπτέμβριο του 1965 στο Archives of Environmental Health. Σε αυτή ο Πάτερσον αποδείκνυε πως «ο μέσος κάτοικος των Ηνωμένων Πολιτειών υφίσταται σοβαρή χρόνια βλάβη από μόλυβδο».

Στο βιβλίο, με άξονα τη δράση των serial killers η Φρέιζερ μας επιστρέφει πίσω στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο όταν η ακόρεστη όρεξη για μόλυβδο και χαλκό τροφοδότησε μια περιβαλλοντική καταστροφή υφαίνοντας έναν ιστό από δόλο, αίμα και έγκλημα -περιβαλλοντικό και βιολογικό.

Η Φρέιζερ αναδεικνύει τον φόβο και την ευαλωτότητα της εποχής των κατά συρροή δολοφόνων – μια εποχή αφέλειας και ανεμελιάς, ξεκλείδωτων παραθύρων και αστυνομικών που δεν είχαν ιδέα με ποιους είχαν να κάνουν.

Οι περισσότεροι δράστες σεξουαλικών εγκλημάτων είναι γνωστοί στα θύματά τους, αλλά στις ΗΠΑ κατά τη δεκαετία του 1970, σχεδόν 300 άνδρες αναζητούσαν εμμονικά αγνώστους για να κακοποιήσουν και να σκοτώσουν.

Αυτός ο αριθμός μειώθηκε κατακόρυφα, μαζί με το συνολικό ποσοστό εγκληματικότητας, κατά τη δεκαετία του 1990, κάτι που συνέβη αφού αφαιρέθηκε ο μόλυβδος από τη βενζίνη και έκλεισαν τα περισσότερα μεγάλα εργοστάσια τήξης. Το εργοστάσιο στο Ράστον σίγησε το 1985, χάρη περισσότερο στις δυνάμεις της αγοράς παρά στη ρύθμιση: η τιμή του χαλκού είχε καταρρεύσει.

Τοξικό κακό

“Σιγά τα λάχανα! Ο θάνατος είναι στους κινδύνους του επαγγέλματος. Θα σας δω στην Disneyland”. Αυτά ήταν τα λόγια του Ρίτσαρντ Ραμίρεζ, του στυγερού serial killer με το προσωνύμιο Night Stalker, όταν το δικαστήριο του ανακοίνωσε την καταδίκη του σε θάνατο

Μπορούν τα εγκλήματα των κατά συρροή δολοφόνων να εξηγηθούν αποκλειστικά από τον αέρα που ανέπνεαν, το νερό που έπιναν και το μέταλλο στον εγκέφαλό τους; Σίγουρα όχι, αλλά η Φρέιζερ αποδεικνύει ότι υπάρχει μεγάλη συσχέτιση ώστε η μόλυνση από μόλυβδο να αποτελεί έναν πιθανό παράγοντα που συνέβαλε στη ματωμένη πανδημία.

O Ρίτσαρντ Ραμίρεζ, ο διαβόητος Αμερικανός διαρρήκτης, βιαστής και κατά συρροήν δολοφόνος που έδρασε στην πολιτεία της Καλιφόρνια από τον Ιούνιο του 1984 ως τον Αύγουστο του 1985 και έγινε γνωστός ως Night Stalker μεγάλωσε κοντά στο εργοστάσιο τήξης της Asarco στο Ελ Πάσο του Τέξας.

Ο αριθμός των εγκλημάτων μειώθηκε κατακόρυφα, μαζί με το συνολικό ποσοστό εγκληματικότητας, κατά τη δεκαετία του 1990 όταν  αφαιρέθηκε ο μόλυβδος από τη βενζίνη και έκλεισαν τα περισσότερα μεγάλα εργοστάσια τήξης

Ο Γκάρι Ρίτζεγουεϊ έδρασε για 20 χρόνια, στο Σιάτλ της Ουάσινγκτον και δολοφόνησε περισσότερες από 48 γυναίκες. Τα θύματά του ήταν πάντα ιερόδουλες, ο πιο εύκολος στόχος. Στην ομολογία του, δήλωσε ότι ήθελε να σκοτώσει όσες περισσότερες ιερόδουλες μπορούσε γιατί ήταν σκουπίδια, ένα κατώτερο είδος ανθρώπου

Ο «δραστήριος» κατά συρροήν δολοφόνος της Αμερικής Γκάρι Ρίτζγουεϊ, γνωστός ως ο «Δολοφόνος του ποταμού Γκριν» που καταδικάστηκε για τη δολοφονία σαράντα εννέα γυναικών μεταξύ 1982 και 1998 στις βορειοδυτικές Ηνωμένες Πολιτείες εκτέθηκε σε μολυβδούχο χρώμα για τρεις δεκαετίες καθώς εργαζόταν ψεκάζοντας φορτηγά.
Ο Τζέιμς Όλιβερ Χιούμπερτι, ο οποίος πυροβόλησε και σκότωσε 22 ανθρώπους σε ένα McDonald’s στην Καλιφόρνια το 1984, ήταν γεμάτος κάδμιο από την εργασία του ως συγκολλητής. Είχε παραπονεθεί ότι οι αναθυμιάσεις τον «τρελαίνουν». Κάπως έτσι, το Murderland είναι ένα βιβλίο γεμάτο ινδάλματα σε ένα ματωμένο καθρέφτη των ΗΠΑ.

«Κάνουν το έργο του διαβόλου»

Η ανικανότητα των αρχών επιβολής του νόμου συνδέεται με την αδυναμία των περιβαλλοντικών ρυθμιστικών αρχών. Η περιφρόνηση των δολοφόνων για τις ατομικές ανθρώπινες ζωές βρίσκει απήχηση στην αδίστακτη ανηθικότητα των εταιρειών.
Το 1973, μια πυρκαγιά κατέστρεψε το σύστημα φιλτραρίσματος στο εργοστάσιο τήξης στο Μπάνκερ Χιλ, Αϊντάχο, οκταπλασιάζοντας τις εκπομπές του. Ένα στέλεχος ζύγισε το κόστος της προσωρινής διακοπής λειτουργίας έναντι της μέγιστης πιθανής αποζημίωσης προς τις πληγείσες οικογένειες και το κράτησε σε λειτουργία.

«Κάνουν το έργο του διαβόλου, το οποίο δεν διαφέρει από αυτό που κάνει ο Τεντ», γράφει η Φρέιζερ, γεμάτη αγανάκτηση. «Όπως ο Τεντ, το Μπάνκερ Χιλ σκοτώνει ανθρώπους εδώ και χρόνια. Ο θάνατος είναι δεύτερη φύση».

Στο Murderland, κάποιοι δολοφόνοι συλλαμβάνονται, δικάζονται και τιμωρούνται ενώ άλλοι απλά πλουτίζουν. Και για τους δύο, τα θύματα είναι απλά κομμάτια σε ένα παιχνίδι αριθμών.

Το Murderland: Crime and Bloodlust in the Time of Serial Killers της Κάρολαϊν Φρέιζερ κυκλοφορεί από τον εκδοτικό οίκο Fleet.