Δεν υπάρχει, νομίζω, άνθρωπος που τη Μεγάλη Εβδομάδα δεν αναμετράται με τη θνητότητά του. Το Θείο Δράμα και η κορύφωσή του τις ημέρες αυτές μάς φέρνουν αναπόφευκτα αντιμέτωπους με τη μόνη βεβαιότητα που μας συντροφεύει από την ώρα που αρχίζουμε να συναισθανόμαστε την ύπαρξή μας: Ολοι θα πεθάνουμε μια μέρα.

Εντάξει. Μπορεί οι παράμετροι να αλλάζουν ή και να αλλάξουν τεκτονικά τις επόμενες δεκαετίες – κάτι τα τσιπάκια τύπου Black Mirror που υπόσχεται ο Ελον Μασκ, κάτι οι επιστημονικές έρευνες για την αιώνια νεότητα και την αθανασία του είδους μας… Ως τότε όμως το δέος του θανάτου, όπως έχουμε μάθει να τον παρακολουθούμε, αλλά και να τον βιώνουμε και να τον τραγουδάμε ακόμα, ειδικά εμείς οι εκδηλωτικοί του ευρωπαϊκού Νότου, παραμένει καθηλωτικό.

Πριν από λίγες ημέρες, η «Washington Post» δημοσίευσε μια ενδιαφέρουσα έρευνα για την αλλαγή στάσης των Αμερικανών έναντι του θανάτου. Για πρώτη φορά, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της CANA (Cremation Association of North America), το 2020 οι αποτεφρώσεις ήταν περισσότερες από τις ταφές. Μου έκανε εντύπωση το στατιστικό. Το 56% όσων πέθαναν εκείνη τη χρονιά, την πρώτη της πανδημίας, αποτεφρώθηκαν έναντι ποσοστού 27% πριν από 20 χρόνια. Ως το 2040 εκτιμάται πως το ποσοστό θα φτάσει το 80%.

Οι ερμηνείες πολλές: Διευθυντές γραφείων τελετών, ιστορικοί, ακόμη και ποιητές προσπάθησαν να «διαβάσουν» το φαινόμενο. Είναι, είπαν αρκετοί, η ανάγκη μας να αποφύγουμε όλο αυτό το ψυχοφθόρο τελετουργικό. Είναι, είπαν άλλοι, πορεία παράλληλη με την απομάκρυνση από τη λογική τού ανήκειν σε μια θρησκευτική κοινότητα. Είναι τελικά η ανάγκη μας να «ξεμπερδεύουμε» με το άψυχο σώμα, τον αδιάψευστο μάρτυρα του θανάτου που επισκέφθηκε την οικογένειά μας. Διατυπώθηκαν βέβαια και πιο πεζές απόψεις: Είναι πολύ απλά φθηνότερο.

Οπως και να ‘χει, σε έναν κόσμο που αλλάζει τόσο ριζικά, αναπόφευκτα επηρεάζεται και η σχέση μας με τον θάνατο. Κάποιοι αφήνουν πίσω τους το νόημα που δίνει η θρησκεία και αναζητούν τρόπους να νοηματοδοτήσουν οι ίδιοι τη «ζωή μετά». Εδώ και περίπου έναν χρόνο, λειτουργεί στο Σιάτλ η πρώτη εγκατάσταση ανθρώπινης κομποστοποίησης. Ακούγεται ίσως κάπως φρικτό, η λογική του όμως είναι μια «πράσινη» τελευταία έξοδος. Το ανθρώπινο σώμα γίνεται χώμα (χους και εις χουν και πάλι δηλαδή), όχι όμως σε κάποιο νεκροταφείο, αλλά χώμα που θα φιλοξενήσει νέα ζωή σε κάποιο δάσος όπου θα δωρηθεί από τους συγγενείς, ή και στον κήπο της οικογένειας.

Λίγο πριν από την Ανάσταση, σκόρπιες σκέψεις για όσους δυσκολεύονται να περιπλανηθούν στον κήπο του Επίκουρου ή να αποδεχθούν τη θεραπευτική εκδοχή του Πάσχα μας, πως η ζωή νικά τον θάνατο. Χρόνια πολλά!