Το Σεπτέμβριο του 1990 συνήλθε στο Ηράκλειο διεθνές συνέδριο για τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο, τον περίφημο Ελ Γκρέκο, όπου εξετάστηκε, άλλη μια φορά, το παλαιό πρόβλημα της σχέσης της τέχνης του με τη βυζαντινή και μεταβυζαντινή ζωγραφική, με άλλα λόγια το ζήτημα των υπαρκτών ή μη βυζαντινών καταβολών του.

Ενάμιση χρόνο νωρίτερα, το Μάρτιο του 1989, η εφημερίδα «Τα Νέα», με αποκλειστικό δισέλιδο δημοσίευμά της υπό τον τίτλο «Ο Ελ Γκρέκο επιστρέφει στην Κρήτη», είχε αναγγείλει την πραγματοποίηση του επιστημονικού συνεδρίου, που επρόκειτο να συνδυαστεί με μια μεγάλη έκθεση έργων του Θεοτοκόπουλου από όλον τον κόσμο.


«ΤΑ ΝΕΑ», 18.3.1989, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Η εφημερίδα, διαμέσου της Έλενας Δ. Χατζηιωάννου (1949-2013), που υπέγραφε το δημοσίευμα του φύλλου της 18ης Μαρτίου 1989, είχε ζητήσει από τη Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα, τότε καθηγήτρια της Ιστορίας της Τέχνης στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και μέλος της Διεθνούς Συμβουλευτικής Επιτροπής για το Συνέδριο και την Έκθεση Θεοτοκόπουλου, να εκφράσει τις προσωπικές της απόψεις για το όλο εγχείρημα, αλλά και —κυρίως— για το βαθύτερο υπόστρωμα της τέχνης του Θεοτοκόπουλου, για τις καταγωγικές πηγές του.


Η αείμνηστη Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα (διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης επί τρεις ολόκληρες δεκαετίες), που έφυγε από τη ζωή στις 13 Ιουνίου 2022 (σε ηλικία 83 ετών), είχε δηλώσει επί του προκειμένου τα εξής:


Είναι πάρα πολύ σημαντικό το ότι γίνεται ένα συνέδριο στη γενέθλια πόλη του Γκρέκο, που είναι το Ηράκλειο (και που δεν έχει καμία σχέση με το Φόδελε, που είναι ένα παραμύθι). Έχει μεγάλη σημασία το ότι οι ξένοι θα συνειδητοποιήσουν, ακόμα και από τη γεωγραφική τους μετακίνηση, ότι ο Θεοτοκόπουλος, που το όνομά του το κραυγάζει —Γκρέκο σημαίνει Έλληνας—, δεν είναι ο «Ελ Γκρέκο του Τολέδο» (τίτλος της τελευταίας μεγάλης έκθεσης σε Ευρώπη και Αμερική). Είναι αυτό που ο ίδιος έλεγε «Δομήνικος Θεοτοκόπουλος ο Κρης». Έτσι υπέγραφε τα έργα του. Και το παρατσούκλι που του δώσανε, Ελ Γκρέκο, επιβεβαιώνει ότι διατήρησε τον ελληνισμό του μέχρι το τέλος της ζωής του, μια και υπέγραφε πάντοτε ελληνικά και μάλιστα βυζαντινά.

Ώστε λοιπόν θα συνειδητοποιήσουμε όλοι την καταγωγή του, όχι τόσο πολύ την εθνική, αλλά την καταγωγή της τέχνης του.

Διότι, πρώτα-πρώτα, αυτή η παράλληλη με το Συνέδριο Έκθεση, που θα οργανωθεί, θα δείξει από πού ξεκινάει ο Γκρέκο. Ποιες είναι οι καταγωγικές πηγές της τέχνης του.


«ΤΑ ΝΕΑ», 18.3.1989, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Η Έκθεση κατ’ αρχήν θα αναδείξει τις προϊταλικές δημιουργίες του Γκρέκο. Θα γίνει φανερό ότι υπήρξε και βυζαντινός Γκρέκο. Επίσης, έχουν γίνει μελέτες που διερευνούν την υποδοχή του Γκρέκο από τη νεότερη τέχνη, τη σχέση του με τη μοντέρνα τέχνη. Αυτό το στοιχείο, σαν φακός διάθλασης, βοηθάει να ξαναδούμε και να ξαναερμηνεύσουμε το ύφος του Γκρέκο. Να ξαναδούμε τη σχέση του με το Βυζάντιο.

Δηλαδή, αν ο Γκρέκο έχει σχέση με τον Πικάσο και τον κυβισμό, ο Πικάσο και ο κυβισμός έχει μεγαλύτερη σχέση με το Βυζάντιο απ’ ό,τι με το μανιερισμό. Διά της διπλής διάθλασης ξαναμπαίνουμε σε μια προβληματική που ξαναφέρνει τον Γκρέκο στις καταγωγικές του ρίζες.

Έπειτα, έχουν προστεθεί από τη Δύση στοιχεία μέσα από σημειώσεις του Γκρέκο σε βιβλία, που είχε στη βιβλιοθήκη του. Στοιχεία που βοηθούν τους μελετητές να ανασυστήσουν, κατά κάποιον τρόπο, την αισθητική του, την οποία συνδέουν με το νεοπλατωνισμό της Δύσης και γενικά τη μανιεριστική αισθητική.

Αλλά και η αισθητική της βυζαντινής τέχνης ανάγεται στο νεοπλατωνισμό.

Από πού λοιπόν πήρε αυτά τα στοιχεία ο Γκρέκο; Τα είχε από την παιδεία του τη βυζαντινή, την προπαιδεία του, ή το ένα ήρθε να ενισχύσει το άλλο; Είναι ερωτήματα που, ενδεχομένως, θα παρουσιαστούν στην προβληματική του Συνεδρίου.


«ΤΑ ΝΕΑ», 18.3.1989, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Το επιστημονικό ζητούμενο είναι να φωτιστεί αυτή η terra incognita, που είναι η τέχνη του Γκρέκο. Γιατί για κάθε σοβαρό μελετητή ο Γκρέκο δεν έχει ερμηνευτεί, δεν έχει τοποθετηθεί. Διότι ο Γκρέκο δεν έχει ούτε προηγούμενο ούτε επόμενο. Δεν έχει προγόνους στην Ισπανία, ούτε κληρονόμους. Κι ας λέμε ότι ο Βελάσκεθ επηρεάστηκε από τον Γκρέκο. Ο Βελάσκεθ είναι ένας ρεαλιστής, όπως είναι η Σχολή της Ισπανίας ρεαλιστική. Τώρα, αν έχει μια ελευθερία στο χρώμα, αυτή μπορεί να κατάγεται εξίσου από τη Βενετία, όπως κατάγεται και του Γκρέκο από τη Βενετία, αφού και οι δύο είχαν περάσει από εκεί.

Το εντελώς καινούργιο στον Γκρέκο είναι η αντίληψη της φόρμας, της μορφής, που είναι μετά και η αντίληψη της σύνθεσης, του χρώματος, του φωτός, και όλα μαζί δημιουργούν αυτό που λέμε ύφος.


Θα έχει μεγάλη σημασία αν το Συνέδριο Θεοτοκόπουλου στην Κρήτη φωτίσει αυτό το αίνιγμα που είναι ο Γκρέκο. Γιατί είναι ένα μετέωρο της Δυτικής τέχνης, που δεν το εξηγεί απόλυτα η Δυτική τέχνη. Για μένα έχει πολύ μεγάλη σημασία το ότι ο Θεοτοκόπουλος γίνεται Θεοτοκόπουλος, δηλαδή ταυτίζεται με το στυλιστικό του πεπρωμένο, από τη στιγμή που φθάνει στο Τολέδο, που είναι μια πόλη πολυάνθρωπη, δυναμική ακόμα οικονομικά, που είναι ακόμα η θρησκευτική πρωτεύουσα της Ισπανίας. Εδώ μπορούσε να επιβάλει τις απόψεις του, το ύφος του, να αναπτυχθεί σαν καλλιτεχνική προσωπικότητα. Στο Τολέδο βρίσκει μια ακμαία πελατεία κι ένα καλλιτεχνικό βάκουουμ (κενό). Οι δύο αυτές συνιστώσες αποτελούν καταλυτικό παράγοντα για την καλλιτεχνική εκπλήρωση του Γκρέκο. Αλλ’ ας μην μπούμε σε λεπτομέρειες. Αυτό που έχει σημασία είναι να βρει κανείς κάτω από ποιες συνθήκες και για ποιο λόγο ο Γκρέκο έγινε αυτό το στυλιστικό μετέωρο, αυτή η νησίδα, η οποία μένει απομονωμένη. Επειδή είναι αρκετά κορεσμένη η έρευνα από τη Δύση, καταλαβαίνετε ότι θα βοηθήσει περισσότερο αν μετακινηθούν τα κέντρα σκέψης, τα κέντρα έρευνας, τα κέντρα διαθλάσεων. Δηλαδή, έχει μεγάλη σημασία να ξαναδούμε τον Γκρέκο από τούτη τη μεριά και όχι πάντα από εκείνη.

[…]


Για μας ο Θεοτοκόπουλος έχει και μια ακόμα σημασία, ως μοναδική περίπτωση του ελληνικού χώρου, γιατί πραγματοποίησε τη δική μας Αναγέννηση. Δηλαδή, αυτός μας έδειξε τι θα μπορούσε να είναι η Αναγέννηση αν δεν είχε παρέμβει η τουρκική δουλεία. Έκανε όλη τη διαδρομή, φεύγοντας από την ενετοκρατούμενη Κρήτη, πηγαίνοντας στη Δύση, γνωρίζοντας την Αναγέννηση και κάνοντας τη σύνθεση ανάμεσα στον πολιτισμό που κουβαλούσε μέσα του και στα στοιχεία που έπαιρνε από την Αναγέννηση. Επομένως, κατά κάποιον τρόπο, έδειξε τι θα μπορούσε να είναι η Αναγέννηση στην Ελλάδα, εάν δεν είχε συμβεί αυτό το ιστορικό γεγονός. Και με το εάν δεν κάνεις ιστορία. Εδώ όμως κάνει ιστορία, γιατί το ιδανικό είναι συγκεκριμένο, το όραμα πραγματοποιημένο.

[…]