Λέμε συχνά, εμείς οι μεταγενέστεροι, πως είμαστε η μοναδική χώρα που γιορτάζει την έναρξη του πολέμου, αλλά όχι το τέλος του, δηλαδή την 12η του Οκτώβρη. Αυτό δεν είναι παράλογο: στις 12 Οκτωβρίου του 1944 απελευθερώθηκε η Αθήνα, μα λίγο μετά ξεκίνησε μία από τις σκοτεινότερες περιόδους για τη χώρα, ένας εμφύλιος που ουσιαστικά τελείωσε το 1974, με τη μεταπολίτευση. Έτσι, σήμερα γιορτάζουμε μια λαμπρή, αν και ματωμένη και άγρια ιστορία. Την ιστορία της Εθνικής Αντίστασης, της ενότητας του λαού.

Η κατοχή της Ελλάδας

Η Εθνική Αντίσταση  συστάθηκε σχεδόν αμέσως και αυθόρμητα το 1941, έπειτα από τη συνθηκολόγηση της Ελλάδας. Στην αρχή επρόκειτο για αυθόρμητους αντάρτικους σχηματισμούς πολιτών με μεμονωμένες δράσεις, αλλά ως το 1942 η δράση οργανώθηκε σε αντάρτικες ομάδες του ΕΛΑΣ, του ΕΔΕΣ και της ΕΚΚΑ. Τα τμήματα του ΕΛΑΣ ονομάστηκαν «Ελεύθερη Ελλάδα» , ενώ του ΕΔΕΣ «Ελεύθερη Ορεινή Ελλάς», πράγμα που εξηγείται και γεωγραφικά.

Το 1941, μετά τη συνθηκολόγηση, οι γερμανοί όρισαν νέα κυβέρνηση υπό τον στρατηγό Τσολάκογλου. Έως το Μάιο του 1941, με την κατάληψη της Κρήτης, ολόκληρη η χώρα βρισκόταν υπό κατοχή. Οι γερμανικές δυνάμεις μετρούσαν περί τους 120.000 στρατιώτες, οι ιταλοί  περί τους 140.000 και οι βούλγαροι μαζί με τους κομιτατζήδες, περί τις 40.000.

Και ξεκίνησαν οι σφαγές. Μαζί με τις σφαγές, ξεκίνησε και η φυσική εξάντληση μέσω της ακραίας φτώχειας. Οι γερμανοί δέσμευσαν όλους τους φυσικούς πόρους της χώρας, όπως και την παραγωγή. Έλεγχαν τα τελωνεία, τις αποθήκες και τα βιομηχανικά αποθέματα, ώστε να εφοδιάσουν τον γερμανικό και τον ιταλικό λαό.  Από την πρώτη στιγμή δεσμεύτηκε και η προμήθεια τροφίμων, με αποτέλεσμα η Αθήνα και οι μεγάλες πόλεις να λιμοκτονούν με τρόπο που περιγράφηκε αργότερα όχι μόνο από τους ιστορικούς, αλλά και από τους καλλιτέχνες. Στον Μεγάλο Περίπατο του Πέτρου η Άλκη Ζέη περιγράφει πώς έβρασαν και έφαγαν μια κατοικίδια χελώνα και πώς τα κάρα κουβαλούσαν τα πτώματα των νεκρών της πείνας.

Ήταν η περίοδος της Πείνας της Κατοχής. Ο ακριβής αριθμός των θυμάτων δεν μπορεί να εξακριβωθεί, αλλά υπολογίζεται στις 100.000 νεκρών στα αστικά κέντρα της χώρας. Το επακόλουθο, η μαύρη αγορά. Οι άνθρωποι αντάλλαζαν χωράφια για έναν τενεκέ λάδι.

Πρώτη κίνηση ήταν η φτώχεια, δεύτερη τα Ολοκαυτώματα.

Η πρώτες δυνάμεις αντίστασης, ο  ΕΛΑΣ, το ΕΑΜ και ο ΕΔΕΣ

Η Αντίσταση ξεκίνησε με απλές πράξεις: τα συσσίτια. Ήταν η προσπάθεια επιβίωσης του λαού. Με τους πόρους λεηλατημένους και τη δέσμευση των αγαθών γεγονός, με την ακραία αύξηση του πληθωρισμού η χώρα ήταν υπό δύο καθεστώτα: των κατακτητών και της πείνας.

Η πρώτη αντιστασιακή ομάδα ήταν πρωτοβουλία σύμπραξης, ιδρύθηκε το ‘41 στον Επτάλοφο της Θεσσαλονίκης υπό το όνομα «Ελευθερία». Συγκροτήθηκαν τότε και οι δύο πρώτες ένοπλες αντάρτικες ομάδες, ο «Αθανάσιος Διάκος» και ο «Οδυσσέας Ανδρούτσος» και έδρασαν στο Κιλκίς και στις Σέρρες αντίστοιχα, υπό τον καπετάν – Πέτρο και τον καπεταν- Λασσάνη. Στο Κιλκίς δημιουργήθηκε και μία τρίτη ένοπλη ομάδα, υπό του Ταγματάρχη Βασιλείου Μερκουρίου.

Η Βόρεια Ελλάδα ήταν στη γερμανική ζώνη ελέγχου, αλλά η εξαθλίωση απλωνόταν σε όλη τη χώρα. Στις 30 Μαΐου του 1941 δύο νέοι φοιτητές στην Αθήνα, ο Μανόλης Γλέζος και ο Απόστολος Σάντας ανεβαίνουν στην Ακρόπολη και κατεβάζουν τη σβάστικα. Οι δύο νέοι καταδικάστηκαν σε θάνατο, μια ποινή που τελικά γλίτωσαν.

Έχουμε φτάσει πια στον Σεπτέμβριο του 1941 και με στρατιωτικό αρχηγός τον Ναπολέοντα Ζέρβα, διευθύνοντα της πολιτικής ηγεσίας τον στρατηγό Πλαστήρα, συστήνεται ο ΕΔΕΣ. Λίγες μέρες αργότερα, στις 27 Σεπτεμβρίου του ‘41 ιδρύεται το Ελληνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο, ο ΕΑΜ με τη συνεργασία του Κομμουνιστικού Κόμματος, του Σοσιαλιστικού Κόμματος, του Αγροτικού Κόμματος και της Ένωσης Λαϊκής Δημοκρατίας. ένα χρόνο αργότερα, τον Οκτώβριο του ‘42 ιδρύθηκε και η ΕΚΚΑ. Ιδρύθηκαν και άλλες μικρές ομάδες, όπως η Μπουμπουλίνα, ο ΕΣΕΑ κα.

Η εξέγερση στη Δράμα και η αρχή της Εθνικής Αντίστασης

Η πρώτη μαζική εξέγερση εναντίον των κατοχικών δυνάμεων έγινε στην Δράμα και συγκεκριμένα εναντίον των βούλγαρων και των κομιτατζήδων που είχαν τον έλεγχο της περιοχής. Η προσπάθεια αφελληνισμού ήταν τόσο βίαιη, που στις 28 Σεπτεμβρίου του 1941, ο λαός της Δράμας και των γύρω χωριών, εξεγείρεται. Ήταν μία εξέγερση που πνίγηκε στο αίμα. Εκτελέστηκαν περί τις 3.000 αγωνιστών στην πόλη της Δράμας, γεγονός που υπήρξε καθοριστικό για την πορεία της Εθνικής Αντίστασης.

Την εξέγερση ακολούθησαν καθημερινές εκτελέσεις ελλήνων για παραδειγματισμό από τα γερμανικά στρατεύματα, που είχαν των έλεγχο της Μακεδονίας. Αυτά ήταν και τα πρώτα Ολοκαυτώματα σε χωριά της Κοζάνης και του Κιλκίς. Έτσι, λίγους μήνες μετά, τον Φλεβάρη του ‘42, το ΕΑΜ αποφασίζει την ίδρυση ένοπλων αντάρτικων σωμάτων. Και εγένετο ο ΕΛΑΣ. Επικεφαλής είναι ο Άρης Βελουχιώτης. Στις 7 Ιουνίου ανακοινώνεται η έναρξη του ένοπλου αγώνα.

Παράλληλα με τη ίδρυση του ΕΛΑΣ, ανακοινώνεται από το Ναπολέοντα Ζέρβα η ίδρυση του ενόπλου τμήματος του ΕΔΕΣ και δρα, αρχικά, στην Αιτωλοακαρνανία.  Ακολουθεί και η ΕΚΚΑ. υπό τον Δημήτριο Ψαρρό, που δρα κυρίως στην περιοχή της Γκιώνας.

 

Η σύμπραξη στον Γοργοπόταμο

“Ο Γοργοπόταμος στην Αλαμάνα στέλνει περήφανο χαιρετισμό/ Νέας Ανάστασης χτυπάει καμπάνα…

Από το φθινόπωρο του ‘42 έως και τον Δεκέμβριο, με τη μάχη στο Μικρό Χωριό, μια αντάρτικη μάχη που επέφερε τεράστιο πλήγμα στις ιταλικές δυνάμεις, ο ΕΛΑΣ είχε μία συστηματική, οργανωμένη δράση στην Στερεά Ελλάδα. Οι συνεχιζόμενες επιχειρήσεις οδηγούν στον αφοπλισμό της χωροφυλακής, που συνέδραμε τις κατακτητικές δυνάμεις και οι αντάρτες γίνονται κυρίαρχοι στα χωριά. Προσπάθησαν να συγκροτήσουν ανεξάρτητες κοινωνίες με οικονομικές και πολιτικές δομές, αλλά και πολιτιστικές, με θέατρα και βιβλία. Οι αντάρτες και οι χωρικοί συστήνουν ένα δικό τους “κράτος”.

Με τον ΕΛΑΣ κυρίαρχο στην Στερεά Ελλάδα, τον ΕΔΕΣ να δρα στην Αιτωλοακαρνανία και την ΕΚΚΑ στην Γκιώνα, τον Σεπτέμβριου του 1941 αγγλικό κλιμάκιο υπό τον Μάγερς, που φτάνει κρυφά στην Ελλάδα, εφοδιάζει τις αντάρτικες ομάδες και το αποτέλεσμα είναι η εμβληματική στιγμή της ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοποτάμου, το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς υπό την καθοδήγηση του Άρη Βελουχιώτη και του Ναπολέοντα Ζέρβα.

Θεωρήθηκε η κορυφαία στιγμή της Εθνικής Αντίστασης. Η ανατίναξη της γέφυρας όχι μόνο καθυστέρησε τον ανεφοδιασμό των γερμανικών στρατευμάτων, αλλά καταξίωσε τον αντάρτικο αγώνα ανάμεσα στις Συμμαχικές Δυνάμεις.

Αγώνας στην ύπαιθρο και αγώνας στις πόλεις

Από το 1942 ο αγώνας στην ελληνική ύπαιθρο και οργανώνεται και κορυφώνεται. Ενώ στα βουνά, κυρίvς το 1943, η μάχη πύκνωνε και τα αντάρτικα χτυπήματα πλέον δεν στόχευαν μόνο στα ξένα στρατεύματα, αλλά και στα Τάγματα Ασφαλείας, συγκροτημένα από έλληνες συνεργάτες των δυνάμεων κατοχής, στις πόλεις ο αγώνας είχε άλλες μορφές.

Στην αστική πλευρά του αγώνα, αναδεικνύονται ως κυρίαρχες δύο στιγμές. Η μία είναι η φοιτητική διαδήλωση στην Αθήνα ενώ τον Απρίλιο του ‘42 γίνεται και η πρώτη μαζική απεργία των δημοσίων υπαλλήλων, που φέρει σημαντικό πλήγμα στην κυβέρνηση Τσολάκογλου. Το Σεπτέμβριου της ίδια χρονιάς η Πανελλήνια Ένωση Αγωνιζόμενων Νέων ανατινάζει τα γραφεία της φασιστικής ΕΣΠΟ (Εθνική Σοσιαλιστική Πατριωτική Οργάνωση).

Τον Φεβρουάριο του ‘43 το ΕΑΜ ιδρύει τη νεολαία της ΕΠΟΝ. Τον ίδιο μήνα πεθαίνει ο Κωστής Παλαμάς και η κηδεία του μετατρέπεται στη μεγαλύτερη αντιστασιακή διαμαρτυρία, με αυθόρμητη συμμετοχή του λαού.

Οι διαμαρτυρίες, όμως, συνεχίζονται. Η πανεργατική απεργία τον Μάιο του ‘43 αποτρέπει  την επιστράτευση ελλήνων εργατών, που προορίζονταν για τα γερμανικά εργοστάσια, ενώ τον Ιούλιο η παναθηναϊκή διαδήλωση ενάντια στην είσοδο των βουλγάρων στη Θεσσαλονίκη, καταστέλλεται αιματηρά από τα γερμανικά τανκς.

Στις μεγάλες πόλεις υπήρχε κι ακόμη ένα κομμάτι αγώνα: οι εφορμήσεις στα φορτηγά ανεφοδιασμού. Κλέβοντας πολεμικό εξοπλισμό, αποδυνάμωναν τις κατοχικές δυνάμεις. Κλέβοντας τρόφιμα, τάιζαν όσους μπορούσαν από τον ελληνικό λαό που λιμοκτονούσε.

Στην βορειοδυτική και δυτική Ελλάδα μεσουρανούσε ο ΕΔΕΣ, υπό το Ναπολέοντα Ζέρβα. Υπήρχαν τμήματα τα οποία είχε καταλάβει ο ΕΛΑΣ του Άρη Βελουχιώτη, όπως το κεντρικό Ζαγόρι, αλλά πάνω σε αυτό το κομμάτι της ελληνικής γης έπεφτε βαριά η σκιά ενός εχθρού πολύ αιμοδιψή, περισσότερο άγριου: η μεραρχία Εντελβάις, που συνδέθηκε με αυτό που αργότερα θα ονομάζαμε «ματωμένο καλοκαίρι».

 

Το τέλος του πολέμου και η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης

Η απελευθέρωση της χώρας ξεκίνησε μία μαύρη σελίδα στην ιστορία της. Εκείνη την περίοδο ο ΕΛΑΣ κυριαρχούσε στην ελληνική ύπαιθρο και οργάνωνε αντάρτικες επιθέσεις στις δυνάμεις του ΕΔΕΣ, που είχαν περιοριστεί στην Ήπειρο. Οι Άγγλοι εφοδίαζαν μόνο τον ΕΔΕΣ και την ΕΚΚΑ, μέχρι που φτάσαμε στα Δεκεμβριανά και το ανοιχτό πυρ υπό τις εντολές του Σκόμπι.

Από τα Δεκεμβριανά του ‘44 έως και το ‘49 η Ελλάδα βρέθηκε σε εμφύλια διαμάχη.  Τα Τάγματα Ασφαλείας έγιναν Χίτες και το ΕΑΜ έγινε Δημοκρατικός Στρατός. Οι γεμάτες αίμα σελίδες του εμφυλίου, ακόμη και μετά το επίσημο τέλος του, συνεχίστηκαν να τροφοδοτούνται από το επίσημο πλέον κράτος. Οι εξορίες, η παρανομία, οι εκτελέσεις, με κορυφαία εκείνη του Νίκου Μπελογιάννη, δεν άφησαν ποτέ τον εμφύλιο να εγκαταλείψει την χώρα. Οι άνθρωποι που πολέμησαν για την πατρίδα τους, πέθαναν στις φυλακές και στις εξορίες.

Αυτό το εμφυλιοπολεμικό αφήγημα ήταν εκείνο που δημιουργούσε μία διαρκή πολιτική αστάθεια σε ένα κράτος το οποίο ήταν ήδη λεηλατημένο από την περίοδο της Κατοχής. Το ίδιο αφήγημα έθρεψε το πραξικόπημα του ‘67 και τη χούντα των Συνταγματαρχών.

Επί της ουσίας, ο εμφύλιος έληξε σε δύο φάσεις: Στη μεταπολίτευση, με την οριστική κατάργηση των τόπων εξορίας και έπειτα το 1982, με την οριστική αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης.

Ενδεικτικά, ο πρώτος νόμος για την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης εκδόθηκε το 1949 και συμπληρώθηκε το 1952, αλλά λίγο αργότερα καταργήθηκαν, πράγμα που εξηγεί το κλίμα της εποχής.

Από την Εθνική Αντίσταση, αν μπορεί να μας μείνει ένα μάθημα, είναι οι ιστορίες των παππούδων και των γιαγιάδων μας. Τα Ολοκαυτώματα που θυμούνται στα χωριά τους, οι μετέπειτα απελευθερώσεις και, αν μου επιτρέπεται, θα κλείσω με μία ιστορία του παππού μου: «Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη μέρα που μάζεψαν τους Εβραίους (των Ιωαννίνων) στις πύλες του κάστρου και έκλαιγαν, ούρλιαζαν οι άνθρωποι. Δεν τους ξαναείδαμε ποτέ. Κάηκαν ζωντανοί στους φούρνους. Η πόλη δεν ξεπέρασε αυτή μας την απώλεια». Γιατί αυτούς τους κατακτητές πολέμησε και τελικά νίκησε η Εθνική Αντίσταση.