Το πρώτο βήμα για την εξεύρεση λύσης στον πόλεμο στην Ουκρανία είναι να αναγνωρίσει η αμερικανική κυβέρνηση ότι οι ενέργειές της συνέβαλαν σε αυτήν την εχθρότητα. Αυτό υποστηρίζει ο πρώην υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, William Perry εξηγώντας τους λόγους που οι ρωσοαμερικανικές σχέσεις έχουν φτάσει στο ναδίρ.

Ο William Perry, μέλος της κυβέρνησης Μπιλ Κλίντον το διάστημα 1994-1997, είναι ο μοναδικός πρωτοκλασάτος υπουργός των ΗΠΑ που κόντεψε να υποβάλει την παραίτησή του, τη δεκαετία του 1990, όταν διαφώνησε με την ανεύθυνη επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, ανησυχώντας για τις επιπτώσεις που θα είχε στις ρωσοαμερικανικές σχέσεις.

O πρώην υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ William Perry ()

Σημειώνεται ότι το 2016, δηλαδή δύο χρόνια μετά τα γεγονότα στην Κριμαία, ο Perry είχε δηλώσει στην Guardian πως «τα τελευταία χρόνια, το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης μπορεί να επισημανθεί στις ενέργειες του Πούτιν. Αλλά τα πρώτα χρόνια [δεκαετία 1990] πρέπει να πω ότι οι ΗΠΑ φέρουν το μεγάλο μέρος της ευθύνης».

Πλέον, με τον πόλεμο στην Ουκρανία να μαίνεται, ο William Perry εξηγεί πως από την σημαντική βελτίωση των σχέσεων των δύο υπερδυνάμεων επί των ημερών του κατέληξαν στο σημερινό σημείο.

Τότε συνεργαζόμασταν εξαιρετικά

«Πριν από την επέκταση του ΝΑΤΟ, τα δύο κράτη μας βρίσκονταν σε καλό δρόμο για την ανάπτυξη μιας σχέσης που θα μπορούσε να είχε ως αποτέλεσμα μια πραγματική παγκόσμια εταιρική σχέση. Όταν ήμουν υπουργός Άμυνας στις αρχές και στα μέσα της δεκαετίας του ’90, είχα μια συνεργατική και εγκάρδια σχέση με τον Ρώσο υπουργό Άμυνας, Πάβελ Γκράτσεφ. Κάναμε και οι δύο μια συντονισμένη προσπάθεια για να οικοδομήσουμε πάνω σε αυτήν την αναδυόμενη σχέση» λέει ο Perry.

«Φιλοξένησα τον υπουργό Γκράτσεφ σε επισκέψεις σε στρατιωτικές βάσεις των ΗΠΑ και αυτός με τη σειρά του με φιλοξένησε σε ρωσικές βάσεις. Πραγματοποιήσαμε κοινές στρατιωτικές ασκήσεις και ασκήσεις βοήθειας σε καταστροφές στην Ευρώπη και τη Χαβάη. Έφερα μάλιστα τον υπουργό Γκράτσεφ ως προσκεκλημένο σε πολλές συναντήσεις του ΝΑΤΟ. Αναγνωρίσαμε ότι η επικοινωνία ήταν κρίσιμη μεταξύ των δύο κρατών μας. Καθένας από εμάς είχε μια ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας στα γραφεία του που θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε για να επιλύσουμε γρήγορα τυχόν αμυντικά ζητήματα που μπορεί να προκύψουν».

Ως αποτέλεσμα αυτών των προσπαθειών, λέει ο Perry, «μπορέσαμε να συνεργαστούμε για τη μείωση μεγάλου μέρους του τεράστιου πυρηνικού αποθέματος που είχε απομείνει από τον Ψυχρό Πόλεμο» τονίζοντας ότι «παρά την εναπομείνασα πικρία από τον Ψυχρό Πόλεμο, η κυβέρνηση των ΗΠΑ αναγνώρισε ότι ήταν προς το συμφέρον της εθνικής ασφάλειας να παράσχει οικονομική υποστήριξη για αυτήν την προσπάθεια αποπυρηνικοποίησης».

Ο Perry όμως ρίχνει μεγάλες ευθύνες στις ΗΠΑ διότι παρά την σοβαρή οικονομική κρίση που χτύπησε τη Ρωσία το 1998, ενώ έκανε την μετάβασή της στην ελεύθερη οικονομία, «το κύριο μήνυμα από τη Δύση φαινόταν ότι ήταν «κάνε υπομονή θα το ξεπεράσεις». Η αποτυχία μας να παρέχουμε ουσιαστική ανακούφιση έσπειρε την πικρία σε πολλούς Ρώσους που είναι ακόμα και σήμερα».

Στη συνέχεια ο πρώην υπουργός Άμυνας στηλιτεύει το γεγονός ότι πολλά κράτη της Ανατολικής Ευρώπης ήταν πρόθυμα να ενταχτούν στο ΝΑΤΟ ενώ η κυβέρνηση Κλίντον ξεκίνησε συζητήσεις για την επέκταση του ΝΑΤΟ. «Η Ρωσία εξέφρασε τις αντιρρήσεις της για τις προτεινόμενες αλλαγές στα σύνορά της, αλλά οι απόψεις της αγνοήθηκαν» λεέι ο Perry «με αποτέλεσμα, η Ρωσία να αρχίσει να αποχωρεί από τα προγράμματα συνεργασίας της με το ΝΑΤΟ».

Οι δυτικές κυβερνήσεις απέτυχαν

Ο Αμερικανός παλαίμαχος πολιτικός κάνει λόγο για μια «γενική αποτυχία των δυτικών κυβερνήσεων να σεβαστούν τη ζωτικής σημασία αυτής της πυρηνικής δύναμης για την παγκόσμια τάξη πραγμάτων».

Η αγνόηση μιας τέτοιας δύναμης ήταν τεράστια λάθος για τον ίδιο και για όσου ρωτάνε «τι θα μπορούσε να μας κάνει αυτό το ηττημένο έθνος;» ο Perry λέει πως την απάντηση θα τους τη δώσει σύντομα ο «αυταρχικός» Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, καθώς «δεν υπάρχει μεγαλύτερη δύναμη από την κατοχή ενός πυρηνικού οπλοστασίου ικανού να επιφέρει το τέλος της ανθρωπότητας» προειδοποιεί ο ίδιος.

«Παρόλο που οι ένοπλες δυνάμεις του δεν συγκρίνονται με εκείνες των ΗΠΑ ή του ΝΑΤΟ, δεν χρειάζεται να τις φοβάται: θα αποθαρρυνθούν από το να παρέμβουν από την απειλή ότι θα γίνει πυρηνική ενέργεια. Και έχει κάνει ξεκάθαρη αυτή την απειλή» λέει ο Perry υπενθυμίζοντας όμως ότι «ακόμη και σε περιόδους έντασης και εχθρότητας, παραμένει ζωτικής σημασίας να διατηρηθούν εποικοδομητικές γραμμές επικοινωνίας με τη Ρωσία και άλλους αντιπάλους με πυρηνικά όπλα για να μειωθούν οι πιθανότητες «παρεξήγησης» που θα μπορούσε να προκαλέσει πυρηνική σύγκρουση».