Η αμηχανία σήμερα με τη φιλοσοφία δεν οφείλεται τόσο στη σκοτεινή ή πολύπλοκη γλώσσα της —κάθε γλώσσα που χρησιμοποιούμε σήμερα, όχι μόνο η επιστημονική ή η καλλιτεχνική, αλλά και η διαπροσωπική, έχει καταντήσει τόσο εσωτερική, που είναι σχεδόν ακατάληπτη στον άλλο, μ’ αποτέλεσμα να υπάρχουν τόσες θεωρίες όσες κι άνθρωποι— όσο στο ερώτημα (είτε το ξέρουμε είτε όχι) ποια είναι η χρησιμότητα της φιλοσοφίας σήμερα.

Υπάρχουν εκείνοι που υποστηρίζουν ότι ποτέ δεν ήταν τόσο άχρηστη φλυαρία όσο στην εποχή μας, και υπάρχουν και οι άλλοι που πιστεύουν ότι η χρησιμότητα της φιλοσοφίας είναι ακριβώς το ότι είναι πρακτικά άχρηστη, επομένως αχειραγώγητη, δηλαδή ελεύθερη, κι ότι το φως της δεν ήταν ποτέ τόσο χρειαζούμενο όσο σ’ αυτά τα συσκοτισμένα χρόνια.


«ΤΑ ΝΕΑ», 30.7.1984, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Ο γνωστός Έλληνας φιλόσοφος Κώστας Αξελός, που ζει στο Παρίσι, βρίσκεται αυτές τις μέρες στην Ελλάδα, που επισκέπτεται κάθε καλοκαίρι από το 1956 και μετά, αφ’ ότου έπαψε να ισχύει η θανατική ποινή που του είχε επιβάλει στον Εμφύλιο η κυβέρνηση του 1945, για τις αριστερές του δραστηριότητες. Φέτος είναι προσκαλεσμένος από τον Πολιτιστικό Σύλλογο Ύδρας, όπου προχτές, το Σάββατο, έδωσε μια διάλεξη με τίτλο «Εισαγωγή στο παιχνίδι του κόσμου».

Στη συνομιλία που είχαμε μ’ αυτή την ευκαιρία, ο Κώστας Αξελός είπε:

«Σ’ έναν κόσμο που κυριαρχείται από την τεχνική, τόσο στην επιστημονική όσο και στη γραφειοκρατική τεχνική της διακυβέρνησης, η φιλοσοφική σκέψη μπορεί να θέσει τα βασικά ερωτήματα, ποιοι είμαστε, πού στεκόμαστε, πού πάμε, σε συνδυασμό με τον ποιητικό λόγο, ο οποίος αφορά και αυτός το ανοιχτό όλον, και όχι τις σχηματικές τυποποιήσεις».


— Θα μπορούσε να αντείπει κανείς ότι αυτό μπορεί να το κάνει κι η θρησκευτική ενατένιση.

«Η θρησκεία υπακούει σε δόγματα. Ενώ η θρησκεία δίνει απαντήσεις σύμφωνα με τα δόγματά της και της Εκκλησίας, η φιλοσοφική σκέψη δεν υπακούει σε κάποιο δόγμα και θέτει περισσότερο ερωτήσεις απ’ ό,τι απαντήσεις. Αλλά ήδη οι ερωτήσεις περιέχονται στον ορίζοντα των προβληματικών πάντα απαντήσεων».

[…]

Σ’ ένα βιβλίο του [ο Αξελός] λέει κάπου ρητά ότι η φιλοσοφία αρχίζει με τον Πλάτωνα και τελειώνει με τους Χέγκελ – Μαρξ, εννοώντας πως μετά το τέλος της φιλοσοφίας αρχίζει η σκέψη, η ελεύθερη σκέψη που εγκαινιάζουν ο Νίτσε και ο Χάιντεγκερ, η πλανητική σκέψη όπως την ονομάζει ο ίδιος, προσπαθώντας έτσι να πετύχει τη γόνιμη σύνδεση με τις απαρχές της φιλοσοφίας, τους προσωκρατικούς.


— Νομίζετε όμως πως μέσα σ’ έναν κόσμο ανελεύθερο και μεταφυσικό, τον κόσμο του Χομπς, του Σμιθ και του Μαρξ, είναι εφικτό να σκεφτόμαστε ελεύθερα;

«Η ελεύθερη σκέψη είναι πάντα κι αυτή ένα πρόβλημα. Η σκέψη μένει πάντα μετεωρική ανάμεσα στη γη και τον ουρανό και απευθύνεται σύγχρονα σε όλους και κατά κάποιον τρόπο και σε κανέναν».

— Πρόσφατα στραφήκατε στην ανατολική σκέψη, την άμεση σύλληψη του κόσμου χωρίς τη διαμεσολάβηση των φιλοσοφικών εννοιών, όπου το ρόλο της έννοιας παίζει η εικόνα. Είναι γιατί βρίσκετε εκεί την ίδια αμεσότητα όπως στους προσωκρατικούς;

«Βέβαια, και η ανατολική σκέψη είναι ένα από τα ρεύματα που συγκλίνουν προς την πλανητική σκέψη. Στην Αθήνα των Κλασικών Χρόνων η φιλοσοφία ήταν η αναζήτηση του καλού καγαθού, του καλλίστου και αρίστου βίου, του τρόπου που θα μπορούσε κανείς να ολοκληρώσει τον εαυτό του προς το καλό, των άλλων κι επομένως και το δικό του, πώς να γίνει δηλαδή κανείς υπεύθυνος πολίτης. Σήμερα η φιλοσοφία είναι υπόθεση σπουδαστηρίου ή ερημητηρίου, εν πάση περιπτώσει υπόθεση ιδιωτική, και για τον Αριστοτέλη ο ιδιώτης ήταν συνώνυμος του ηλιθίου. Σήμερα η διάκριση ιδιωτικού βίου και δημόσιου τείνει να εκλείψει, κι όχι ίσως στο διαρθρωμένο λόγο τους αλλά στις άμεσες και έμμεσες εμπειρίες τους. Πάρα πολλοί άνθρωποι, τόσο στον πολιτικό όσο και στον ερωτικό και φιλικό τομέα, σκοντάφτουν πάνω στα μεγάλα προβλήματα, έστω κι αν δεν το ξέρουν. Ο στοχαστής προσπαθεί να τα διατυπώσει με όσο γίνεται πιο λαγαρό, καθαρό τρόπο. Αλλά ο καθαρός αυτός τρόπος δεν παύει να κλείνει και τη σκοτεινότητά του, γιατί τα ίδια τα πράγματα είναι τόσο φωτεινά όσο και σκοτεινά».


— Ο συλλογικός παιδευτικός ρόλος, όμως, που έπαιζε κάποτε η φιλοσοφία, σήμερα φαίνεται ανύπαρκτος…

«Δεν τον παίζει φανερά, αλλά είναι στην κρυφή, υπόγεια βάση των όσων γίνονται. Κι εκεί που ο κόσμος νομίζει πως δεν έχει καμιά σχέση με τη φιλοσοφία, η φιλοσοφία έχει ήδη επεξεργαστεί τα θεμέλιά του, έστω κι αν αυτά τα θεμέλια τρίζουν».

— Μπορεί να τα καταρρίψει;

«Ίσως μπορεί να δείξει ότι η ανθρώπινη και η ιστορική ζωή δεν είναι χτισμένη πάνω σε στέρεα θεμέλια, αλλά ξετυλίγεται ακριβώς σαν παιχνίδι, σαν περιπλάνηση. Περιπλάνηση δεν σημαίνει το αντίθετο της σωστής οδού, και το παιχνίδι αυτό οδηγεί τον άνθρωπο να ξεπεράσει τον εαυτό του και ν’ ανοιχτεί στον κόσμο χωρίς να υπάρχει απάντηση στο βασικό γιατί».

— Μπορεί δηλαδή ποτέ, υπό ορισμένες συνθήκες, το έργο της φιλοσοφίας να είναι έργο αμιγούς καταστροφής;

«Ποτέ η φιλοσοφία δεν έκανε έργο καθαρής καταστροφής. Ο στοχαστής είναι σαν την ινδική θεότητα Σίβα, που με την ίδια κίνηση, παίζοντας, χτίζει και γκρεμίζει τον κόσμο. Οι φιλόσοφοι είναι μια περίεργη ομάδα ανθρώπων που χτυπούν ο ένας τον άλλον με βιβλία. Έχει κανείς την εντύπωση πως, αν έκαναν τους φιλοσόφους κυβερνήτες, θα γίνονταν οι χειρότεροι δικτάτορες, όπως όλοι όσοι πιστεύουν ότι κρύβουν την αλήθεια στην τσέπη τους. Γιατί συμβαίνει οι φιλόσοφοι, οι καλύτεροι τουλάχιστον από αυτούς, να είναι ματαιωμένοι πολιτικοί, άνθρωποι μανιώδεις για εξουσία; Μήπως γιατί ο Λόγος, του οποίου πιστεύουν πως είναι υπηρέτες, για να υπάρξει πρέπει να νικήσει, να επιβληθεί πάνω στη φυσική πολυμορφία της ζωής; Η τάση του φιλοσόφου να γίνει πολιτικός αρχίζει βασικά με τον Πλάτωνα. Στον Ηράκλειτο πρόσφεραν τη βασιλική εξουσία κι αυτός την αρνήθηκε. Στην πλανητική εποχή που αρχίζει, οι στοχαστές έχουν να ξαναμάθουν το ότι η σκέψη δεν είναι εξουσία, ότι κλονίζει τις δομές όλων των σχέσεων ιδιοκτησίας και κυριαρχίας κι ότι ξετυλίγεται σαν μια αθόρυβη φωνή».


— Όμως, ο κόσμος μας είναι της ιδιοκτησίας και της κυριαρχίας. Η σκέψη, ακόμα κι αν ξεκινάει με τις καλύτερες προθέσεις, ως εκ του κόσμου τούτου είναι δυνατόν να ξεφύγει από το πλέγμα των σχέσεών του;

«Αλλά συγχρόνως συζητούμε επίσης και το βασικό κλονισμό ιδιοκτησίας και κυριαρχίας. Ο άνθρωπος μαθαίνει ότι δεν ανήκει ούτε στον εαυτό του. Μ’ αυτή την έννοια, όπως η αρχαία Φύσις και ο εβραιοχριστιανικός Θεός, ο άνθρωπος έχει πλέον ξεπεραστεί. Δηλαδή, τείνει στο ξεπέρασμά του, για να ξαναδεί ότι δεν είναι το κέντρο ή ο κυρίαρχος, αλλά ο υπήκοος του κόσμου. Λέει κάπου ο Σίλλερ ότι υπηρετεί σωστά την ελευθερία αυτός που έχει υπηρετήσει την ομορφιά. Η ομορφιά όμως δέχεται την ύπαρξη της ασχήμιας, της ατέλειας, γιατί ξέρει πως ο ίδιος ο άνθρωπος είναι ατελής, όπως κι ο Θεός δέχεται την ύπαρξη του Διαβόλου. Ο φιλοσοφικός όμως λόγος απεχθάνεται το χάος, την ετερότητα. Μήπως εν τέλει η τέχνη είναι εκείνη που φέρνει πιο κοντά τους ανθρώπους, γιατί στηρίζεται πάνω στα πάγκοινα αισθήματα, χωρίς να χωρίζει τους ευφυείς από τους αφυείς, αντί της φιλοσοφίας που διδάσκει την επιβολή του σοφού πάνω στους άσοφους; Μήπως εν τέλει η τρυφηλότητα των αισθημάτων, όπως ονομάζουν υποτιμητικά την τέχνη οι φιλόσοφοι, επειδή υπάρχει μέσα στην πολυμορφία της ζωής χωρίς όμως να οδηγεί στη σχετικότητα, είναι ανθρωπινότερη από τη φιλοσοφία; Στις μεγάλες της μορφές, η τέχνη και η σκέψη, η πράξη και ο λόγος, είναι στην υπηρεσία του ίδιου. Στο να ζήσουν, να αισθανθούν, να συγκινηθούν, να πουν και να σκεφτούν το ανοιχτό όλον. Μόνο σε παράλογες και κάποιες δευτερεύουσες μορφές τέχνης, σκέψης και πράξης εμφανίζονται οι στεγανοί διαχωρισμοί. Αυτές οι δευτερότερες μορφές είναι όταν η τέχνη, σκέψη και πράξη επικρατούν σαν μόδα, σαν κλισέ, σαν γραφειοκρατική διαχείριση».

— Έχω την εντύπωση πως οι απαντήσεις σας ήταν περισσότερο υπεκφυγές παρά επί της ουσίας…

«Δεν πιστεύω στη διάκριση υπεκφυγής και ουσίας. Και δεν πιστεύω στην ουσία. Ουσία είναι η πλάνη και η περιπλάνηση».

*Συνέντευξη που είχε παραχωρήσει ο Κώστας Αξελός στο δημοσιογράφο και διακεκριμένο λογοτέχνη (ποιητή και πεζογράφο) Γιώργο Μπρουνιά (1946-2022). Το κείμενο της συνέντευξης είχε δημοσιευτεί στο φύλλο των «Νέων» που είχε κυκλοφορήσει τη Δευτέρα 30 Ιουλίου 1984.


Ο Γιώργος Μπρουνιάς

Ο Κώστας Αξελός, φιλόσοφος και καθηγητής Φιλοσοφίας, με σπουδαίο έργο στη Γαλλία, θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους έλληνες στοχαστές.

Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 26 Ιουνίου 1924. Παράλληλα με τις γυμνασιακές σπουδές του παρακολούθησε μαθήματα στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών και στη Γερμανική Σχολή.

Ενεγράφη στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά ο πόλεμος τον έστρεψε προς την πολιτική.


Έλαβε μέρος στην Αντίσταση ως οργανωτής, δημοσιογράφος και θεωρητικός του κομμουνιστικού κινήματος (1941-1945). Η συμμετοχή του στα Δεκεμβριανά, το 1944, είχε ως αποτέλεσμα τη σύλληψη, τη φυλάκιση και το βασανισμό του. Αφού καταδικάστηκε σε θάνατο από κυβερνητικό στρατοδικείο και υπέστη εικονική εκτέλεση, κατάφερε τελικά να δραπετεύσει.

Από το 1945 εγκατέλειψε την ενεργό πολιτική και το ΚΚΕ τον διέγραψε από τις τάξεις του.

Στα τέλη του 1945, με τη συνδρομή του Οκτάβιου Μερλιέ, τότε διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου της Αθήνας, επιβιβάστηκε στο θρυλικό πλοίο «Ματαρόα» και κατέφυγε στο Παρίσι, όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα.

Σπούδασε Φιλοσοφία στη Σορβόννη, όπου υποστήριξε τις δύο διδακτορικές του διατριβές («Ο Μαρξ στοχαστής της τεχνικής» και «Ο Ηράκλειτος και η φιλοσοφία»).

Από το 1950 έως το 1957 εργάστηκε ως ερευνητής στο C.N.R.S. (Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας), στο Φιλοσοφικό Τμήμα. Κατόπιν συνέχισε την ερευνητική του εργασία για τις δύο διδακτορικές διατριβές του στην École Pratique des Hautes Études (Πρακτική Σχολή Ανωτάτων Σπουδών) έως το 1959.


Από το 1962 έως το 1973 δίδαξε Φιλοσοφία στη Σορβόννη.

Υπήρξε συνεργάτης και αργότερα διευθυντής σύνταξης της επιθεώρησης Arguments (1956-1962), ενώ αργότερα ίδρυσε και διηύθυνε την ομότιτλη σειρά των Éditions de Minuit, όπου εξέδωσε και τα περισσότερα δικά του έργα.

Δημοσίευσε (ελληνικά στην αρχή και ακολούθως γαλλικά κατά κύριο λόγο, αλλά και γερμανικά) σειρά βιβλίων, που έχουν μεταφραστεί σε δεκαέξι γλώσσες.

Μείζον έργο του Αξελού θεωρείται «Το παιχνίδι του κόσμου», το οποίο, μαζί με τα βιβλία «Συμβολή στη λογική» και «Προς την πλανητική σκέψη», περιλαμβάνεται στην τριλογία «Το ξετύλιγμα του παιχνιδιού».


Εξάλλου, ο Αξελός μετέφρασε στα γαλλικά έργα των Χάιντεγκερ και Λούκατς, ενώ έδωσε διαλέξεις σε όλον τον κόσμο.

Τον Απρίλιο του 2000 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και το Μάρτιο του 2009, κατά τη διάρκεια της τελευταίας του επίσκεψης στην Ελλάδα, αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ Φιλοσοφίας του ΑΠΘ.

Ο Κώστας Αξελός απεβίωσε στο Παρίσι στις 4 Φεβρουαρίου 2010.