Η τελευταία γνωστή Ταϊβανέζα «γυναίκα παρηγοριάς» από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο πέθανε σε ηλικία 92 ετών.

Ο όρος «Γυναίκες παρηγοριάς» αναφέρεται σε εκείνες που αναγκάστηκαν να εργαστούν στους οίκους ανοχής του ιαπωνικού στρατού εν καιρώ πολέμου μεταξύ 1932 και 1945.

Οι ακτιβιστές υπολογίζουν ότι 200.000 άνθρωποι από τα κατεχόμενα εξαναγκάστηκαν σε σεξουαλική σκλαβιά, συμπεριλαμβανομένων περίπου 2.000 γυναικών στην Ταϊβάν.

Η γυναίκα, η οποία δεν ήθελε να κατονομαστεί, πέθανε στις 10 Μαΐου, σύμφωνα με ακτιβιστές, όπως αναφέρει το BBC. Η «Μάμι» (σ.σ.: «Γιαγιά»), πέθανε σε ηλικία 92 ετών.

Το Ίδρυμα Διάσωσης Γυναικών της Ταϊπέι δήλωσε ότι η οικογένειά της επέτρεψε να γίνει γνωστή η είδηση ​​του θανάτου της μετά από μια μικρή κηδεία.

Οι γυναίκες που εξαναγκάστηκαν στη σεξουαλική σκλαβιά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου της Ιαπωνίας προέρχονταν από τα κατεχόμενα εδάφη της στην Κορέα, την Κίνα, την Ταϊβάν και τις Φιλιππίνες, μεταξύ άλλων περιοχών.

Το Ίδρυμα Διάσωσης Γυναικών της Ταϊπέι ανέφερε ότι εντόπισε 59 από αυτές, μετά τη δημιουργία μιας ανοιχτής γραμμής επικοινωνίας το 1992.

Περιμένοντας ακόμα τις αποζημιώσεις

«Θα συνεχίσουμε να κρατάμε αρχεία για τις γυναίκες και ελπίζουμε ότι η αλήθεια για τη σεξουαλική βία δεν θα εξαφανιστεί με τον θάνατό τους», ανέφερε σε ανακοίνωσή του το ίδρυμα.

«Θα συνεχίσουμε να απαιτούμε από την ιαπωνική κυβέρνηση να ζητήσει συγγνώμη και να αποζημιώσει αυτές τις γυναίκες και τις οικογένειές τους», πρόσθεσε.

Η Ταϊβάν αποικίστηκε από την Ιαπωνία από το 1895 έως το 1945. Ενώ υπάρχουν πολλά μνημεία αφιερωμένα στην ιαπωνική συνεισφορά στο νησί κατά την περίοδο της αποικιοκρατίας, μόλις το 2018 ανεγέρθηκε το πρώτο μνημείο για τις «γυναίκες παρηγοριάς» στη νότια πόλη Ταϊνάν.

Ακολούθησαν διαμαρτυρίες όταν ένας Ιάπωνας δεξιός ακτιβιστής κινηματογραφήθηκε να κλωτσάει το άγαλμα. Αυτό έγινε δύο χρόνια αφότου η Ταϊβάν άνοιξε ένα μουσείο αφιερωμένο στις γυναίκες αυτές στην πρωτεύουσα Ταϊπέι.

Χιλιάδες «γυναίκες παρηγοριάς» προήλθαν από την Κορέα και το ζήτημα έχει προκαλέσει εδώ και καιρό μια πολιτική διαμάχη μεταξύ Τόκιο και Σεούλ.

«Συγγνώμη» μετά από 70 χρόνια

Το 2015, οι δύο κυβερνήσεις κατέληξαν σε συμφωνία στην οποία ο Fumio Kishida, τότε υπουργός Εξωτερικών της Ιαπωνίας, ζήτησε συγγνώμη για τη «σοβαρή προσβολή στην τιμή και την αξιοπρέπεια μεγάλου αριθμού γυναικών».

Ωστόσο, λίγες εβδομάδες αργότερα, ο πρωθυπουργός Σίνζο Άμπε φάνηκε να αποχωρεί από τη συγγνώμη. Είπε στο ιαπωνικό κοινοβούλιο: «Δεν βρέθηκε κανένα έγγραφο ότι οι γυναίκες αυτές εκβιάστηκαν για να κάνουν ό,τι έκαναν».

Η Νότια Κορέα αποδέχθηκε επίσης την προσφορά αποζημίωσης της Ιαπωνίας ύψους 1 δισ. γιεν (7,2 εκατ. $, 5,8 εκατ. £). Ωστόσο, επικρίθηκε από τα θύματα ως ανεπαρκής.

Μέχρι στιγμής η Ιαπωνία δεν έχει αποδεχτεί τα γεγονότα σχετικά με τις «γυναίκες παρηγοριάς»: ποιες ήταν, πώς στρατολογήθηκαν, ποιοι ήταν οι ρόλοι του ιαπωνικού στρατού και της κυβέρνησης και τι πρέπει να γίνει σήμερα.